Σημειώσεις κεφαλαίου 11
- [←1]
-
Etienne Baluze και Guillaume Mollat, Vitae paparum Avenionensium, 4 τόμοι, Παρίσι, 1914-22, 1, 309, 331, 343 και τομ. II, σελ. 434-41. Ludwig Mohler, Die Einnahmen der Apostolischen Kammer unter Klemens VI., Πάντερμπορν, 1931, σελ. 315. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1352, αριθ. 21, 25-27, τομ. VI (τομ. XXV τού Baronius-Raynaldus, Λούκκα, 1750), σελ. 564 και εξής. Martin Souchon, Die Papstwahlen von Bonifaz VIII. bei Urban VI. und die Entstehung des Schismas 1378, Brunswick, 1888, σελ. 55-66. Σημειώστε ιδιαίτερα τη συζήτηση για την εκλογή τού 1352 στον Norman P. Zacour, Talleyrand: The Cardinal of Perigord (1301–1364), Φιλαδέλφεια, 1960, σελ. 21-24 (Transactions of the American Philosophical Society, n.s., τομ. 50, μέρος 7). Βλέπε επίσης G. Mollat, Les Papes d’ Avignon (1305-1378), 9η έκδοση, Παρίσι, 1949, σελ. 97 και εξής.
- [←2]
-
Pierre Gasnault και M. Η. Laurent (επιμ.), Innocent VI: Lettres sècretes et curiales, I, δέσμη 1 (Παρίσι, 1959), αριθ. 17-19, 83-84, 253, 272, 275, 284, τομ. I, δέσμη 2 (1960), αριθ. 336, 436-40, 465-68, τομ. II, δέσμη 3 (1962), αριθ. 730, 943, 945, 1026, και τομ. IΙΙ, δέσμη 4 (1968), αριθ. 1389-91, 1394-95 1397.
- [←3]
-
Στο ίδιο, δέσμη 1, αριθ. 232-33, σελ. 77-78 με ημερομηνία 22 Απριλίου 1353 και βλέπε επίσης τομ. I, δέσμη 2, αριθ. 569-71, 577, 663, 668-69, 672. τομ. IΙΙ, δέσμη 4, αριθ. 1454, 1456-57.
- [←4]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, II, δέσμη 3, αριθ. 1244, σελ. 205, με ημερομηνία 19 Δεκεμβρίου 1354, παπικές συστατικές επιστολές για τον Ρομπέρ ντε Λορρύ, οικονόμο τού βασιλιά Ιωάννη τής Γαλλίας, προς τον βασιλιά τής Κύπρου και τον μάγιστρο τού Οσπιταλίου.
- [←5]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, I, δέσμη 1, αριθ. 71, σελ. 24-26. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1353, αριθ. 20-21, τομ. VI (XXV, Λούκκα, 1750), σελ. 585-86 και πρβλ. τις παρατηρήσεις τού Paul Lemerle, L’ émirat d’ Aydin. Byzance et l’ Occident, Παρίσι, 1957, σελ. 236-37.
Οι δύο απεσταλμένοι από την Φιλαδέλφεια ήσαν ο Εμμανουήλ Mαγουλάς και ο Εμμανουήλ Θεωδορικανός, ενώ ως συνήθως το παπικό ταμείο προέβλεψε για τη βοήθειά τους, όσο βρίσκονταν στην Αβινιόν. K. H. Schäfer, die Ausgaben der Apostolischen Kammer unter Benedikt XII., Klemens VI. und Innocent VI. (1335-1362), Πάντερμπορν, 1914, σελ. 483.
- [←6]
-
Oι Γκατελλούζοι θα εξουσίαζαν στη Λέσβο από τον Ιούλιο τού 1355 μέχρι τον Σεπτέμβριο τού 1462. Wm. Miller, Essays on the Latin Orient, Καίμπριτζ, 1921, ανατύπ. Άμστερνταμ, 1964, σελ. 313-49.
Μια ματιά στη ζωή τής Οθωμανικής κοινωνίας και στη ζωή στην αυλή τού Ορχάν κατά το έτος 1355 παρέχεται από τον ησυχαστή θεολόγο Γρηγόριο Παλαμά στην επιστολή του «προς τούς Θεσσαλονικείς», την οποία ο G. G. Arnakis έχει κάνει αντικείμενο ενδιαφέροντος άρθρου, «Gregory Palamas among the Turks and Documents of his Captivity as Historical Sources», Speculum, XXVI (1951), 104-18, ενώ σημειώστε επίσης τη μονογραφία του, Οι πρώτοι Οθωμανοί. Συμβολή στο πρόβλημα τής πτώσης τού Ελληνισμού τής Μικράς Ασίας, Aθήνα, 1947.
Μέχρι τα μέσα τού 14ου αιώνα οι Οθωμανοί, οι οποίοι ήσαν πραγματικά πολύ ανεκτικοί σε θρησκευτικά ζητήματα και γενναιόδωροι στις ελεημοσύνες, διατηρούσαν ακόμη μερικά από τα προηγούμενα νομαδικά έθιμά τους, προτιμώντας να διαμένουν σε σκηνές και όχι σε σπίτια και παλάτια. Όμως η οθωμανική κυριαρχία σίγουρα προκαλούσε την παρακμή τού «Ελληνισμού τής Μικράς Ασίας», όπως καθιστά σαφές η περιγραφή τού Παλαμά, ο οποίος βρήκε την πόλη τής Νίκαιας σε θλιβερή αποσύνθεση. Για το θέμα αυτό σημειώστε επίσης τον Speros Vryonis, Jr., The Decline of Medieval Hellenism in Asia Minor, Μπέρκλεϋ και Λος Άντζελες, 1971, που αναφέρεται πιο πάνω, Κεφάλαιο 10, σημείωση 119.
- [←7]
-
Το πλήρες κείμενο τού χρυσόβουλλου που υπέγραψε ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος στις 15 Δεκεμβρίου 1355 είναι το εξής [Aug. Theiner και Fr. Miklosich, Monumenta spectantia ad unionem ecclesiarum graecae et romanae, Βιέννη, 1872, σελ. 29-37]:
«Ἐγὼ Ἰωάννης, ἐν Χριστῷ τῷ θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων ὁ Παλαιολόγος, ὁμνύω εἰς τὰ ἅγια τοῦ θεοῦ εὐαγγέλια, ἁψάμενος τῶν ἁγίων γραφῶν, καὶ μὰ τὴν ἁγίαν τριάδα, τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱὸν καὶ τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸν ἕνα ἀληθῆ θεὸν τὸν τρισυπόστατον και μὰ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν θεὸν ἡμῶν καὶ σωτῆρα καὶ μὰ τὴν ὑπεραγίαν θεοτόκον καὶ μὰ τὸν ἅγιον καὶ ζωοποιὸν σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ καὶ μὰ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους καὶ πάντας τοὺς ἄλλους ἁγίους, ἵνα ἐκτὸς δόλου, ἀπάτης καὶ σφάλματος καθ΄ ὅλην μου τὴν ἰσχὺν καὶ τὴν δύναμιν καὶ κατὰ πᾶσάν μου τὴν ἐπιχείρησιν τηρήσω βεβαίως καὶ ἐξ ὁλοκλήρου καὶ πληρώσω ἐγὼ τε αὐτὸς καὶ παρὰ τῶν ἄλλων ποιήσω πληρωθῆναι καὶ φυλαχθῆναι πάντα ταῦτα καὶ ἕκαστα τὰ ἑπόμενα, ἅπερ ὑπεσχέθην τῷ αἰδεσιμωτάτῳ ἐν Χριστῷ πατρὶ, ἀρχιεπισκόπῳ Σμύρνης, κυρῷ Παύλῳ, τῶ ὀνόματι καὶ δικαίῳ τοῦ ἁγιωτάτου ἐν Χριστῷ πατρὸς καὶ δεσπότου κῦρ Ἰννοκεντίου, θείᾳ προνοίᾳ τῆς ἱεραγίας ῥωμαϊκῆς καὶ καθολικῆς ἐκκλησίας πάπᾳ ἕκτῳ, και οὕτως ὁ θεὸς καὶ πάντες οἱ ἅγιοι αὐτοῦ βοηθήσαιεν ἐμοὶ, ὥσπερ ἐγὼ φυλάξω καὶ ἐκπληρώσω καὶ φυλαχθῆναι παρὰ τῶν ἄλλων ποιήσω πάντα καὶ ἕκαστα τὰ ἑπόμενα. ἐν πρώτοις, ἵνα ὦ πιστὸς καὶ ὑπήκοος εἰς σέβας τε καὶ εὐμένειαν τῷ μακαριωτάτῳ πατρὶ καὶ δεσπότῃ κυρῷ Ἰννοκεντίῳ τῆς ῥωμαϊκῆς καὶ καθολικῆς ἐκκλησίας, ἀξίᾳ θεοῦ προνοίᾳ ἄκρῳ ἀρχιερεῖ, καὶ τοῖς αὐτοῦ διαδόχοις, καὶ διατηρῶ και ἐκπληρῶ την ὀφειλομένην ὑπακοὴν τε καὶ τὸ σέβας πρὸς τε αὐτὸν τὸν ἁγιώτατον δεσπότην τὸν πάπαν καὶ τοὺς αὐτοῦ διαδόχους, καὶ δέχωμαι τοὺς δελεγάτους αὐτοῦ καὶ ἀποκρισιαρίους μετά παντὸς σεβάσματος καὶ εὐμενείας. ἔτι ἵνα ποιήσω καθ’ ὅλην μου τὴν ἰσχὺν καὶ την ἐπιχείρησιν, ἵνα πᾶς ὁ λαὸς ὁ ὑπὸ τὴν ἡμετέραν βασιλείαν καθεστηκὼς καὶ τῇ ἡμετέρᾳ ἐπικρατείᾳ ὑποκείμενος, εἴτε λαϊκὸς, εἴτε κληρικὸς, ὁποίας δήποτ’ ἄν εἶεν διαγωγῆς, καταστάσεώς τε καὶ ἀξιώματος, ὦσι πιστοὶ, ὑπήκοοι, σεβαστικοὶ τε καὶ εὐμενεῖς αὐτῷ τῷ δεσπότῃ καὶ ἄκρῳ ἀρχιερεῖ καὶ τοῖς αὐτοῦ διαδόχοις. ἐπεὶ δὲ τὸ πολὺ τοῦ καιροῦ ἐσκλήρυνέ τε καὶ ἐβάρυνε τὰς καρδίας τοῦ λαοῦ, καὶ μόλις ἄν δυναιντο τῶν εἰωθοτων ἐκσπαθῆναι καὶ διὰ καινῆς ὁδοῦ χωρῆσαί τε καὶ βαδίσαι, εἰ μή μετὰ τρόπου σοφίας καὶ ῥυθμῷ συνέσεως, τὸν ἑπόμενον τουτονὶ τρόπον ἀπεφηνάμην, ἐπεξείργασμαί τε καὶ κατέστησα μετ’ αὐτοῦ τοῦ αἰδεσίμου ἐν Χριστῷ πατρὸς, ἀρχιεπισκόπου Σμύρνης, καὶ μετὰ τοῦ οἰκείου τῆς βασιλείας μου μεγάλου ἑταιρειάρχου, κυροῦ Νικολάου τοῦ Σιγηροῦ, δι’ ὧν ἐμαυτὸν ποιήσοντα, φυλάξοντά τε καὶ ἐκπληρώσοντα τὰ προρρηθέντα ὑπεσχέθην τε καὶ ἐπήγγελμαι, τουτέστιν ἵνα ἐπαναπέμψῃ ὁ προειρημένος ἁγιώτατος πατὴρ αὐτὸν τὸν ἀρχιεπίσκοπον Σμύρνης καὶ τὸν προδηλωθέντα οἰκεῖον ἡμῖν μετὰ κατέργων τριῶν, καὶ ὅταν ἔλθωσιν οὗτοι εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, μὰ τὸν ὅρκον, ὅν ἐποίησα, ὑπόσχομαι δοῦναι τὸν υἱὸν μου, τὸν ἐνδοξότατον καὶ πανευτυχέστατον δεσπότην, κῦρον Μανουὴλ τὸν Παλαιολόγον, τῷ διαληφθέντι ἀρχιεπισκόπῳ, τοῦτον δὲ ἄξει οὗτος εἰς αὐτὸν τὸν δεσπότην ἡμῶν τὸν πάπαν μετά ἑνὸς κατέργου, ἀφήσει μοι δὲ κάτεργα δύο, ἁρματώσει δὲ καὶ ἕτερα δύο εἰς τὰ μέρη ταῦτα, καὶ ἀφήσει ταῦτα ὑπὸ τὸν ἡμέτερον ὁρισμὸν εἰς δεφένδευσιν τῶν μερῶν τούτων. ἔτι ἵνα ὁ δεσπότης ὁ πάπας τάχιον ὅσον δύναται μετὰ τὸ λαβεῖν τὸν υἱὸν μου ἐν ταῖς οἰκείαις χερσὶν ἀποστείλῃ μοι σκέρια πεντεκαίδεκα μετὰ καβαλλαρίων τετρακοσίων καὶ ἄλλους ἑκατὸν καβαλλαρίους μετὰ καραβίων καὶ χιλίους πεζοὺς, ὥστε γενέσθαι τὸ ὅλον φοσσάτον σκέρια πεντεκαίδεκα, κάτεργα λεπτὰ πέντε, καβαλλαρίους πεντακοσίους καὶ χιλίους πεζοὺς˙ ὅταν δὲ ἔλθοι τὸ τοιοῦτον φοσσάτον εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν διὰ τῆς χάριτος τοῦ θεοῦ, ἵνα ᾖ εἰς τὸν ἡμέτερον ὁρισμὸν τοῦ μάχεσθαι κατὰ τῶν Τούρκων καὶ τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν τῶν Ῥωμαίων μέχρι καὶ μηνῶν ἕξ, ἐν ᾧ δὴ καιρῷ δώσει ὁ λεγάτος τοῦ δεσπότου ἡμῶν τοῦ πάπα εὐεργεσίας καὶ ἀξιώματα εκκλησιαστικὰ ἀνθρώποις Ῥωμαίοις ἰκανοῖς, οἵτινες ἄν ἑκουσίως εἰς ἕνωσιν καὶ ὑπακοὴν ἐπιστρέψωσι τῆς ἐκκλησίας, καθὼς ἄν κρεῖττον δόξει αὐτῷ τε καὶ ἡμῖν˙ ἔνθα δὲ μεταξὺ τῶν ἕξ μηνῶν μετὰ τὸ φθάσαι ἐν Κωνσταντινουπόλει τὸ φοσσάτον διά τῶν εὐεργεσιῶν καὶ χαρίτων οὐδαμῶς θελήσουσι ἑκουσίως οἱ Ῥωμαῖοι εἰς τὴν ὑπακοὴν ἐπιστρέψαι τῆς ἐκκλησίας, ὅπερ οὐ πιστεύομεν, ὑποσχόμεθα ἀπὸ τοῦ νῦν ὑπὲρ τοῦ τότε, ἵνα ποιήσωμεν μετὰ τῆς βουλῆς τε καὶ διαγνώσεως τοῦ λεγάτου τοῦ δεσπότου τοῦ πάπα, ἵνα πάντη γένωνται ὑπήκοοι. ἔτι δώσομεν τῷ λεγάτῳ τοῦ δεσπότου ἡμῶν τοῦ πάπα ὀσπήτιον μέγα, ἐν ᾧ ἄν αὐτὸς μετὰ τῶν οἰκείων κατοικῇ, καὶ οὕτως ἀκολούθως ᾖ αὐτὸ τοῦ δεσπότου τοῦ πάπα καὶ τῶν λεγάτων αὐτοῦ εἰς τὸ διηνεκὲς. ἔτι δώσομεν αὐτῷ περικαλλῆ καὶ ἔντιμον ἐκκλησίαν, ἐν ᾗ αὐτὸς ὁ λεγάτος καὶ οἱ μετ’ αὐτὸν ἐλευσόμενοι παρὰ τοῦ δεσπότου τοῦ πάπα ὡς ἐν ἰδίᾳ ἐκκλησίᾳ ἐκτελῶσι τὴν τε ἐκκλησιαστικὴν ἀκολουθίαν καὶ τὰ θεῖα μυστήρια. ἔτι δώσω τῷ πρωτοτόκῳ μου υἱῷ ἕνα διδάσκαλον λατῖνον, ἵνα διδάσκῃ τοῦτον τὰ τε γράμματα καὶ τὴν λατινικὴν γλῶσσαν ἀπὸ βουλῆς τε καὶ γνώμης τοῦ προδηλωθέντος λεγάτου. ἔτι δώσω τρία μεγάλα ὀσπήτια, ἐν οἷς ἵνα κρατῶνται διδασκαλεῖα λατινικῶν γραμμάτων, ἐγὼ δὲ δώσω ἔργον ἐντελὲς καὶ ἐπίθαλψιν μετὰ καθαρᾶς καρδίας, ἵνα οἱ τῶν ἐνδόξων καὶ εὐπόρων Ῥωμαίων παῖδες ἀπέρχωνται ἐπὶ τῷ μανθάνειν λατινικὰ γράμματα, εἰ δὲ συμβῇ μὴ φυλάξαι με τὰ προρρηθέντα πάντα καὶ ἕκαστα, ὅπερ ἀπείη, καὶ ἀποστρεψάτω ὁ θεὸς τοσοῦτον κακὸν ἀπ’ ἐμοῦ, ἀπὸ τοῦ νῦν ὑπὲρ τοῦ τότε τῇ βασιλικῇ ἀδείᾳ κρίνω ἐμαυτὸν ἀνάξιον τῆς βασιλείας, ἀποστερῶν ἐμαυτὸν τῶν βασιλικῶν δικαίων, καὶ μεταφέρω, δίδωμι, ἐκχωρῶ τὸ δίκαιον καὶ τὴν ἐξουσίαν τῆς τε βασιλείας καὶ τοῦ βασιλευειν εἰς τὸν προρρηθέντα υἱὸν μου καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν ὑπὲρ τοῦ τότε καθιστῶ, ποιῶ, δημιουργῶ καὶ τάττω αὐτὸν εἰς βασιλέα τε καὶ αὐτοκράτορα τῶν Ῥωμαίων. ἔτι, εἴπερ συμβῇ τοῦτο, ὅπερ ἀπεύχομαι, ἀπὸ τοῦ νῦν ὑπὲρ τοῦ τότε δίδωμι, ἐκχωρῶ καὶ μεταφέρω τὸ δίκαιον τῆς πατρικῆς ἐξουσίας εἰς τὸν προειρημένον δεσπότην, τὸν ἄκρον ἀρχιερέα ἐπάνω τοῦ τοιούτου υἱοῦ μου, ὅν ἀπὸ τοῦ νῦν ὑπὲρ τοῦ τότε ὑποτάττω τῇ αὐτοῦ ἐξουσίᾳ, παρέχων αὐτῷ καὶ διδοὺς αὐτὸν εἰς υἱοθεσίαν κατὰ πάντα τρόπον καὶ τόπον, οἷς ἄν κρεῖττον ἀπὸ τῶν νόμων δύναμαι. ἔτι δίδωμι, ἐκχωρῶ καὶ παραδίδωμι ἐξουσίαν καὶ ἄδειαν αὐτῷ τῷ δεσπότῃ καὶ ἄκρῳ ἀρχιερεῖ, ἵνα δύνηται κτᾶσθαι, ἀπαιτεῖν, ἀναζητεῖν τε καὶ ἐπαίρειν τὴν βασιλείαν ἡμῶν ὑπὲρ τοῦ ῥηθέντος υἱοῦ μου ὡς ὑπὲρ ἀληθοῦς καὶ νομίμου βασιλέως καὶ διδόναι αὐτῷ γυναῖκα, παιδαγωγοὺς, φύλακάς τε καὶ ἐπιτρόπους μέχρι τοῦ παρὰ τῶν νόμων τεταγμένου χρόνου, καὶ ἵνα δύνηται τάττειν καὶ καθιστᾶν εἰς τὴν τοιαύτην βασιλείαν, ὡς εἰς βασιλείαν αὐτῷ ἀπὸ δικαίου ἀνήκουσαν τῷ δικαίῳ καὶ ὀνόματι τοῦ προειρημένου υἱοῦ μου, ὅν ἀπὸ τοῦ νῦν ὑπὲρ τοῦ τότε τῆς ἰδίας ἡμῶν πατρικῆς ἐξουσίας λύομέν τε καὶ ἐλευθεροῦμεν καὶ εἰς πατρικὴν ἐξουσίαν κατὰ υἱοθεσίαν αὐτῷ τῷ δεσπότῃ τῷ πάπᾳ ὑποτάττομεν καὶ χαριζόμεθα, ἀποβαλλόμενοι πᾶσαν παραγραφὴν, ἥν ἄν κατὰ τῶν προρρηθέντων ἀντιτείνειν δυναίμεθα, καὶ νόμον καὶ δίκαιον, οἷς πρὸς ἡμετέραν ἀγωγὴν τε καὶ βοήθειαν, εἴπερ οὐ φυλάξομεν καὶ πληρώσομεν τὰ προρρηθέντα, οἷοί τε ἄν ὦμεν. ἔτι εἴπερ συμβῇ, ἵνα ἔλθοι ὁ προρρηθεὶς ἀρχιεπίσκοπος μετὰ τριῶν κατέργων ἤ πλειόνων, καὶ οὐδὲν δώσομεν ἡμεῖς αὐτῷ τὸν δηλωθέντα υἱὸν ἡμῶν, ἵνα ἀγάγοι αὐτὸν εἰς τὸν δεσπότην ἡμῶν, τὸν ἄκρον ἀρχιερέα, ἐνόχους ἡμᾶς αὐτούς ποιοῦμεν καὶ πάντα τὰ ἀγαθὰ ἡμῶν καὶ πάντας τοὺς Ῥωμαίους ἡμῶν καὶ τὰ ἀγαθὰ αὐτῶν, ἵνα δυνηται ὅ τε δεσπότης ὁ πάπας καὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ ἐπίτροποι αὐτοῦ ζητεῖν καὶ ἐπαίρειν ἐπάνω τῶν τοιούτων ἀγαθῶν τε καὶ ἀνθρώπων μέχρι καὶ τιμήματος φλωρίων τετρακισχιλίων ὑπὲρ ἑκάστου κατέργου, ὅπερ ἄν ὁ προρρηθεὶς ἀρχιεπίσκοπος καὶ ὁ δηλωθεὶς οἰκεῖος ἡμῖν ἀγάγοιεν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ἐν παντὶ τόπῳ καὶ ὑφ’ ἑκάστῳ κριτῇ καὶ ἐκκλησιαστικῷ καὶ πολιτικῷ ἐν τῷ Γαλατᾷ, ἐν τῇ Ῥόδῳ, τῇ Χίῳ καὶ Κυπρῳ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ἄλλοις τόποις, μή ἐναντιουμένης παραγραφῆς τινος ἤ δικαίου, ᾧπερ ἄν ἤ ἡμεῖς ἤ οἱ ἡμέτεροι Ῥωμαῖοι δυναίμεθα βοηθεῖσθαι πρὸς τὸ μὴ ἀπεκβαλεῖν τὴν τοιαύτην τῶν φλωρίων ποσότητα˙ εἰ δὲ συμβῇ πληρῶσαί με πάντα τὰ ἀναγεγραμμένα, θέλω, ἵνα βοηθῇ μοι ὁ δεσπότης ὁ πάπας κατὰ πάντων τῶν ἐχθρῶν μου καὶ μάλιστα τῶν ἀπίστων μετὰ μείζονος φοσσάτου καὶ πλήθους χριστιανῶν, ὅπερ ἄν ἀνθίστασθαι δυναιτο τῷ τῶν ἀπίστων πλήθει καὶ διώκειν αὐτοὺς ἀπὸ τῆς γῆς τῶν χριστιανῶν, ἥν ἀδίκως καθ΄ ἁρπαγὴν τῇ αὐτῶν ἀπιστίᾳ ὑπέταξαν. ἔτι ἵνα ὁ δεσπότης ἡμῶν ὁ πάπας προμηθεύσηται ἡμᾶς εἰς ἐξόδους γενησομένους καὶ ῥόγαν διδομένην εἰς τὸ φοσσάτον, ἐπεὶ ἡ βασιλεία μού οὐδαμῶς δύναται κατὰ τὸ παρὸν πολλὰς ἐξόδους ὑφίστασθαι. ἔτι ἵνα ὦ ἐγὼ ἀρχικὴ κεφαλὴ, σημαιοφόρος τε καὶ φλαμουλάριος τῆς ἁγίας μητρὸς ἐκκλησίας μετὰ καθαροῦ καὶ μεμιγμένου κράτους καὶ πλήρους ἐξουσίας ἐπάνω παντὸς τοῦ φοσσάτου τῶν χριστιανῶν, οἵτινες ἄν διαπεράσωσιν εἰς τὰ ἐνταῦθα τῆς θαλάσσης μέρη ἤ ῥογευθέντες παρὰ τῆς ἐκκλησίας ἤ παρ’ ἄλλων, προστάγματι καὶ συγγνώμῃ τῆς ἐκκλησίας, ἤ οἵτινες ἄν ἔλθοιεν ἑκουσίως ὑπὲρ σωτηρίας τῶν ἰδίων ψυχῶν. ἔτι εἴπερ συμβῇ ἵνα πληρώσω πάντα τὰ ἀναγεγραμμένα, ἵνα ὁ δεσπότης ἡμῶν ὁ πάπας ἐπαναπέμψῃ τὸν υἱὸν μου μετὰ τιμῆς καὶ ἑτοιμασίας τῆς προσηκούσης, νοητέον δὲ, ὡς εἴπερ ἴσως τὰ ἀναγεγραμμένα πάντα καὶ ἕκαστα οὐδαμῶς πληρώσω, στερήσει δυνάμεως, οὐ θελήσεως, ἀπέλθω δὲ σωματικῶς εἰς αὐτὸν, τὸν δεσπότην ἡμῶν τὸν πάπαν, τηνικαῦτα ἵνα ἐνέχηται ὁ δεσπότης ὁ πάπας δεφενδεύειν καὶ βοηθεῖν μοι ἐπὶ τῷ ἐπαναλαμβάνειν τὴν βασιλείαν μου, ὥσπερ ἔμελλε ποιήσειν ὑπὲρ τοῦ υἱοῦ μου εἰς τὴν αὐτοῦ παρουσίαν, ἐμοῦ σωματικῶς μὴ ἀπελθόντος, καὶ οὐδόλως ὀφθήσομαι ἐμπεπτωκὼς εἰς ζημίαν ἤ ἐναντιωθεὶς, εἴπερ ἀνάγκῃ ἀδυναμίας καὶ οὐ θελήσεως τὰ προρρηθέντα πάντα οὐ πληρώσω, εἰς ὧν πάντων ἀσφάλειαν καὶ καθαρότητα πληρεστάτην τὸ παρὸν ὁρκωμοτικὸν χρυσόβουλλον γενέσθαι προσέταξεν ἡ βασιλεία μου τῇ ἡμετέρᾳ χειρὶ γράμμασιν ἐρυθροῖς τὸν εἰωθότα τρόπον ὑπογραφὲν καὶ χρυσῇ βούλλῃ τῆς βασιλείας μου κάτωθεν ἀπῃωρημένῃ βεβαιωθὲν. γέγονεν ἐν τῇ μεγάλῃ πόλει Κωνσταντινουπόλει ἐν τῷ ἡμετέρῳ τῶν Βλαχερνῶν ἱερῷ παλατίῳ ἔτει ἀπὸ τῆς τοῦ κόσμου συστάσεως ἑξακισχιλιοστῷ ὀκτακοσιοστῷ ἑξηκοστῷ τετάρτῳ, ἀπὸ δὲ τῆς τοῦ κυρίου γεννήσεως χιλιοστῷ τριακοσιοστῷ πεντηκοστῷ πέμπτῳ, ἡμέρᾳ πεντεκαιδεκάτῃ τοῦ δεκεβρίου. Ἰωάννης ἐν Χριστῷ τῷ θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων ὁ Παλαιολόγος.»
Βλέπε επίσης Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1355, αριθ. 33-37, τομ. VI (Λούκκα, 1750), σελ. 630-32. Oskar Halecki, Un Empereur de Byzance à Rome (1355-1375), Βαρσοβία, 1930, Λονδίνο, 1972, σελ. 31-38. Joachim Smet, Life of St. Peter Thomas by Philippe de Mézières, Ρώμη, 1954, σελ. 201-3 (Textus et studia historica Carmelitana, τομ. II).
Για τις προσπάθειες επίτευξης τής ένωσης των Εκκλησιών κατά το πρώτο μισό τού 14ου αιώνα, Πρβλ. K. M. Setton, «The Byzantine Background to the Italian Renaissance», Proceedings of the American Philosophical Society, τομ. 100 (1956), σελ. 40-45, με την αναφερόμενη βιβλιογραφία, ενώ για την αρχιεπισκοπική έδρα Σμύρνης βλέπε Conrad Eubel, Hierarchia Catholica Medii Aevi, I (1913, ανατύπ. 1960), 456 και Giorgio Fedalto, La Chiesa latina in Oriente, I (Βερόνα, 1973), 479-81, με παραπομπές.
- [←8]
-
Baluze και Mollat, Vitae paparum Avenionensium, I, 334 και πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1356, αριθ. 32, τομ. VII (τομ. XXVI των Baronius-Raynaldus, Λούκκα, 1752), σελ. 17.
O Νικόλαος Σιγηρός πήρε δώρα από τον πάπα, που κόστισαν περίπου 286 φλουριά και περάστηκαν στον λογαριασμό τού παπικού ταμείου στις 30 Ιουνίου 1356 [Schäfer, Ausgaben (1914), σελ. 605-6, όπου ο Σιγηρός αποκαλείται «Bayssaereartus»], ενώ στις 18 Ιουλίου ο Παύλος τής Σμύρνης εισέπραξε 200 φλουριά «για τις δαπάνες του» [στο ίδιο].
- [←9]
-
Έχω χρησιμοποιήσει το ωραία γραμμένο κείμενο στα Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 238, φύλλα 140-142. Υπάρχει επίσης στον Luke Wadding, Annales Minorum, 3η εκδ., από τον by I. M. Fonseca και άλλους, VIII (Καράτσι, 1932), 127-28. Πρβλ. και Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1356, αριθ. 33-34, τομ. VII (Λούκκα, 1752), σελ. 17-19.
O Πιέρ Τομά ονομάστηκε επίσκοπος Πάττι και Λίπαρι με την παπική βούλλα Pastoralis officii, «στην Αβινιόν, 15 μέρες πριν από τις καλένδες Δεκεμβρίου, τού δευτέρου έτους» (datum Avinione XV Kal. Decembr. anno secundo), δηλαδή στις 7 Νοεμβρίου 1354 και υπάρχει στα Reg. Aven. 126, φύλλο 75 [πρβλ. Eubel, Hierarchia, I, 384 και πιο ευανάγνωστα στα Reg. Vat. 225, φύλλο 57]. Ο Γκουλιέλμο Κόντι διορίστηκε επίσκοπος Σωζοπόλεως (Sisopolis) στις 20 Ιουλίου (1356), μια μέρα πριν τού ανατεθεί η αποστολή στην Κωνσταντινούπολη. Ο Κόντι διαδεχόταν κάποιον Αμβρόσιο, «ο οποίος σε εκείνα τα μέρη έκλεισε τις τελευταίες ημέρες του» (qui in partibus illis diem clausit extremum) [Reg. Aven. 134, φύλλα 75-76 και πρβλ. Eubel, Hierarchia, I, 188]. Ο Κόντι θεωρούνταν λανθασμένα για καιρό ότι ήταν Φραγκισκανός, αλλά στην πραγματικότητα ήταν Δομινικανός [Girolamo Golubovich, Biblioteca bio-bibliografica della Terra Santa e dell’ Oriente francescano, III (Καράτσι, 1919), 300].
Στις 11 Aυγούστου (1356) ο Πιέρ Τομά εισέπραξε 500 φλουριά από το παπικό ταμείο για τις δαπάνες τής αποστολής του στην Κωνσταντινούπολη [Schäfer, Ausgaben (1914), σελ. 607], ενώ στον ίδιο και στον Κόντι χορηγήθηκαν επίσης «οδοιπορικά» έξι χρυσών φλουριών ημερησίως [Reg. Vat. 238, φύλλα 130, 131], τα οποία αντιστοιχούσαν σε 72 ασημένια turonenses, σύμφωνα με την ισοτιμία που είχε θεσπίσει ο πάπας Βενέδικτος ΙΒ΄ στις 18 Δεκεμβρίου 1336, με τη βούλλα Vas electionis, η οποία περιόριζε λεπτομερώς τα ποσά που εισπράττονταν ως οδοιπορικά [Corpus iuris canonici, Extravagantes communes, lib. III, tit. 10, επιμ. E. L. Richter και Emil Friedberg, II (Λειψία, 1879, ανατύπ. Γκρατς, 1955), στήλες 1280-84].
- [←10]
-
Πρβλ. Wadding, Annales Minorum, VIII (1932), 108 και εξής. Halecki, Un Empereur de Byzance à Rome, σελ. 22-27. Philippe de Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 64-65, 67-70, 193-96. Frederick J. Boehlke, Jr., Pierre de Thomas, Scholar, Diplomat and Crusader, Φιλαδέλφεια, 1966, σελ. 83-100.
- [←11]
-
Reg. Aven. 133, φύλλο 246, «έκδόθηκε στη Βιλλνέβ τής επισκοπής Αβινιόν δύο μέρες πριν τις Ίδες Ιουλίου [δηλαδή στις 13 Ιουλίου] τού τέταρτου έτους [της παπικής θητείας]» (datum apud Villamnovam Avinionensis dyocesis II Idus Iulii anno quarto).
- [←12]
-
Reg. Aven. 238, φύλλο 142, «έκδόθηκε στη Βιλλνέβ … στις 16 των Καλενδών Αυγούστου [δηλαδή στις 17 Ιουλίου] τού τέταρτου έτους [της παπικής θητείας]» (datum apud Villamnovam … XVI Kal. Αugusti anno quarto) [Halecki, Un Empereur de Byzance à Rome, σελ. 54, 57 και pieces justificatives, αριθ. 1, σελ. 358-59].
- [←13]
-
Ο Πιέρ Τομά έφτασε στη Βενετία στις 20 Σεπτεμβρίου 1356. Arch. di Stato di Venezia, Collegio, Lettere segrete (1354-1363), αριθ. 69, φύλλο 21, επιστολή τού δόγη Τζιοβάννι Ντολφίν προς τον πάπα Ιννοκέντιο ΣΤ’ με ημερομηνία 16 Νοεμβρίου 1356, δημοσιευμένη από τον Sime Ljubić, Listine o odnošajih izmedju južnoga slavenstva i mletačke republike, στα Monumenta spectantia historian slavorum meridionalium, V (Ζάγκρεμπ, 1875), αριθ. lvi, σελ. 301-2. Στις 23 Σεπτεμβρίου το Κολλέγιο συμφώνησε, με μία αρνητική ψήφο, να αποδεχτεί τη μεσολάβησή του στη διαμάχη με τον Λουδοβίκο τής Ουγγαρίας. Tην επόμενη μέρα το Κολλέγιο ψήφισε να τού κάνει δώρα αξίας 100 δουκάτων και αργότερα να τού προσφέρει 3.000 δουκάτα «για τη διαπραγμάτευση συνθήκης ανθεκτικής και αποτελεσματικής» (si negociem pactis duxerit ad effectum), το ίδιο κίνητρο που είχε προσφέρει και στον Μποντζιοβάννι, επίσκοπο τού Φέρμο (1349-1363), ο οποίος είχε επίσης προσπαθήσει να πετύχει ειρήνη μεταξύ τού Λουδοβίκου και των Ενετών [Lett. segr. del Collegio, στο ίδιο, αριθ. 57-58, φύλλο 15 και Ljubić, Listine, στο MSΗSM, V, αριθ. XLVIII, σελ. 293].
Προτάθηκε ότι η τελική εκδίκαση των διακυβευομένων ζητημάτων έπρεπε να αφεθεί στον Ιννοκέντιο ΣΤ’. Βλέπε Lett. segr. del Collegio, στο ίδιο. αριθ. 59, φύλλα 15-16, Ljubić, στο MHSM, V, αριθ. xlix, σελ. 293-95, Georgius (György) Fejer, Codex diplomaticus Hungariae ecclesiasticus ac civilis, 11 τόμοι, Βούδα, 1829-44, τομ. IX, τομ. 2 (1833), αριθ. ccxliii–ccxliv, σελ. 503-5, όπου οι αναφορές στον Petrus episcopus Portuensis αποτελούν εσφαλμένη ανάγνωση για Pactensis. Παπικές επιστολές σχετικές με την αποστολή τού Πιέρ Τομά στην Ουγγαρία και τη Βενετία υπάρχουν στον Wadding, Annales Minorum, VIII (1932), 130 και εξής, στον Ljubić, MHSM, III (1872), αριθ. cccclxxxix, ccccxciv, σελ. 327-28, 329-30 και στον Fejer, Codex, IX-2, αριθ. ccxlii, ccxlv, σελ. 502-3, 505-6.
Στην επιστολή του τής 16ης Νοεμβρίου προς τον πάπα, που αναφέρεται πιο πάνω, ο δόγης είχε δηλώσει ότι τόσο ο βασιλιάς τής Ουγγαρίας όσο και η ενετική κυβέρνηση θεωρούσαν τις συνεχείς προσπάθειες τού Πιέρ Τομά ως απαραίτητες για τη διαμόρφωση αμοιβαία αποδεκτών όρων ειρήνης, αν και τον Πιέρ απασχολούσε ήδη σοβαρά η καθυστέρηση τής αποστολής του στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά οι Ενετοί εύρισκαν τις διαπραγματεύσεις με τούς Ούγγρους εξαιρετικά δύσκολες. Bλέπε την περιγραφή στον Ljubić, MHSM, III, 361-68, η οποία έχει επίσης δημοσιευτεί από τον Gusztav Wenzel (επιμ.), Magyar diplomacziai emlékek, στα Monumenta Hungariae historica, Acta extera, II (Βουδαπέστη, 1875), 490-501. Όταν ήρθε η άνοιξη ήταν σαφές ότι δεν θα γινόταν ειρήνη και στις 28 Μαρτίου (1357), κατ’ εντολή τού δόγη, των συμβούλων του και των επικεφαλής των Σαράντα (Quarantia), η Γερουσία επέτρεψε στον Πιέρ, «ο οποίος έχει μοχθήσει πολύ στην υπηρεσία μας, να εξοπλίσει εδώ (στη Βενετία) ένα πλοίο με εξήντα κουπιά … για να πάει στην Κωνσταντινούπολη στην υπηρεσία τής εκκλησίας και τού άρχοντα πάπα…». Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 27, φύλλο 115, δημοσιευμένο στην έκδοση Smet τού Philippe de Mézières, Life of St. Peter Thomas, σελ. 201, σημείωση 26. Oι κωπηλάτες και το πλήρωμα τού Πιέρ θα ήσαν αποκλειστικά μη Ενετοί, αν και θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τρεις Ενετούς για τη διοίκηση και την πλοήγηση τού πλοίου. Πρέπει να απέπλευσε από τη Βενετία περί τα μέσα Απριλίου.
- [←14]
-
R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, II (Βενετία, 1878), βιβλίο v, αριθ. 241, σελ. 264, επιστολή Ιννοκέντιου ΣΤ’ προς δόγη με ημερομηνία 20 Ιουνίου 1357. Στις 15 Ιουλίου 1357 ο δόγης Τζιοβάννι Ντολφίν απευθύνθηκε στις δημοτικές αρχές τού Σπαλάτο και τού Τράου, προσπαθώντας μάταια να τις ανακαλέσει στη νομιμοφροσύνη τους απέναντι στη Βενετία [Fejer, Codex IX-2, αριθ. cccxx, σελ. 647-49].
- [←15]
-
Lettere segrete del Collegio (1354-1363), αριθ. 97, φύλλο 29:
«Ψηφίστηκε: Να γραφτεί στο διοικητή μας τού Κόλπου … να στείλει δύο από τις γαλέρες τής Κρήτης μαζί με εκείνες τις γαλέρες τής Ρωμανίας, στην υπηρεσία τής Ένωσης εναντίον των Τούρκων…».
(Capta: Quod scribatur capitaneo nostro Culfi … quod … mittat duas de galeis Crete cum ipsis galeis Romanie pro serviciis unionis contra Turchos…)
- [←16]
-
Οι σχέσεις μεταξύ Λουδοβίκου Ουγγαρίας και ενετικής κυβέρνησης, καθώς και οι διαπραγματεύσεις για ειρήνη, υπάρχουν από τον Ιούλιο τού 1356 μέχρι τον Φεβρουάριο τού 1358 στα Lettere segrete del Collegio (1354-1363), αριθ. 20-126, φύλλα 8-40, τα οποία έχουν δημοσιευτεί όχι πλήρως και κάπως απρόσεκτα από τον Ljubić, Listine, στο MHSM, V, αριθ. xxiii–xcvii, σελ. 279-336. Βλέπε Predelli, Regesti dei Commem., II, βιβλίο v, αριθ. 135, 137, 175, 182, 212, 264, 270, 274, Philippe de Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 70-74, 197-201, H. Kretschmayr, Gesch. von Venedig, II (Γκότα, 1920. ανατύπ. 1964), 215-18, 606 και Boehlke, Pierre de Thomas, σελ. 107-28.
Tο κείμενο τής συνθηκης τής Ζάρα, η οποία ελευθέρωσε τη Ραγούσα από ενετική κυριαρχία, υπάρχει με συνοδευτικά έγγραφα στον Ljubić, MHSM, III, αριθ. dxli-dxliv, σελ. 368-75 και και εξής και στον Fejer, Codex, IX-2 αριθ. cccxxiv-cccxxv, σελ. 654-64. Ο δόγης παραιτήθηκε προς όφελος τού βασιλιά τής Ουγγαρίας από τούς δουκικούς τίτλους τής Δαλματίας και τής Κροατίας [Fejer, στο ίδιο, σελ. 656-57].
- [←17]
-
Tο χρυσόβουλλο αυτό (et aurea bulla est appensa, δηλαδή και τέθηκε πάνω του χρυσή σφραγίδα) είναι γνωστό μόνο επειδή ο Philippe de Mézières το συμπεριέλαβε στο βιβλίο του [Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 76-79]. Φαίνεται ότι είναι αυθεντικό και μπορεί να είχε δώσει ο Πιέρ στον Μεζιέρ το κείμενο, που είναι γραμμένo στα καθομιλούμενα λατινικά τής εποχής. Επειδή παριστάνει ότι είναι χρυσόβουλλον, το πρωτότυπό του ήταν μάλλον γραμμένο στα ελληνικά [πρβλ. Halecki, Un Empereur de Byzance à Rome, σελ. 61, σημείωση 2] και αναφέρεται λανθασμένα στον Πιέρ ως λεγάτο. Όπως έχει σημειωθεί από τούς Halecki και Smet, το κείμενο αυτό δεν υπάρχει στα Reg. Vat. 62, στη συλλογή επιστολών και άλλων εγγράφων που περιγράφουν τις παπικές σχέσεις με την Ανατολή, τα οποία έχω χρησιμοποιήσει πιο πριν σε αυτόν τον τόμο και τα οποία περιγράφονται από τον Jules Gay, Le Pape Clement VI et les affaires d’ Orient (1342-1352), Παρίσι, 1904, σελ. 8-10. Πρβλ. Halecki, ό. π., σελ. 62-63, 67-68 και Boehlke, Pierre de Thomas, σελ. 147-50.
O Ιωάννης Ε’ ήταν μόλις εννέα χρονών όταν πέθανε ο πατέρας του Ανδρόνικος Γ΄ τον Ιούνιο τού 1341 και στη συνέχεια βρισκόταν πολύ κάτω από την επιρροή τής Καθολικής μητέρας του, τής Άννας τής Σαβοΐας, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εδώ και καιρό ενδιαφερόταν για την ένωση των Εκκλησιών. M. Viller, «La Question de l’ union des eglises entre grecs et latins», Revue d’ histoire ecclesiastique, XVIII (1922), 40 και εξής. Σημειώστε τις θλιβερές αναμνήσεις τού Mézières, γραμμένες περισσότερα από τριάντα χρόνια αργότερα, για το μάταιο αποτέλεσμα τής «επανασυμφιλίωσης τού Ιωάννη με την Εκκλησία τής Ρώμης» στο G. W. Coopland (επιμ.), Le songe du vieil pelerin, 2 τόμοι, Καίμπριτζ, 1969, I, 258-59.
- [←18]
-
Philippe de Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 80-82, Golubovich, Biblioteca bio-bibliografica, V (1927), 77-80.
- [←19]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, I, δέσμη 1 (1959), αριθ. 80, σελ. 28, επιστολή με ημερομηνία 24 Ιανουαρίου 1353 που αναφέρεται στην κυπριακή συνεισφορά. Βλέπε επίσης στο ίδιο, αριθ. 86, 92-93, 94, τομ. I, δέσμη 2 (I960), αριθ. 618-21, 642, 646, 689, 693, τομ. II, δέσμη 3 (1962), αριθ. 735, 1133, 1138, 1156, και τομ. III, δέσμη 4 (1968), αριθ. 1630-32, 1788, που έχουν όλες σχέση με οικονομική ή στρατιωτική βοήθεια προς τη Σμύρνη. Όπως θα δούμε αργότερα, οι Ενετοί ισχυρίστηκαν ότι ποτέ δεν είχαν υποσχεθεί ετήσιες συνεισφορές 3.000 φλουριών (ή στην περίπτωσή τους δουκάτων) και ανέφεραν ότι είχαν κάνει μόνο μία τέτοια πληρωμή (όταν παπικός λεγάτος στην Ανατολή ήταν ο Ραϋμόν Σακέ). Συλλέγονταν κληροδοτήματα και επιβάλλονταν φόροι δεκάτης για την υπεράσπιση των Λατίνων χριστιανών απέναντι στους Τούρκους [στο ίδιο, I, δέσμη 2, αριθ. 643-47 και τομ. II, δέσμη 3, αριθ. 781-82].
- [←20]
-
Στο ίδιο, I, δέσμη 1, αριθ. 215, σελ. 72-73. Σημειώστε επίσης τομ. I, δέσμη 2, αριθ. 610, σελ. 202-3, παπική επιστολή προς τον Καντακουζηνό με ημερομηνία 27 Oκτωβρίου 1353 και πρβλ. αριθ. 694-95.
- [←21]
-
Στο ίδιο, I, δέσμη 2, αριθ. 642, σελ. 215, George Hill, History of Cyprus, II (Καίμπριτζ, 1948), 301.
- [←22]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, III, δέσμη 4, αριθ. 1494, σελ. 86 με ημερομηνία 7 Mαϊου 1355, επιστολές προς τον Νικόλαο των Λουξεμβούργων, πατριάρχη Ακουιλέια, τον Ιωάννη Όκο, επίσκοπο Όλμουτς στη Mοραβία, τον Αρνέστους ντε Πάρντουμπιτς, αρχιεπίσκοπο Πράγας, τον Μάρκαρτ (Μarchardus) ντε Ράντεκ, επίσκοπο Άουγκσμπουργκ και τον Τζιοβάννι Β΄, μαρκήσιο τού Μονφερράτ. Έπρεπε όλοι να παρακινήσουν τον Κάρολο Δ΄ «να βοηθήσει την πόλη τής Σμύρνης» (ad succurrendum civitatem Smirnarum).
- [←23]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, III, δέσμη 4, αριθ. 1630-32, σελ. 124-25. Ο Ντιεντοννέ ντε Γκοζόν, μάγιστρος των Ιωαννιτών, πέθανε τον Δεκέμβριο τού 1353 και ως διάδοχό του το Μοναστήρι τής Ρόδου είχε εκλέξει τον Πιέρ ντε Κορνεγιάν, στον οποίον ο Ιννοκέντιος ΣΤ’ έστειλε τα συγχαρητήριά του στις 27 Μαρτίου 1354 [στο ίδιο, II, δέσμη 3, αριθ. 848, σελ. 57 και πρβλ. αριθ. 849-50, 857, 864-65, κλπ.].
- [←24]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, III, δέσμη 4, αριθ. 1788, 1791, σελ. 203, 205.
- [←25]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, III. δέσμη 4, αριθ. 1773, σελ. 193-94, Sebastiano Pauli, Codice Diplomatico del Sacro Militare Ordine Gerosolimitano, oggi di Malta, 2 τόμοι, Λούκκα, 1733-37, II, αριθ. lxxiii, σελ. 91-93. Αν και το όνομα τού καστελλάνου τής Αμπόστα (και αργότερα μάγιστρου τού Οσπιτάλιου), συνήθως συντέμνεται ως Ερέδια, θα ήταν ίσως καλύτερο να γράφεται ως Φερνάντεζ ντε Ερέδια.
- [←26]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, III, δέσμη 4, αριθ. 1773, σελ. 194-95. Η δυσαρέσκεια τής παπικής κούρτης με τούς Ιωαννίτες συνεχίστηκε και υπό τον διάδοχο τού Ιννοκέντιου, τον Ούρμπαν Ε΄. Πρβλ. Paul Lecacheux (επιμ.), Lettres sècretes et curiales du pape Urbain V se rapportant à la France, I. δέσμη 1 (1902), αριθ. 573-81, σελ. 78 και πρβλ. αριθ. 600 και εξής.
- [←27]
-
G. M. Thomas και R. Predelli, Diplomatarium veneto-levantinum (1300-1454), II (Venice, 1899, ανατύπ. 1965), αριθ. 16, σελ. 26-28, R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, II, βιβλίο v, αριθ. 153, σελ. 246, ενώ για το σύμφωνο Αυγούστου 1350 βλέπε στο ίδιο, II, βιβλίο iv, αριθ. 352, σελ. 184 και N. Iorga, Philippe de Mézières (1327-1405) et la croisade au XIVe siècle, Παρίσι, 1896, σελ. 100.
- [←28]
-
Thomas και Predelli, Dipl. ven.-lev., II, αριθ. 19, σελ. 35-37 και R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, II, βιβλίο v, αριθ. 225, σελ. 261 και πρβλ. αριθ. 228, σελ. 262.
Στις 8 Οκτωβρίου 1357 ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος επικύρωσε και επέκτεινε για πέντε χρόνια την προηγούμενη «εκεχειρία» (του 1349) με τούς Ενετούς [F. Miklosich και J. Müller (επιμ.), Acta et Diplomata res graecas italasque illustrantia, III (Βιέννη, 1865, ανατύπ. Άαλεν, 1968), κείμενο xxix, σελ. 121-26]:
«Ἰωάννης, ἐν Χριστῷ τῷ θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων, ὁ Παλαιολόγος, ἐπεὶ ὁ ἐπιφανὴς καὶ μεγαλοπρεπὴς ἀνὴρ, κῦρ Ἰωάννης Γραδονίκος, ὁ τότε τῆς Βενετίας καὶ Δαλματίας καὶ Χαλβατίας δοὺξ, κύριος τῶν ἄλλων χωρῶν καὶ νήσων τῶν τοῦ αὐτοῦ δουκάτῳ ὑποτεταγμένων, ἀπέστειλεν εἰς τὴν βασιλείαν ἡμῶν τὸν ἐξαίρετον καὶ σοφὸν ἄνδρα κῦρ Ἰωάννην Γραδονίκον εἰς ἔντιμον καὶ περιφανῆ ἀποκρισιάριον, ἐπίτροπόν τε καὶ σύνδικον ἑαυτοῦ τε καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, αὐτοῦ ἔχοντα πλήρη καὶ καθαρὰν καὶ ἐλευθέραν ἐξουσίαν μετὰ πλήρους καὶ ἐλευθέρου ὁρισμοῦ τοῦ ἐπεξεργάσασθαι, ποιῆσαι, συστῆσαι, πληρῶσαί τε καὶ ἐπικυρῶσαι τρέβαν μεταξὺ τῆς βασιλείας ἡμῶν καὶ τοῦ ἐπιφανοῦς καὶ μεγαλοπρεποῦς ἀνδρὸς κῦρ Ἰωάννου Γραδονίκου τοῦ ῥηθέντος τηνικαῦτα δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, αὐτοῦ, καθὼς ἐμφαίνεται ἐν τῷ δημοσίῳ γράμματι τῷ γραφέντι διὰ χειρὸς τοῦ Νικολάου ντὲ Φαριζαίοις ντὲ Πάλμα, καθολικῇ ἀδείᾳ νοταρίου καὶ γραμματέως τοῦ δουκάτου τῆς Βενετίας, κατὰ τὸ ἀπὸ τῆς κυριακῆς γεννήσεως χιλιοστὸν τριακοσιοστὸν πεντηκοστὸν πέμπτον ἔτος τῇ εἰκοστῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ τοῦ σεπτεβρίου τῆς ὀγδόης ἰνδικτιῶνος, καὶ μεταξὺ τῆς βασιλείας ἡμῶν καὶ τοῦ εἰρημένου κῦρ Ἰωάννου Γραδονίκου, ἀποκρισιαρίου τῷ ὀνόματι καὶ δικαίῳ τοῦ ἐπιφανοῦς καὶ μεγαλοπρεποῦς ἀνδρὸς κῦρ Ἰωάννου Δελφίνου, τοῦ νῦν δουκὸς τῆς Βενετίας, καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας ἐπὶ τοῖς προρρηθεῖσι πολλαὶ ἐπράχθησαν καὶ γεγόνασιν ὁμιλίαι, πολλαὶ τε ἐπεξεργάσεις καὶ λόγοι, τέλος ἡ βασιλεία ἡμῶν δι’ ἑαυτῆς τε καὶ τῶν κληρονόμων καὶ διαδόχων αὐτῆς καὶ ὁ διαληφθεὶς πρέσβυς τῷ δικαίῳ τε καὶ ὀνόματι τοῦ τοιούτου κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας διὰ τε ἐπίδοσιν εἰρηνικῆς καταστάσεως καὶ βεβαίωσιν τῆς εἰωθυίας ἀγάπης συνεφωνήσαμεν ἅμα, ἐστέρξαμεν, ἐπενεύσαμεν, ἠθελήσαμεν ὁμοψύχως καὶ ἐκ συμφώνου ἐπεστηρίξαμεν ἀπὸ τοῦ νῦν ἄχρις ἐτῶν πέντε, ἀρχομένων ἀπὸ τῆς παρούσης συμβιβάσεως καὶ ἐγγὺς ἐπερχομένων, συνίστασθαι τρέβαν μεταξὺ τε ἡμῶν καὶ τῆς βασιλείας ἡμῶν καὶ τοῦ ἡμετέρου λαοῦ καὶ αὐτοῦ τοῦ κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κουμουνίου τῆς Βενετίας καὶ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, διαμεῖναι ὀφείλουσαν μετὰ καθαρᾶς ὁμονοίας, ἐπικυροῦσαν, βεβαιοῦσαν, ἐπαινοῦσάν τε καὶ προσδεχομένην καθαρῶς μέχρι τῆς εἰρημένης διωρίας τὴν τελευταίαν τρέβαν, τὴν νεωστὶ μἐν πληρωθεῖσαν, γεγονυῖαν δὲ ἐνταῦθα ἐν τῇ Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ ,ατμθ’ ἔτος τῆς τρίτης ἰνδικτιῶνος, τῇ θ’ ἡμέρᾳ τοῦ σεπτεβρίου μηνὸς περὶ τὴν ἐνάτην ὥραν, προσκυροῦσάν τε καὶ τὰς ἄλλας τὰς πρὸ αὐτῆς παρελθούσας μετὰ πάντων καὶ ἑκάστων κεφαλαίων, τρόπων τε καὶ συνθηκῶν καὶ συμφωνιῶν καὶ δηλοποιήσεων καὶ ἐπαγγελιῶν καὶ ἐπιστηρίξεων καὶ προσθηκῶν ἀναλογιῶν τῶν ἐν αὐταῖς ἐμπεριειλημμένων, καθὼς ἄχρι τοῦ νῦν εἴωθε γίνεσθαι, ἐπαγγελλομένης τῆς βασιλείας ἡμῶν διὰ συμφωνίας, ἐντελεῖ ὑποσχέσει βεβαιωθείσης διὰ τε ἑαυτῆς καὶ τῶν κληρονόμων καὶ διαδόχων αὐτῆς τῷ τοιούτῳ ἀποκρισιαρίῳ τῷ ὑποσχομένῳ καὶ παραλαμβάνοντι ταῦτα τῷ δικαίῳ καὶ ὀνόματι τοῦ τοιούτου δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, δοῦναι καὶ ἀποφλῆσαι αὐτῷ τῷ κῦρ δουκὶ ἤ τῷ κατὰ καιρούς ἐσομένῳ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας ὑπερπύρων εἰκοσιοκτὼ χιλιάδας καὶ τριακὸσια τριάκοντα τρία χρυσᾶ, αἵτινες ἐμπεριλαμβάνονται ἐν αὐτῇ τῇ τελευταίᾳ τρέβᾳ, ἅσπερ ἐναπελείφθη τότε ἡ βασιλεία, καὶ λείπεται νῦν ἀποτῖσαι τῷ εἰρημένῳ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας ὑπὸ ὑποθήκῃ πάντων τῶν ἀγαθῶν ἡμῶν καὶ τῆς βασιλείας ἡμῶν, ἀφ’ ὧν δὴ εἰκοσιοκτὼ χιλιάδων καὶ τριακοσίων τριάκοντα τριῶν ὑπερπύρων ἔδωκε καὶ ἀπέτισεν ἡ βασιλεία ἡμῶν τῷ ῥηθέντι ἀποκρισιαρίῳ, ἐπαγγελλομένῳ καὶ λαμβάνοντι ταῦτα τῷ προρρηθέντι ὀνόματι ὑπερπύρων τρεῖς χιλιάδας χρυσᾶς, τὸ δὲ ἐναπολειφθέν, ὅπερ ἐστὶν ὑπερπύρων εἰκοσιπέντε χιλιάδες καὶ τριακόσια τριάκοντα τρία ὑπὲρπυρα, ἐπηγγείλατο δοῦναι καὶ ἀποφλῆσαι δι’ ἑαυτῆς τε καὶ τῶν κληρονόμων καὶ διαδόχων αὐτῆς αὐτῷ τῷ ἐπιφανεῖ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας ἄχρι καὶ πέντε χρόνων πλησίον ἐλευσομένων, τὸ πέμπτον δηλονότι τῶν τοιούτων ὑπερπύρων ἀπὸ τῆς σήμερον ἡμέρας ἕως ἑνὸς χρόνου καὶ οὕτω κατὰ διαδοχὴν ἐτησίως ἄχρις ἐντελοῦς ἱκανοποιήσεως πάντων τῶν προρρηθέντων ὑπό τῇ διαληφθείσῃ ὑποθήκῃ, ᾧπερ δὴ ἀποκρισιαρίῳ τῷ ἐπαγγελλομένῳ καὶ παραλαμβάνοντι ταῦτα τῷ ὀνόματι καὶ δικαίῳ τοῦ ἐπιφανοῦς κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ τοιούτου κομουνίου τῆς Βενετίας ἀφῆκεν, ἐξουδένωσε καὶ ἀπήλειψεν ἡ βασιλεία ἡμῶν διὰ τῆς παρούσης συμφωνίας πάσας τὰς ἐπηρείας, τὰ βάρη τε καὶ τὰ προσκόμματα καὶ τὰς ζημίας τὰς ἐπαχθείσας παρὰ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, ἔτι δὲ καὶ τῶν κεφαλάδων τοῦ τοιούτου κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας ἤ παρ’ οἱωνδήτινων ἄλλων ἐνόχων τε καὶ ὀφφικιαλίων καὶ ὑποκειμένων αὐτοῖς ἡμῖν τε καὶ τῇ βασιλείᾳ ἡμῶν καὶ τοῖς πιστοῖς καὶ ὑποτεταγμένοις ἡμῖν ἄχρι τῆς σήμερον ἡμέρας ἐλευθεροῦσα καὶ ἀπολύουσα καὶ ἐλευθέρους καὶ ἀπολελυμένους εἰς τὸ διηνεκές ὑπάρχειν ἐθέλουσά τε καὶ διοριζομένη τὸν τε δηλωθέντα ἐπιφανῆ κῦρ δοῦκα καὶ τὸ κομούνιον Βενετίας καὶ τοὺς αὐτοῦ πάντας ἀπὸ πασῶν τῶν εἰρημένων ζημιῶν, τῶν τε ἐπηρειῶν καὶ τοῦ βάρους καὶ τῶν προσκομμάτων, καὶ ποιοῦσα τῷ ῥηθέντι ἀποκρισιαρίῳ τῷ ὑποσχομένῳ καὶ λαμβάνοντι ταῦτα τῷ πολλάκις εἰρημένῳ ὀνόματι τέλος, ἐλευθερίαν, ἄφεσιν καὶ ἀπόφλησιν καὶ ὑπόσχεσιν καὶ συμφωνίαν τοῦ μή αἰτήσασθαι τοῦ λοιποῦ ἤ ὑπομνῆσαι τὰ προδηλωθέντα τῷ διαληφθέντι κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας˙ καὶ ὁμοιοτρόπως ὁ τοιοῦτος ἀποκρισιάριος τῷ προειρημένῳ ὀνόματι ἀφῆκεν, ἀπήλειψέ τε καὶ ἐξουδένωσε πάσας τὰς ἐπηρείας, τὰ τε βάρη καὶ τὰ προσκόμματα καὶ τὰς ζημίας τὰς ἐπαχθείσας ἅπασι τοῖς Βενετίκοις ἤ τινι αὐτῶν παρὰ τοῦ λαοῦ καὶ τῶν ὑπηκόων τῇ βασιλείᾳ ἡμῶν, ἀπόφλησιν ποιῶν καὶ ἐλευθερῶν καὶ ἀπολύων ἡμᾶς καὶ τὴν βασιλείαν ἡμῶν καὶ τὸν λαὸν ἡμῶν ἀπὸ τῶν προδιαληφθεισῶν ζημιῶν καὶ τῆς βλάβης ἄχρι τῆς εἰρημένης ἠμέρας, οὐκ ἐννοεῖν δὲ χρὴ διὰ τῆς παρούσης τρέβας καὶ συμφωνίας, ὡς ἐὰν τινες εἶεν συμβιβάσεις καὶ γράμματα καὶ συμφωνίαι καὶ συνθῆκαι, ὧν τῇ δυνάμει χρεωστοῦσί τινες Ῥωμαῖοι ὑπήκοοι καὶ πιστοὶ τῇ βασιλείᾳ ἡμῶν Βενετίκοις τισί καὶ πιστοῖς καὶ ὑποκειμένοις τῷ τοιούτῳ ἐπιφανεῖ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας ἤ ἐκ τοῦ ἀντιστρόφου Βενέτικοί τίνες ὑποκείμενοι τῷ δηλωθέντι κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κουμουνίῳ τῆς Βενετίας χρεωστοῦσί τισι Ῥωμαίοις πιστοῖς καὶ ὑποτεταγμένοις τῇ βασιλείᾳ ἡμῶν, κατὰ τινα τρόπον εἶναι ταῦτα ἀφειμένα, ἄκυρά τε καὶ ἀπηλειμμένα, ἀλλὰ μᾶλλον ἐννοεῖν χρὴ καθαρότερόν τε καὶ σαφέστερον διὰ τῆς παρούσης συμφωνίας, ὡς οἱ τοιοῦτοι οἱοιδήποτε Βενέτικοι ὑποκείμενοί τε καὶ πιστοὶ τῷ εἰρημένῳ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας δύνωνται καὶ ἰσχύωσι χρῆσθαι τοῖς δικαίοις αὐτῶν καθ΄ οἱωνδήτινων Ῥωμαίων ὀφειλόντων αὐτοῖς, οἷς δὴ Βενετίκοις καὶ ἑκάστῳ αὐτῶν ποιῇ ἡ βασιλεία ἡμῶν καὶ γίνεσθαι ποιῇ δίκαιον ἐντελὲς καὶ ὁλόκληρον, καθὼς καὶ πρότερον ὤφειλε καὶ ὀφείλει, κατὰ τὸ ἀκέραιον. τὸν ὅμοιον δὲ τρόπον καὶ οἱ τοιοῦτοι οἱοιδήποτε Ῥωμαῖοι τῆς βασιλείας ἡμῶν δύνωνται καὶ ἰσχύωσι χρῆσθαι τοῖς δικαίοις αὐτῶν καθ΄ οἱωνδήτινων Βενετίκων όφειλόντων αὐτοῖς, οἷς δὴ Ῥωμαίοις ὁ δηλωθεὶς κῦρ δοὺξ καὶ οἱ αὐτοῦ μπαΐοῦλοι, ἔνοχοι τε καὶ ὀφφικιάλιοι οἱ παρὰ τοῦ τοιούτου δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας πανταχοῦ καθεστῶτες ποιῶσι καὶ γίνεσθαι ποιῶσι δίκαιον ἐντελές καὶ ὁλόκληρον, καθὼς καὶ πρότερον ὤφειλον καὶ ὀφείλουσι, κατὰ τὸ ἀκέραιον, σωζομένων μέντοι καὶ τηρουμένων ἐξ ὁλοκλήρου πάντοτε τῷ τοιούτῳ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας πάντων τῶν δικαίων καὶ τῆς ἀγωγῆς, ἅπερ τε καὶ ἥν ἔχει καὶ φαίνεται ἔχων ὁ αὐτὸς ἐπιφανὴς κῦρ δοὺξ καὶ τὸ κομούνιον τῆς Βενετίας κατὰ τῆς βασιλείας ἡμῶν ἐν ἑνί γράμματι τριάκοντα χιλιάδων δουκάτων χρυσῶν εἰς κεφάλαιον καὶ τὴν διαφορὰν αὐτῶν, τὰς ἀναλογίας τε καὶ ἐξόδους καὶ πάντα καὶ ἕκαστα τὰ ἐξ αὐτῶν ἀπῃωρημένα, καθὼς ἐμπεριείληπται ἐν τῷ γράμματι, ὅπερ δὴ γράμμα καὶ χρέος μὴ νοεῖσθαι διὰ τῆς παρούσης τρέβας καὶ συμφωνίας ἄκυρον εἶναι κατὰ τινα τρόπον καὶ ἀπηλειμμένον καὶ ἀφειμένον, ἀλλὰ μᾶλλον ἐν τῇ αὐτῇ καταστάσει καὶ τῷ δικαίῳ καὶ τῇ δυνάμει, ἐν οἷς ἦν καὶ πρὸ τῆς κατασκευῆς τῆς παρούσης τρέβας, βέβαιον καὶ ὁλόκληρον διαμένειν καὶ νοεῖσθαι καὶ εἶναι, ὅπερ δὴ γράμμα ἐγράφη κατὰ τὸ ἀπὸ τῆς σαρκώσεως τοῦ κυρίου χιλιοστὸν τριακοσιοστὸν τεσσαρακοστὸν τρίτον ἔτος, τῇ εἰκοστῇ πρώτῃ τοῦ αὐγούστου μηνὸς τῆς ἑνδεκάτης ἰνδικτιῶνος διὰ χειρὸς Πέτρου ντὲ Ἀρένα, πρεσβυτέρου τῆς ἐκκλησίας τοῦ ἁγίου Βαρθολομαίου τῆς Βενετίας, νοταρίου μὲν τῆς Βενετίας, καγγελαρίου δὲ τοῦ κατὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον μπαϊούλου τῶν Βενετίκων ἐν τῇ Κωνσταντινουπόλει, ὑπὲρ ὧν δῆτα τριάκοντα χιλιάδων δουκάτων χρυσῶν καὶ ἄλλων τῶν ἐν τῷ ῥηθέντι γράμματι ἐμπεριειλημμένων ἔχουσιν εἰς ἐνέχυρον ὅ τε κῦρ δοὺξ καὶ τὸ κομούνιον Βενετίας παρὰ τῆς βασιλείας ἡμῶν κὸσμια τῆς βασιλείας τὰ ἐμπεριειλημμένα ἐν τῷ τοιούτῳ τοῦ χρέους γράμματι, καὶ σωζομένων πάντοτε καὶ τηρουμένων κατὰ τὸ ἀκέραιον τῷ τοιούτῳ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας πάντων τῶν δικαίων καὶ τῆς ἀγωγῆς, ἅπερ καὶ ἥν ἔχει ὁ αὐτὸς δοὺξ καὶ τὸ κομούνιον Βενετίας κατὰ τῆς βασιλείας ἡμῶν ἐν δουκάτοις πεντακισχιλίοις χρυσοῖς δανεισθεῖσι τῇ βασιλείᾳ ἡμῶν ἐν τῇ Αἴνῳ παρὰ τοῦ Μαρὶν Φαλὲρ ἐκείνου τῷ ὀνόματι τοῦ τοιούτου κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, ὑπὲρ ὧν ἔχει ὁ τοιοῦτος δοὺξ καὶ τὸ κομούνιον Βενετίας εἰς ἐνέχυρον παρὰ τῆς βασιλείας ἡμῶν πελάξιον ἕν, οὕτω μέντοι, ὥσθ’ ἅμα τῷ ἀπεκβληθῆναι τὰ τοιαῦτα τὰ πεντακισχίλια δούκατα τὰ χρυσᾶ τῷ τοιούτῳ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας παρὰ τῆς βασιλείας ἡμῶν ἐνέχεσθαι αὐτοὺς ἀντιστρέφειν τὸ τοιοῦτον πελάξιον τῇ βασιλείᾳ ἡμῶν. ἅπερ πάντα καὶ ἕκαστα τὰ ἀναγεγραμμένα ἡ βασιλεία ἡμῶν, ἁψαμένη τῶν ἁγίων γραφῶν, παρόντος καὶ αὐτοῦ τοῦ ἀποκρισιαρίου ὤμοσεν εἰς τὰ ἅγια τοῦ θεοῦ εὐαγγέλια καὶ εἰς τὴν ψυχὴν ἡμῶν, καὶ ὁ τοιοῦτος ἀποκρισιάριος τῷ ἐπιτροπικῷ καὶ συνδικικῷ ὀνόματι, ἁψάμενος τῶν αὐτῶν ἁγίων γραφῶν, ὁμοίως ὤμοσε καὶ αὐτὸς εἰς τὰ ἅγια τοῦ θεοῦ εὐαγγέλια καὶ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ τοιούτου δουκὸς καὶ τῶν ἀνθρώπων τῆς κοινότητος τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, καὶ ὑπεσχέθημεν πρὸς ἀλλήλους βέβαια καὶ κεκυρωμένα ἔχειν τε καὶ κρατεῖν καὶ ταῦτα ἀπαραθραύστως τηρεῖν τε καὶ πληροῦν καὶ τηρεῖσθαι καὶ πληροῦσθαι ποιεῖν καὶ μὴ κατὰ τι ἐναντιωθῆναι ἐν τοῖς προρρηθεῖσιν ἤ ἔν τινι τῶν προρρηθέντων δι’ ἡμῶν αὐτῶν ἤ δι’ ἄλλου λόγῳ ἤ ἔργῳ, τρόπῳ τινί ἤ μηχανῇ, δικαίῳ ἤ αἰτίᾳ, ὑπὸ ὑποθήκῃ πάντων τῶν ἀγαθῶν ἡμῶν τε καὶ τῆς βασιλείας ἡμῶν καὶ τοῦ προδηλωθέντος κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, ὧν ἔχομέν τε καὶ ἕξομεν. ἐνέχηται μέντοι καὶ ὁ διαληφθεὶς κῦρ δούξ ὀμόσαι ὡσαύτως, παρόντος ἀποκρισιαρίου ἤ ἀποκρισιαρίων ἡμῶν, κατὰ τὸν εἰωθότα τρόπον καὶ τὸν ἄνωθεν γεγραμμένον. ὧν πάντων εἰς μαρτυρίαν καὶ σαφεστέραν βεβαίωσιν προσέταξέ τε καὶ κατέστησεν ἡ βασιλεία ἡμῶν δύο συμβόλαια σύμφωνα δημόσια περὶ τῶν προρρηθέντων γενέσθαι τε καὶ γραφῆναι γράμμασι ῥωμαϊκοῖς τε καὶ λατινικοῖς τὴν αὐτὴν περίληψιν ἔχοντα διὰ χειρὸς τοῦ οἰκείου τῇ βασιλείᾳ μου μεγάλου ἑταιρειάρχου κῦρ Νικολάου τοῦ Σιγηροῦ, δοθησόμενα τὸ μὲν ἕν τῇ βασιλείᾳ ἡμῶν, τὸ δὲ ἕτερον τῷ τοιούτῳ κῦρ ἀποκρισιαρίῳ, ἅπερ ἡ βασιλεία ἡμῶν τῇ ἰδίᾳ χειρὶ γράμμασι βασιλικοῖς ἐρυθροῖς ὑπέγραψε καὶ χρυσῆς βασιλικῆς βούλλης ἀπῃωρημένης ἀσφαλείᾳ προσεπεκύρωσε. γέγονεν ἐν τῇ μεγάλει πόλει Κωνσταντινουπόλεως, ἐν τῷ ἱερῷ τῶν Βλαχερνῶν παλατίῳ, ἔτει ἀπὸ τῆς τοῦ κόσμου συστάσεως ἑξακισχιλιοστῷ ὀκτακοσιοστῷ ἑξηκοστῷ ἕκτῳ, ἡμέρᾳ ὀγδόῃ τοῦ ὀκτωβρίου τῆς ἑνδεκάτης ἰνδικτιῶνος, ἀπὸ δὲ τῆς γεννήσεως τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔτει χιλιοστῷ τριακοσιοστῷ πεντηκοστῷ ἑβδόμῳ, παρόντων μαρτύρων ἐκ μὲν τῶν ἀρχόντων Ῥωμαίων τοῦ τε περιποθήτου ἐξαδέλφου τῆς βασιλείας ἡμῶν μεγάλου δομεστίκου κῦρ Δημητρίου τοῦ Παλαιολόγου, τῶν περιποθήτων θείων τῆς βασιλείας ἡμῶν τοῦ τε μεγάλου δομεστίκου κῦρ Ἀλεξίου τοῦ Ἀτουέμη καὶ τοῦ μεγάλου λογοθέτου κῦρ Νικηφόρου Λάσκαρι τοῦ Μετοχίτου, τοῦ περιποθήτου συμπενθέρου τῆς βασιλείας ἡμῶν μεγάλου στρατοπεδάρχου κῦρ Γεωργίου τοῦ Ἀστρᾶ καὶ ἄλλων παρατυχόντων ἐκεῖσε, ἐκ δὲ τῶν Βενετίκων τῶν εὐγενῶν ἀνδρῶν τοῦ τε σὺρ Ἀνδρέου Βενέρ, τοῦ σὺρ Μαρὶν Ἰουστινιὰν, τοῦ Νικολάου Πιτζαμάνου, τοῦ Ἀνδρέου ντέ Μπερνάρδω καὶ τοῦ Λεονάρδου Φαλέρ, πολιτῶν τῆς Βενετίας, ἔτι δὲ καὶ τοῦ Πέτρου Κορνάρ δραγουμάνου τῶν Βενετίκων ἐν τῇ Κωνσταντινουπόλει. Ἰωάννης, ἐν Χριστῷ τῷ θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων, ὁ Παλαιολόγος.»
Η προηγούμενη «εκεχειρία» (του 1349), ἡ τελευταία τρέβα, με τούς Ενετούς, είχε υπογραφεί από τούς συμβασιλεύοντες Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο και Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνό στις 9 Σεπτεμβρίου 1349 [F. Miklosich και J. Müller (επιμ.), Acta et Diplomata res graecas italasque illustrantia, III (Βιέννη, 1865, ανατύπ. Άαλεν, 1968), κείμενο xxvii, σελ. 114-20]:
«Ἐν ὀνόματι κυρίου, ἀμὴν. Ἰωάννης, ἐν Χριστῷ τῷ θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων ὁ Καντακουζηνὸς, καὶ Ἰωάννης ἐν Χριστῷ τῷ θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων ὁ Παλαιολόγος, ἐπεὶ πρὸς αὐτοὺς ἀμφοτέρους τοὺς γαληνοτάτους αὐθέντας καὶ βασιλεῖς καὶ ἑκάτερον αὐτῶν ὁ ἐπιφανὴς ἀνὴρ, κῦρ Ἀνδρέας Δάνδουλος, ὁ τῆς Βενετίας, Δαλματίας τε καὶ Χαλβατίας κλεινὸς δοὺξ καὶ κύριος τῶν ἄλλων χωρῶν καὶ νὴσων τῶν τῷ αὐτοῦ δουκάτῳ ὑποτεταγμένων, ἔπεμψε τὸν ἐξαίρετον καὶ περίβλεπτον ἄνδρα κῦρ Ζαχαρίαν Κονταρίνον, ἑαυτοῦ τε καὶ τοῦ οἰκείου κομουνίου τῆς Βενετίας ἔντιμον πρεσβευτὴν, ἐπίτροπόν τε καὶ σύνδικον, ἔχοντα πλήρη, καθαρὰν καὶ ἐλευθέραν ἐξουσίαν μετ’ ἐλευθέρου καὶ ἐντελοῦς ὁρισμοῦ τοῦ τε ἐπεξεργάζεσθαι, ποιὴσειν, συνθὴσεσθαι, ἐπικυρώσειν τε καὶ πληρώσειν τρέβαν μέσον τῶν διαληφθέντων γαληνότατων αὐθεντῶν καὶ βασιλέων καὶ τῆς βασιλείας αὐτῶν καὶ τοῦ προρρηθέντος ἐπιφανοῦς ἀνδρὸς, κῦρ Ἀνδρέου Δανδούλου, κλεινοῦ δουκὸς, καὶ τοῦ κομουνίου αὐτοῦ τῆς Βενετίας, καθάπερ ἐμφαίνεται ἐν τῷ δημοσίῳ γράμματι τῷ γραφέντι διὰ χειρὸς τοῦ Ἀμαδέου ντέ Μπονγαδάνοις, βασιλικῇ ἀδείᾳ δημοσίου νοταρίου καὶ γραμματέως τοῦ δουκάτου τῆς Βενετίας κατὰ τὸ παρὸν ἔτος τε καὶ τὴν ἴνδικτον, καὶ μεταξὺ τῶν προρρηθέντων αὐθεντῶν καὶ βασιλέων καὶ τοῦ δηλωθέντος ἀποκρισιαρίου κῦρ Ζαχαρίου τοῦ Κονταρίνου τῷ ὀνόματι καὶ δικαίῳ τοῦ τοιούτου ἐπιφανοῦς κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου Βενετίας καὶ ὑπὲρ αὐτῶν ἐπὶ τοῖς προρρηθεῖσιν ὁμιλίαι, λόγοι τε καὶ ἐπεξεργάσεις ὅτι πλεῖσται κεκίνηνται, τελευταῖον αὐτοὶ οἱ γαληνότατοι αὐθένται καὶ βασιλείς ἄμφω ὁμοῦ καὶ ἑκάτερος αὐτῶν κατ’ ἰδίαν καὶ δι’ ἑαυτῶν τε καὶ τῶν κληρονόμων καὶ διαδόχων αὐτῶν καὶ ὁ τοιοῦτος κῦρ ἀποκρισιάριος τῷ ὀνόματι καὶ δικαίῳ τοῦ δηλωθέντος κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας ὑπὲρ αὐξὴσεως εἰρηνικῆς γαλήνης καὶ βεβαιώσεως τῆς εἰωθυίας ἀγάπης συνεφώνησαν ὁμοῦ καὶ προσεδέξαντο, κατένευσάν τε καὶ ἠθέλησαν, ἐπικυρώσαντες ὁμοψύχῳ γνώμῃ καὶ στοργῇ, ἵνα ἀπὸ τοῦ νῦν μέχρι καὶ πέντε χρόνων, ἀρχομένων κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς παρούσης συμβιβάσεως καὶ εἰς τὸ ἔμπροσθεν ἐλευσομένων, μεταξὺ αὐτῶν τε καὶ τῆς βασιλείας αὐτῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν καὶ αὐτοῦ τοῦ κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κουμουνίου Βενετίας καὶ τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν τρέβα συνίστασθαι ὀφείλῃ, διαμένουσα μετ’ εἰλικρινοῦς ὁμονοίας καὶ βεβαιοῦσα καὶ κρατύνουσα καὶ μέχρι τῆς προρρηθείσης διωρίας ἐμφανέστερον ἐπικυροῦσα τὴν τελευταίαν τρέβαν τὴν νεωστὶ μὲν παρελθοῦσαν, πρὸ μικροῦ δὲ συντεθεῖσαν μέσον τοῦ προρρηθέντος γαληνοτάτου αὐθέντου καὶ βασιλέως κῦρ Ἰωάννου τοῦ Παλαιολόγου καὶ τοῦ εὐγενοῦς καὶ φρονίμου ἀνδρὸς κυροῦ Πέτρου ντέ Κανάλη ἐκείνου, τοῦ τηνικαῦτα ἐντίμου ἀποκρισιαρίου τῆς εὐτυχοῦς μνήμης τοῦ κῦρ Βαρθολομαίου Γραδονίκου ἐκείνου, τοῦ κατ’ ἐκεῖνον τὸν καιρόν ἐπιφανοῦς δουκὸς Βενετίας, καὶ τοῦ κομουνίου αὐτοῦ κατὰ τὸ ἀπὸ τῆς τοῦ κυρίου γεννὴσεως χιλιοστὸν τριακοσιοστὸν τεσσαρακοστὸν δεύτερον ἔτος τῆς δεκάτης ἰνδικτιῶνος τῇ εἰκοστῇ πέμπτῃ ἡμέρᾳ τοῦ μαρτίου μηνὸς, οὐχ ἥκιστα δὲ καὶ τὰς πρὸ αὐτῆς παρελθούσας ἑτέρας τρέβας μετὰ πάντων καὶ ἑκάστων τῶν κεφαλαίων, ὑποθέσεων, συμφωνιῶν τε καὶ συνθηκῶν καὶ δηλοποιὴσεων καὶ ἐπαγγελιῶν, προσέτι δὲ καὶ ἐπικυρώσεων καὶ τῶν τῆς καταδίκης προσθηκῶν τῶν ἐν αὐταῖς ἐμπεριειλημένων, καθὰ δὴ μέχρι καὶ ἐς δεῦρο εἴωθε γίνεσθαι, ἐπαγγελλόμενοι οἱ τοιοῦτοι αὐθένται καὶ βασιλεῖς ἄμφω ὁμοῦ καὶ ἑκάτερος αὐτῶν κατ’ ἰδίαν διὰ συμφωνίας ὑποσχέσει περιφανεῖ κατωχυρωμένης καὶ δι’ ἑαυτῶν καὶ τῶν κληρονόμων καὶ διαδόχων αὐτῶν τῷ τοιούτῳ πρεσβευτῇ ἐπαγγελλομένῳ καὶ αὐτῷ καὶ ἀναλαμβάνοντι ταῦτα τῷ ὀνόματι καὶ δικαίῳ τοῦ τοιούτου κυρίου δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, δοῦναι καὶ ἀποτῖσαι αὐτῷ τῷ κυρίῳ δουκὶ ἤ τῷ κατὰ καιροὺς ἐσομένῳ καὶ τῷ κουμουνίῳτῆς Βενετίας ἕνεκεν τῶν ἐπενεχθεισῶν τοῖς Βενετίκοις καὶ τοῖς ὑποτεταγμένοις αὐτῷ τῷ επιφανεῖ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας ζημιῶν παρὰ τε τοῦ λαοῦ καὶ τῶν ὑποτεταγμένων τῇ βασιλείᾳ αὐτῶν τριακοντατέσσαρας χιλιάδας χρυσῶν ὑπερπύρων πολιτευομένων εὐστάθμων τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἤγουν δώδεκα χιλιάδας ὑπερπύρων, ἅπερ ἐλοιπάσθη τε καὶ λοιπάζεται ἡ βασιλεία ἐπὶ τῷ ἀπεκβαλεῖν ἀπὸ τῶν δεκαεννέα χιλιάδων τῶν ἐν αὐτῇ τῇ τρέβᾳ ἐμπεριειλημμένων καὶ δύο καὶ εἴκοσι χιλιάδας ὑπερπύρων ἕνεκεν τῶν δοθεισῶν ζημιῶν παρὰ τε τοῦ δήμου καὶ τῶν ὑπηκόων τῇ βασιλείᾳ αὐτῶν μετὰ τὸ γενέσθαι τὴν τελευταίαν τρέβαν ὑπὸ ἐνοχοποιήσει πάντων τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν τε καὶ τῆς βασιλείας αὐτῶν, ἀφ’ ὧν δὴ τριακοντατεσσάρων χιλιάδων ὑπερπύρων δεδώκασι καὶ ἀπέτισαν τῷ τοιούτῳ κῦρ ἀποκρισιαρίῳ τῷ ἐπαγγελλομένῳ καὶ ἀναλαμβάνοντι ταῦτα τῷ προρρηθέντι ὀνόματι ὑπὲρπυρα πεντακισχίλια καὶ ἑξακόσια ἑξηκονταεπτά, τὸ δ΄ ὑπόλοιπον, ὅπερ ἐστίν ὑπερπύρων εἰκοσιοκτώ χιλιάδες καὶ τριακόσια τριακοντατρία, δοῦναι καὶ ἀποτῖσαι ἐπηγγείλαντο δι’ ἑαυτῶν καὶ τῶν κληρονόμων καὶ διαδόχων αὐτῶν αὐτῷ τῷ ἐπιφανεῖ κῦρ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας μέχρι καὶ πέντε χρόνων πλησίων ἐλευσομένων, τοῦτ’ ἐστι τὸ ἕκτον τῶν ῥηθεισῶν εἰκοσιοκτὼ χιλιάδων ὑπερπύρων καὶ τριακοσίων τριακοντατριῶν ἀπὸ τῆς σήμερον ἡμέρας μέχρι καὶ χρόνου ἑνὸς καὶ τοῦτον τὸν τρόπον κατὰ διαδοχὴν ἔτους, ἄχρις ἄν γένοιτο ἱκανοποίησις ἐντελὴς πάντων τῶν προρρηθέντων ὑπ’ ἐνοχοποιήσει τῇ προρρηθείσῃ˙ ᾧπερ δὴ ἀποκρισιαρίῳ τῷ δηλωθέντι τῷ ἐπαγγελλομένῳ καὶ ἀναλαμβάνοντι ταῦτα τῷ ὀνόματι καὶ δικαίῳ τοῦ τοιούτου ἐπιφανοῦς κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας οἱ διαληφθέντες γαληνότατοι αὐθένται καὶ βασιλεῖς ἄμφω ὁμοῦ καὶ ἑκάτερος αὐτῶν κατ’ ἰδίαν καὶ δι’ ἑαυτῶν, ὡς δεδήλωται, ἀφῆκαν διὰ τῆς παρούσης συμφωνίας καὶ ἠκύρωσαν καὶ ἀπήλειψαν πάσας τὰς αδικίας, τὰ τε βάρη καὶ προσκόμματα καὶ ζημίας τὰς παρὰ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας ἤ τῶν κεφαλατικευόντων εἰς ὄνομα τοῦ τοιούτου κῦρ δουκὸς καὶ τοῦ ῥηθέντος κομουνίου τῆς Βενετίας καὶ οἱωνδήτινων ἑτέρων ἐνόχων καὶ ἀρχόντων καὶ ὑποκειμένων αὐτῷ ἐπενεχθείσας αὐτοῖς τοῖς γαληνοτάτοις αὐθένταις καὶ βασιλεῦσιν ἤ θατέρῳ αὐτῶν καὶ τῇ βασιλείᾳ αὐτῶν, ἔτι γε μὴν καὶ τοῖς πιστοῖς καὶ ὑποτεταγμένοις αὐτοῖς μέχρι τῆς πέμπτης ἠμέρας τοῦ νεωστὶ παρελθόντος ἰουλίου μηνὸς, ἐλευθεροῦντες καὶ ἀπολύοντες, οὐχ ἥκιστα δὲ καὶ ἐλευθέρους καὶ ἀπολελυμένους εἰς τὸ διηνεκὲς εἶναι βουλόμενοί τε καὶ διοριζόμενοι τὸν τε διαληφθέντα ἐπιφανῆ κῦρ δούκα καὶ τὸ κομουνιον Βενετίας καὶ τοὺς αὐτοῦ πάντας ἐκ πασῶν τῶν προρρηθεισῶν ζημιῶν, ἀδικιῶν τε καὶ ἐπαχθειῶν καὶ τῶν προσκομμάτων καὶ ποιοῦντες τῷ διαληφθέντι κῦρ ἀποκρισιαρίῳ τῷ ἐπαγγελλομένῳ καὶ ἀναλαμβάνοντι ταῦτα τῷ πολλάκις ῥηθέντι ὀνόματι τέλος, ἐλευθερίαν τε καὶ ἄφεσιν καὶ ἀπόφλησιν, συμφωνίαν τε καὶ ἐπαγγελίαν τοῦ μὴ μνησθῆναί τινος τῶν προρρηθέντων εἰς τὸ ἑξῆς ἤ ζητῆσαί τι τῷ αὐτῷ κυρῷ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας. τὸν ὅμοιον τοίνυν τρόπον καὶ ὁ τοιοῦτος κῦρ ἀποκρισιάριος τῷ δηλωθέντι ὀνόματι ἀφῆκέ τε καὶ ἠκύρωσε καὶ ἀπήλειψε πάσας τὰς ἀδικίας, τὰ τε βάρη καὶ τα προσκόμματα καὶ τὰς ζημίας τὰς πᾶσι τοῖς Βενετίκοις ἤ τινι αὐτῶν ἐπενεχθείσας παρὰ τε τοῦ δήμου καὶ τῶν ὑποτεταγμένων τῇ βασιλείᾳ αὐτῶν, ἀπόφλησιν ποιῶν καὶ ἐλευθερῶν καὶ ἀπολύων αυτοὺς τοὺς γαληνοτάτους αὐθέντας καὶ βασιλεῖς καὶ τὸν λαὸν αὐτῶν ἀπὸ τῆς βλάβης τε καὶ τῶν προρρηθεισῶν ζημιῶν μέχρι καὶ τῆς ῥηθείσης πέμτης ἡμέρας τοῦ τοιούτου ἰουλίου μηνὸς, πλὴν οὐ νοεῖν χρὴ ὡς διὰ τῆς παρούσης συμφωνίας ἤ τρέβας συμβιβάσεις τινές ἤ γράμματα ἤ συνθῆκαι ἤ συμφωνίαι, ὧν τῇ δυνάμει Ῥωμαῖοι τινὲς πιστοὶ τε καὶ ὑποκείμενοι τῇ βασιλείᾳ αὐτῶν ὀφείλοντες καὶ ἐνεχόμενοι Βενετίκοις τισὶ πιστοῖς καὶ ὑποτεταγμένοις τῷ ῥηθέντι ἐπιφανεῖ κυρῷ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας ἤ τὸ ἀνάπαλιν συμβιβάσεις τινές ἤ γράμματα ἤ συνθῆκαι ἤ συμφωνίαι, ὧν τῇ δυνάμει Βενέτικοί τινες ὑποκείμενοι τῷ διαληφθέντι κυρῷ δουκὶ ἤ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας ὀφείλοντες καὶ ἐνεχόμενοι Ῥωμαίοις τισί πιστοῖς καὶ ὑποκειμένοις τοῖς ῥηθεῖσιν αὐθένταις καὶ βασιλεῦσιν ὀφείλουσι τὰ τοιαῦτα ὅλως εἶναι ἀφειμένα καὶ ἀπηλειμμένα καὶ ἄκυρα, ἀλλὰ μᾶλλον ἐμφανέστερόν τε καὶ καθαρότερον ἐννοεῖν χρὴ διὰ τῆς παρούσης συμφωνίας, ὡς οἱ τοιοῦτοι Βενέτικοι, ὁποιοιδήποτ’ ἄν εἶεν, πιστοί καὶ ὑποκείμενοι τῷ διαληφθέντι κυρῷ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας δύνασθαι μέλλουσι καὶ ἰσχύειν χρῆσθαι τοῖς ἑαυτῶν δικαίοις καθ΄ οἱωνδήποτε Ῥωμαίων ὀφειλόντων αὐτοῖς, οἷς δὴ Βενετίκοις καὶ ἑκάστῳ αὐτῶν οἱ τοιοῦτοι γαληνότατοι αὐθένται καὶ βασιλεῖς καὶ ἑκάτερος αὐτῶν ποιῶσι καὶ γίνεσθαι διακελεύωνται ἐλεύθερον δίκαιον ἐξ ὁλοκλήρου, καθὼς ὤφειλον πρότερον καὶ ἔτι ἐνέχονται. ὡσαύτως καὶ οἱ τοιοῦτοι Ῥωμαῖοι, ὁποιοιδήποτ’ ἄν εἶεν, πιστοὶ καὶ ὑποκείμενοι τοῖς τοιούτοις αὐθένταις καὶ βασιλεῦσι δύνασθαι μέλλουσι καὶ ἰσχύειν χρῆσθαι τοῖς ἑαυτῶν δικαίοις καθ΄ οἱωνδήποτε Βενετίκων ὀφειλόντων αὐτοῖς, οἷς δὴ Ῥωμαίοις ὅ τε ῥηθεὶς κῦρ δοὺξ καὶ οἱ μπαϊοῦλοι αὐτοῦ καὶ ἕτεροι ἔνοχοι καὶ ἄρχοντες οἱ παρ’ αὐτοῦ καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας πανταχοῦ καθιστάμενοι ἐλεύθερον ποιῶσι καὶ γίνεσθαι πράττωσι δίκαιον ἐξ ὁλοκλήρου, καθὼς ὤφειλον πρότερον καὶ ἔτι ἐνέχονται, σωζομένων μέντοιγε πάντοτε καὶ παρατετηρημένων κατὰ τὸ ἀκέραιον τῷ τοιούτῳ κυρῷ δουκὶ καὶ τῷ κομουνίῳ τῆς Βενετίας πάντων τῶν δικαίων τε καὶ τῆς ἀγωγῆς, ἅπερ ἔχειν ἄν δόξειέ τε καὶ δύναιτο ὁ αὐτὸς ἐπιφανὴς κῦρ δοὺξ καὶ τὸ κομούνιον Βενετίας ἐναντία τοῖς γαληνοτάτοις αὐθένταις καὶ βασιλεῦσι καὶ ἑκατέρῳ ἤ θατέρῳ αὐτῶν καὶ τῇ βασιλείᾳ αὐτῶν ἐν ἑνὶ γράμματι δουκάτων χρυσῶν τριάκοντα χιλιάδων κεφαλαίου τε καὶ καταδίκης καὶ τῶν ἐξόδων καὶ ἐν πᾶσι καὶ ἑκάστοις τοῖς ἐξ αὐτῶν ἀπῃωρημένοις, ὅ δὴ γράμμα καὶ χρέος μὴ νοείσθω διὰ τῆς παρούσης συμφωνίας ἤ τρέβας ἀφειμένον ὅλως ἤ ἀπηλειμμένον ἤ ἄκυρον, ἀλλὰ μᾶλλον ἐν τοῖς αὐτοῖς τῇ τε καταστάσει, τῷ δικαίῳ τε καὶ τῇ παγιότητι, ἐν οἷς ἦν καὶ πρὸ τοῦ γενέσθαι τὴν παροῦσαν τρέβαν, βέβαιον καὶ ἀπαρασάλευτον διαμένειν τε καὶ νοεῖσθαι καὶ εἶναι, γραφὲν ὑπὸ τῷ ἀπὸ τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ κυρίου χιλιοστῷ τριακοσιοστῷ τεσσαρακοστῷ ἔτει κατὰ τὴν εἰκοστήν ἡμέραν τοῦ αὐγούστου μηνὸς διὰ χειρὸς Πέτρου ντὲ Ἀρένα, πρεσβυτέρου τῆς ἐκκλησίας τοῦ ἁγίου Βαρθολομαίου καὶ νοταρίου τῆς Βενετίας. ἅπερ πάντα καὶ ἕκαστα τὰ προρρηθέντα οἱ δηλωθέντες αὐθένται καὶ βασιλεῖς καὶ ἑκάτερος αὐτῶν δι’ ἑαυτοῦ εἰς τὰ ἅγια τοῦ θεοῦ εὐαγγέλια ἁψάμενοι τῶν ἁγίων γραφῶν, παρόντος καὶ τοῦ τοιούτου ἀποκρισιαρίου, καὶ οὗτος πάλιν ὁ τοιοῦτος ἀποκρισιάριος τῷ τοῦ ἐπιτρόπου καὶ συνδίκου ὀνόματι, ἁψάμενος τῶν αὐτῶν ἁγίων γραφῶν, εἰς τὴν ψυχήν τοῦ διαληφθέντος κυροῦ δουκὸς καὶ τῶν ἀνθρώπων τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας ὤμοσαν καὶ ἐπηγγείλαντο, πρὸς ἀλλήλους βέβαια καὶ κεκυρωμένα ἔχειν τε καὶ κατέχειν καὶ ἀρρήκτως διατηρεῖν καὶ πληροῦν καὶ διατηρεῖσθαι καὶ συμπληροῦσθαι ποιεῖν καὶ κατὰ τι μὴ ἑναντιωθῆναι τοῖς προρρηθεῖσιν ἤ δι’ ἑαυτῶν, ἤ δι’ ἑτέρων, λόγῳ ἤ ἔργῳ, τρόπῳ τινί ἤ μηχανῇ, δικαίῳ ἤ αἰτίᾳ ὑπ’ ἐνοχοποιήσει πάντων τῶν ἀγαθῶν τῶν τοιούτων αὐθεντῶν καὶ βασιλέων καὶ τῆς βασιλείας αὐτῶν καὶ τοῦ ῥηθέντος κυροῦ δουκὸς καὶ τοῦ κομουνίου τῆς Βενετίας, τῶν παρόντων τε καὶ τῶν ἐσομένων. ὧν πάντων εἰς μαρτυρίαν καὶ λαμπροτέραν βεβαίωσιν οἱ δηλωθέντες γαληνότατοι αὐθένται καὶ βασιλεῖς καὶ ἑκάτερος αὐτῶν δι’ ἑαυτοῦ καὶ ὁ τοιοῦτος κῦρ ἀποκρισιάριος δύο γενέσθαι δημόσια γράμματα σύμφωνα κατέστησάν τε καὶ διωρίσαντο τῶν προρρηθέντων ἕνεκα, διὰ χειρὸς ἐμοῦ τοῦ πραίτορος τοῦ δήμου τῆς Ῥωμανίας Ἰακώβου Μπαλισταρίου, τῆς ἁγίας βασιλείας νοταρίου, δοθησόμενα τὸ μὲν ἕν τοῖς ρηθεῖσιν αὐθένταις καὶ βασιλεῦσι, τὸ δὲ ἕτερον τῷ διαληφθέντι κυρῷ ἀποκρισιαρίῳ, ὧνπερ δὴ αὐθεντῶν καὶ βασιλέων ἑκάτερος δι’ ἑαυτοῦ τῇ οἰκείᾳ χειρὶ ἐρυθροῖς βασιλικοῖς ὑπέγραψαν γράμμασι καὶ χρυσῆς βασιλικῆς βούλλης ἀπῃωρημένης ἐπεκύρωσαν βεβαιώσει. γέγονεν ἐν τῇ Κωνσταντινουπόλει, ἐν τῷ ἱερῷ τῶν Βλαχερνῶν παλατίῳ, ἔτει τῆς κυριακῆς γεννήσεως χιλιοστῷ τριακοσιοστῷ τεσσαρακοστῷ ἐννάτῳ, ἰνδικτιῶνος τρίτης, ἡμέρᾳ ἐνάτῃ τοῦ σεπτεβρίου μηνὸς, περὶ τὴν ἐνάτην ὥραν, παρόντων μαρτύρων τοῦ τε κυροῦ Θωμᾶ τοῦ Παλαιολόγου, πρωτοσεβαστοῦ τοῦ Καλοθέτου, μυστικοῦ τοῦ Κιννάμου, Νικολάου Σιγηροῦ τοῦ μεγάλου διερμηνευτοῦ καὶ Ἀλεξίου τοῦ Λάσκαρι διερμηνευτοῦ, κυροῦ Μαρίνου Βιάρου, μαϊούλου, κυροῦ Νικολάου Σογγέλου, κονσελιερίου, κυροῦ Ἰωάννου Μανολέζου, κονσιλιερίου, Βαρθολομαίου ντὲ Ἀρδονίνῳ, Πέτρου τοῦ Κορνερίου καὶ ἄλλων πολλῶν Ῥωμαίων καὶ Λατίνων, ὑπὲρ ὧν δὴ δουκάτων τριάκοντα χιλιάδων ὁ ῥηθεὶς κῦρ δοὺξ καὶ τὸ τοιοῦτον κομούνιον ἔχουσιν εἰς ἐνέχυρον παρὰ τῆς βασιλείας τὰ ἐν τῷ γράμματι τοῦ χρέους ἐμπεριειλημμένα ἐγκόσμια. Ἰωάννης, ἐν Χριστῷ τῷ θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων, ὁ Καντακουζηνὸς. Ἰωάννης, ἐν Χριστῷ τῷ θεῷ πιστὸς βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων, ὁ Παλαιολόγος».
Η πενταετής «εκεχειρία τού 1357 θα διευκόλυνε δύο χρόνια αργότερα τις προσπάθειες τού Πιέρ Τομά να βοηθήσει τον Ιωάννη Ε΄ εναντίον των Τούρκων, αφού ο Πιέρ θα χρησιμοποιούσε τις γαλέρες τής ένωσης σε τολμηρή επίθεση κατά τού τουρκικού οχυρού τής Λαμψάκου, για την οποία βλέπε πιο κάτω.
- [←29]
-
Gasnault και Laurent, Lettres, I, fasc 2, αριθ. 352-432, σελ. 123-35.
- [←30]
-
Πρβλ. R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, II, βιβλίο V, αριθ. 72, 109, 129, 156, 207, 216, σελ. 228 και εξής.
- [←31]
-
H. Denifle, La Guerre de Cent Ans et la desolation des eglises, II (Παρίσι, 1899, ανατύπ. Βρυξέλλες, 1965), 146-47.
- [←32]
-
Denifie, La Guerre de Cent Ans, II, 179-88.
- [←33]
-
Denifle, La Guerre de Cent Ans, II, 186, 188-211, 251-52, Baluze και Mollat, Vitae paparum Avenionensium, Ι, 321-22, 336, 337 και τομ. II, σελ. 461-63 και πρβλ. Mollat, Les Papes d’ Avignon (1949), σελ. 104-5.
- [←34]
-
Denifle, La Guerre de Cent Ans, II, 478-86, 490-91, R. Delachenal (επιμ.), Chronique des regnes de Jean II et de Charles V, 4 τόμοι, Παρίσι, 1910-20, II (1916), 18-19 και Εugene L. Cox, The Green Count of Savoy: Amadeus VI and Transalpine Savoy in the Fourteenth Century, Πρίνστον, 1967, σελ. 188, 202-3, 205-8, 210.
O Ούρμπαν Ε΄ πρότεινε κάποτε στον Μπερναμπό Βισκόντι, τον άρχοντα τού Μιλάνου, ότι έπρεπε κάποιος να διαπραγματευτεί με τις ελεύθερες εταιρείες στην Ιταλία, «έτσι ώστε, για να μπορέσουν να πάνε στο γενικό πέρασμα, να υποστηριχθούν από όλους τούς Ιταλούς» (ut pergant ad passagium generale eisque detur subsidium per omnes Italicos).
Θα άξιζε να πληρώσουν τα έξοδα τής αποστολής των ελεύθερων εταιρειών σε μια σταυροφορία, για να τις βγάλουν από την Ιταλία [Lecacheux, Lettres sècretes et curiales du pape Urbain V se rapportant à la France, I, δέσμη 2 (Παρίσι, 1906), αριθ. 1037, σελ. 161, με ημερομηνία 25 Ιουνίου 1364]. Καλά ήσαν όλα αυτά, αλλά προφανώς λίγοι μισθοφόροι (routiers) μπορούσαν να πειστούν να πάνε πέρα από τη θάλασσα.
- [←35]
-
Bλέπε το μητρώο επιστολών, ανοιχτών και κλειστών, το οποίο συνέταξε ο Φλωρεντινός ανθρωπιστής και παπικός γραμματέας Zanobi della Strada για το ένατο έτος τού Ιννοκέντιου ΣΤ’ (1361) στο E. Martène και U. Durand, Thesaurus novus anecdotorum, II (Παρίσι, 1717, ανατύπ. Νέα Υόρκη, 1968), επιστ. xii–xiv, στήλες 851-55, με ημερομηνία 17 Ιανουαρίου 1361, προς τον βασιλιά Ιωάννη Β΄ τής Γαλλίας, τον δούκα Κάρολο τής Νορμανδίας (τον «δελφίνο») και τούς πολίτες τής νότιας Γαλλίας και βλέπε επίσης επιστ. xix-xxii, xxvi-xxviii, xxxii-xxxiii, xxxv, xxxix, cxxii, cix-cx. Το Pont S. Esprit καταλήφθηκε «από κάποια από τα έθνη ασεβών, που αυτοαποκαλούνται Μεγάλη Εταιρεία» (per nonnullas gentes nefarias, quae se Magnam Societatem appellant) [επιστ. lxxii, στήλη 910B]. Για το όνομα «Μεγάλη Εταιρεία» βλέπε Denifle, La Guerre de Cent Ans, II, 209, 380, 390 και για όλη την υπόθεση στο ίδιο, II, 378-79, 385-98.
- [←36]
-
Denifle, La Guerre de Cent Ans, II, 395, Baluze και Mollat, Vitae paparum Avenionensium, I, 323, 340 και τομ. II, σελ. 463-64.
- [←37]
-
Martène και Durand, II, επ. xxix, ccxxvi–ccxxvii, στήλες 869, 1049-51 και πρβλ. Denifle, II, 198, 386. Για δαπάνες από το παπικό ταμείο (Camera Apostolica) για την υπεράσπιση τής Αβινιόν και τής Κομτά-Βεναισέν κατά τη διάρκεια των ετών 1357-1358 βλέπε Schäfer, Die Ausgaben der Apostolischen Kammer unter Benedikt XII., Klemens VI. und Innocent VI. (1914), σελ. 681-82, 726-28 και για τα έτη 1360-1362 στο ίδιο, σελ. 750-52, 792, 821-22.
- [←38]
-
Martène και Durand, II, επιστ. vii, xlvii, cxxvii, cixiv-cixv, στήλες 847-48, 883, 954-55, 995-97. C. Devic και J. Vaissete, Histoire genérale de Languedoc, 16 τόμοι, Toulouse, 1872-1905, IX, 722-24, με τις σημειώσεις που πρόσθεσε ο A. Molinier σε 10 τόμους, Toulouse, 1840-46, VII, 225-26. Denifle, II, 260-62, 397, 398. Lecacheux, Lettres sècretes et curiales du pape Urbain V se rapportant à la France, I, δέσμη 1 (1902), αριθ. 596, σελ. 80, με ημερομηνία 4 Σεπτεμβρίου 1363 και βλέπε γενικά Anthony Luttrell, «Juan Fernandez de Heredia at Avignon, 1351-1367», στο Studia Albornotiana, XI (1972), 289-316.
- [←39]
-
Denifle, La Guerre de Cent Ans, II, 398 και πρβλ. Mollat, Papes d’ Avignon, σελ. 105-6 και Luttrell στο Studia Albornotiana, XI, 301.
- [←40]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 140, φύλλα 97-98, Reg. Vat. 234. φύλλο 28, Wadding, Annales Minorum, VIII (1932), 162, Eubel, Hierarchia, I, 99, 212, και Philippe de Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet (1954), σελ. 84, 207, ο οποίος παρέχει στις σημειώσεις και τα παραρτήματά του τις βασικές αρχειακές αναφορές στη σταδιοδρομία τού Πιέρ Τομά. Η έδρα τής Κορώνης έμεινε κενή, όταν ο Ιννοκέντιος ΣΤ’ μετέθεσε τον αξιωματούχο Λοντοβίκο Τορριάνι στο πατριαρχείο τής Ακουιλέια.
- [←41]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 140, φύλλα 54-55, Reg. Vat. 234, φύλλο 2, Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1359, αριθ. 16, τομ. VII (XXVI, Λούκκα, 1752), σελ. 44-45.
- [←42]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 140, φύλλα 55-56, Reg. Vat. 234, φύλλα 2-3. Ο Πιέρ δικαιούνταν οδοιπορικά έξι φλουριά τη μέρα, ασφαλή διέλευση και μεταφορα από εκκλησιαστικούς, από τα εδάφη και τη δικαιοδοσία των οποίων θα τον έφερνε η αποστολή του:
«πηγαίνοντας σε λεγατινή αποστολή στα εν λόγω μέρη ή επιστρέφοντας από αυτά, έξι χρυσά φλουριά κάθε μέρα, για τα δικά του απαραίτητα έξοδα και για ασφαλές ταξίδι, καθώς και για τις αναγκαίες άδειες ταξιδιού» [Reg. Aven. 141, φύλλα I7-18 και πρβλ. φύλλα 20-21].
(eundo ad partes legationis predicte, vel redeundo de illis, diebus singulis in sex florenis auri pro expensis suis necessariis et de securo conductu necnon de evectionibus oportunis)
Οι διοικητές γαλερών στο εξωτερικό προειδοποιούνταν σύμφωνα με τη συνήθη διατύπωση «να τον αντιμετωπίζουν με τιμή» [στο ίδιο, φύλλο 23].
Οι λεγάτοι και οι νούντσιοι είχαν ορισμένες φορές δυσκολία να εισπράξουν τις δαπάνες διαβίωσης, τις οποίες δικαιούνταν με βάση τις επιστολές τής λεγατινής αποστολής τους. Φαίνεται ότι ο Πιέρ είχε αρκετά μεγάλη ακολουθία, που περιλάμβανε και «γραμματεία» (tabellionatus officium) με επτά άγαμους νοτάριους [Reg. Aven. 141, φύλλο 17]. Στις 10 Ιουλίου 1364 ο Ούρμπαν Ε΄ χορήγησε στον Πιέρ την αρμοδιότητα να λαμβάνει κατάλληλα μέτρα εναντίον εκκλησιαστικών (και συγκεκριμένων λαϊκών), οι οποίοι αρνούνταν ή αποτύγχαναν να πληρώσουν τα έξοδα διαβίωσης που είχε εγκρίνει ο Ιννοκέντιος ΣΤ’ για τη διάρκεια αυτής τής λεγατινής αποστολής τού Πιέρ (1359-1362) [Reg. Vat. 251, φύλλο 315].
- [←43]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 140, φύλλα 62-63, Reg. Vat. 234, φύλλα 7-8.
- [←44]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 141, φύλλο 22, με ημερομηνία 12 Μαΐου 1359:
«Και όπως έχουμε δυσάρεστα πληροφορηθεί, μερικοί πιστοί σε εκείνα τα μέρη, παρασυρόμενοι επίσης από οποιαδήποτε άλλη φιλαργυρία και επιθυμία, … προσεγγίζουν με ή χωρίς εμπορεύματα στα μέρη, τα εδάφη και τούς τόπους των άπιστων Τούρκων, εμπορεύονται ή διαπραγματεύονται μαζί τους και, πράγμα που είναι χειρότερο και ασεβές και πέρα από κάθε θλίψη, συνάπτουν με αυτούς συνομοσπονδίες και ενώσεις, με τις οποίες τούς παρέχουν πολλές βοήθειες και χάρες … τολμώντας μέχρι τώρα τυφλά και απερίσκεπτα…».
(Et sicut displicenter accepimus, non nulli fideles de partibus ipsis et etiam aliunde vitio avaritie et cupiditatis inducti ad partes seu terras et loca Turchorum infidelium … cum mercimoniis et sine mercimoniis accedere et cum eis mercari seu negotiari et, quod prae dolor deterius et nephandius est, cum eis confederationes et ligas contrabere et inire ipsisque in pluribus auxilia et favores prestare … temere presumpserunt hactenus et presumunt…)
- [←45]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 141, φύλλο 20 με ημερομηνία 11 Μαΐου 1359 και πρβλ. στο ίδιο, φύλλο 21, με αναφορά στον «αγαπημένο εν Χριστώ υιό μας Ιωάννη, αυτοκράτορα Ρωμαίων και επιφανή κυβερνήτη» (carissimus in Christo filius noster Johannes Romeorum imperator et moderator illustris), όπου η διατύπωση τής φράσης δείχνει ότι, κατά τον πάπα τουλάχιστον, ο Ιωάννης Ε΄ είχε αποδεχθεί τον λατινικό καθολικισμό από τον Πιέρ, για το οποίο βλέπε Philippe de Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 75, 204, 207-8 και πρβλ. M. Viller, «La Question de l’union des Eglises», Rev. d’ hist. ecclesiastique, XVIII (1922), 57-58 και Boehlke, Pierre de Thomas (1906), σελ. 149-50, σε αντίθεση με τη γνώμη τού Halecki, Un Empereur de Byzance à Rome (1930), σελ. 62, ο οποίος θεωρεί την τελετή τού 1357 μάλλον ως χειρονομία «προσωπικής καλής διάθεσης» (bonne volonté individuelle) τού Ιωάννη και «υπακοής προς την Καθολική Εκκλησία» (son obéissance à l’égard de l’eglise catholique) παρά ως πράξη πλήρους προσηλυτισμού στον Καθολικισμό, πράγμα που δεν έγινε μέχρι το 1369 [στο ίδιο, σελ. 188 και εξής].
O Mézières, ό. π., σελ. 75, δεν είχε αμφιβολία ότι «ο αυτοκράτορας αυτός είναι αληθινός Καθολικός» (ipse imperator factus est verus Catholicus), αλλά είναι πιθανό η τελετή τού 1357 να σήμαινε κάτι διαφορετικό για τον Ιωάννη απ’ ό,τι σήμαινε για τον Πιέρ Τομά, τού οποίου την άποψη φυσικά υιοθετούσε η παπική κούρτη.
- [←46]
-
Στις 30 Ιουνίου 1358 ο Ιννοκέντιος ΣΤ’ έδωσε εντολή στον Όρσο να επιβλέψει τη συλλογή τής ετήσιας επιχορήγησης 3.000 φλουριών «για την επιμέλεια τής πόλης τής Σμύρνης» (pro custodia civitatis Smirnarum) από τον Χιού Δ΄ τής Κύπρου, τον μάγιστρο τού Οσπιταλίου και τον δόγη τής Βενετίας [Pauli, Codice diplomatico, II (1737), αριθ. lxxiv, σελ. 93-94].
- [←47]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 140, φύλλα 63-64, Reg. Vat. 234, φύλλο 8, με ημερομηνία 11 Μαΐου 1359.
- [←48]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 140, φύλλο 60, Reg. Vat. 234, φύλλο 6, με ημερομηνία 11 Μαΐου 1359:
«Αγαπημένε μας γιέ Νικολό Μπενεντέττι, διδάσκαλε στον οίκο τής Βενόζα τού Οσπιταλίου τού Αγίου Ιωάννη τής Ιερουσαλήμ, πολιτικέ εκπρόσωπε και διοικητή τής πόλης τής Σμύρνης, χαιρετισμούς από εμάς και τη Ρωμαϊκή Εκκλησία κλπ. Πάνω από όλα στους ποιμένες τού ποιμνίου τού Κυρίου, αν και ανάξιους, έχει ανατεθεί, συμφωνούντος τού Κυρίου, να πάσχουν φροντίζοντας διαρκώς και να απωθούν συνεχώς τις πιέσεις, ώστε να προστατεύουν τούς πιστούς τού Χριστού από τις επιδρομές των απίστων … Σκεφτήκαμε ότι πρέπει να χρησιμοποιηθούν πολλές ενισχύσεις και τρόποι για την υπεράσπιση των πιστών, την εξύψωση τής πίστης και την καταστολή των προαναφερθέντων απίστων … και έτσι, στο όνομα το δικό μας και αυτής τής εκκλησίας και τής πίστης, για την προσεκτική φρούρηση αυτής τής πόλης τής Σμύρνης θα διατηρείται συνεχής φρουρά για τα οκτώ προσεχή χρόνια, με 150 καλούς και επαρκείς Λατίνους μισθοφόρους σε αυτή την πόλη και με δύο γαλέρες επίσης κάτω από εμάς και κάτω από το όνομα και τη σημαία αυτής τής εκκλησίας στην πόλη και την περιοχή τής … με αποστολική εξουσία και με τη συγκατάθεση των αδελφών μας αποφασίζουμε, θέτουμε σε ισχύ και επίσης διατάζουμε ότι εσύ, ο πολιτικός μας εκπρόσωπος σε αυτή την πόλη, θα είσαι και διοικητής των εν λόγω δύο γαλερών για τα προαναφερθέντα οκτώ χρόνια, αποσυρόμενος από τη στιγμή κατά την οποία επίσης εμείς και η εν λόγω έδρα ορίσουμε άλλο πολιτικό εκπρόσωπο ή στρατιωτικό διοικητή, τον μέχρι τώρα εκεί αναπληρωτή [δηλαδή τον Όρσο Ντολφίν] …».
(Dilecto filio Nicolao Benedicti preceptori domus Venusine Hospitalis Sancti Johannis Jerusolimitani vicario et capitaneo civitatis Smirnarum pro nobis et Romana Ecclesia salutem, etc. Super universum gregem dominicum pastores quamquam immeriti disponente domino constituti curis assiduis angimur et continua pulsamur instancia ut fideles Christicolas ab infidelium tueamur insultibus. … Auxilia et remedia multa pro defensione fidelium et exaltatione fidei ac repressione infidelium predictorum duximus adhibenda …, ac nostro et ipsarum ecclesie et fidei nomine custodiendam fideliter dictam civitatem Smirnarum ac de centum et quinquaginta bonis et sufficientibus stipendiariis latinis ad ipsius civitatis et de duabus galeis sub nostris eciam et ipsius ecclesie nomine et vexillo ad earundem civitatis et parcium custodiam continue tenendis per octo annos proxime futuros … te nostrum in ipsa civitate vicarium ac ipsius civitatis necnon dictarum duarum galearum capitaneum usque ad dictos octo annos, amoto exinde quolibet alio vicario seu capitaneo eciam per nos et sedem predictam ibidem hactenus deputato, auctoritate apostolica de fratrum nostrorum consilio facimus, constituimus, et etiam ordinamus…)
- [←49]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 140, φύλλο 56, Reg. Vat. 234, φύλλο 3:
«… μέσα στα πρώτα επτά χρόνια θα ζώσετε την πόλη με βαριά και καλά δομημένα τείχη και πάνω από τούς πύργους θα φτιαχτούν στέγαστρα. Εσείς [μπορείτε να το κάνετε αυτό] οδηγώντας κατά τη διάρκεια τής προαναφερθείσας οκταετούς περιόδου, όποτε και όσο συχνά θέλετε, ένα πλοίο φορτωμένο με εμπορεύματα, εκτός από σίδερο, ξυλεία και άλλα απαγορευμένα, στην Αλεξάνδρεια και σε άλλα μέρη και υπερπόντια εδάφη, τα οποία κατέχει ο σουλτάνος τής Βαβυλώνας [Καΐρου]…».
(… civitatem infra primos septem annos undique bonis et grossis muris anges et super eis turres construi facies. … Tibi [poteris facere] duci per dictum tempus predictorum octo annorum quotienscumque et quandocumque volueris unam navem mercimoniis oneratam, exceptis ferro et lignaminibus et aliis prohibitis, ad Alexandrie et alias partes et terras ultramarinas que per soldanum Babilonie detinentur …)
Σημειώστε επίσης στο Reg. Aven. 140, φύλλο 57:
«… ώστε κατά την προαναφερθείσα οκταετή περίοδο, όποτε και όσο συχνά επιθυμεί, να μπορεί να στέλνει και να φέρνει πίσω ένα πλοίο μεταφοράς και δύο γαλέρες φορτωμένα με εμπορεύματα…».
(… ut per tempus octo annorum predictum, quotienscumque εt quandocumque sibi placuerit, possit … unam navem et duas galeas mercibus oneratas … duci et exinde reduci facere…)
Οι υπευθυνότητες τού Νικκολό Μπενεντέττι, που περιλάμβαναν και την αναγκαιότητα οικοδόμησης νέων τειχών και πύργων στη Σμύρνη, επισημαίνονται επίσης στο Reg. Aven. 140, φύλλο 57 και 141, φύλλα 22-23, στο Reg. Vat. 234, φύλλα 3-4 και αλλού. Καταγράφοντας «την ανάθεση» (pro quibus faciendis) αυτών των υπευθυνοτήτων, ο Ιννοκέντιος έγραφε, «οποιαδήποτε χρήματα και άλλες επιδοτήσεις προβλέπεται να διατεθούν σε εσάς» (non nulla pecuniaria et alia subsidia tibi eroganda providimus) [Reg. Aven. 141, φύλλο 22 και πρβλ. Reg. Aven. 140, φύλλα 60, 63], όπου οι «άλλες επιδοτήσεις» (alia subsidia) ήσαν κυρίως οι παραχωρήσεις για εμπόριο σε εδάφη Μαμελούκων. Ο Ιννοκέντιος πρέπει να είχε γνωρίσει τον Μπενεντέττι τον Μάρτιο τού 1357, όταν ο τελευταίος είχε εκπροσωπήσει τον μάγιστρο τού Οσπιταλίου στην Αβινιόν, για την ανανέωση τής ένωσης τού Κλήμεντος εναντίον των Tούρκων [Thomas και Predelli, Dipl. ven.-lev., II, αριθ. 19, σελ. 35, «Nicolaus de Benedicto, preceptor Venusii»].
- [←50]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 241, φύλλα 63-64.
- [←51]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 141, φύλλο 18, με ημερομηνία 11 Μαΐου 1359: ο πάπας ήθελε «[ο Μπενεντέττι] αυτός και οι δικοί του οικείοι και νούντσιοι να τύχουν πλήρους ασφάλειας κατά την άφιξη, παραμονή και επιστροφή» ([Benedictum] ipsum suosque familiares et nunctios in eundo, morando, et redeundo plena securitate gauderi).
- [←52]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 140, φύλλο 57 και Reg. Vat. 234, φύλλα 3-4.
- [←53]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 141, φύλλο 23. Δεδομένου ότι ο Τζιοβάννι Μπενεντέττι περιγράφεται απλώς ως «Φλωρεντινός πολίτης» (civis Florentinus) [στο ίδιο], όπως και ο Πάτσε, η ύπαρξή τού ονόματός του δεν αποτελεί ίσως λάθος αντί τού Φραντσέσκο, ο οποίος προσδιορίζεται ως «αδελφός Οσπιτάλιος τού Αγίου Ιωάννη των Ιεροσολύμων» (frater Hospitalis Sancti Johannis Jerusolimitani) [Reg. Aven. 140, φύλλο 57].
- [←54]
-
Πρβλ. Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 141, φύλλα 23-24, με ημερομηνία 10 Μαΐου 1359. O Halecki, Un Empereur de Byzance à Rome, σελ. 70 θεωρεί τέτοιες αναφορές στο πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως «αναφορές φυσικά στο λατινικό πατριαρχείο», πράγμα που μπορεί να ισχύει, αλλά η επιστολή Ιννοκέντιου προς τον Πιέρ Τομά στις 11 Μαΐου 1359 [στο Reg. Aven. 141, φύλλο 20], την οποία προφανώς δεν πρόσεξε ο Halecki (και στην οποία ο Ιννοκέντιος αναφέρεται στον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο ως Καθολικό), έδινε εντολή στον Πιέρ να βοηθήσει τον Ιωάννη εναντίον των Tούρκων και να τον ενθαρρύνει να συνεχίσει την προσχώρησή του στην Καθολική πίστη. Ο Ιννοκέντιος μιλά για «την πόλη τής Σμύρνης και τις επαρχίες τής Ρωμανίας [που αποτελούσαν το λατινικό πατριαρχείο] και για άλλες χώρες και τόπους … καθώς και για το πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης και τις επαρχίες του, στις οποίες υποστηρίζεται το όνομα τής χριστιανικής θρησκείας» [στο ίδιο, φύλλο 23].
- [←55]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 29, φύλλο 7, Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, παραρτ. V, σελ. 208. Στις 5 Αυγούστου (1359) ο Ιννοκέντιος ΣΤ’ έγραφε στον Νικκολό Ατσαγιόλι ευχαριστώντας τον που πρόσφερε «αμέσως και πρόθυμα τον εαυτό σας και την περιουσία σας … για την υπεράσπιση τού ονόματος τού Χριστού εναντίον τής τρέλας των Tούρκων … με υποταγή σε εμάς και στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία…». J. A. C. Buchon, Nouvelles recherches historiques sur la principauté française de la Morée et ses hautes baronnies, II (Παρίσι, 1845), Φλωρεντία: έγγραφο xxii, σελ. 135-36. Ο Ζανόμπι ντέλλα Στράντα, παπικός γραμματέας και ανθρωπιστής, τον οποίο ο αυτοκράτορας Κάρολος Δ΄ είχε στέψει δαφνοστεφή ποιητή (poet laureate) πριν τέσσερα χρόνια, είχε πληροφορήσει τον Ιννοκέντιο για την ευγενή στάση τού Νικκολό, αλλά ο τόνος τής παπικής επιστολής υποδεικνύει, ότι η προσφορά τού Νικκολό δεν λήφθηκε πολύ σοβαρά υπόψη στην Αβινιόν.
- [←56]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 29, φύλλο 14:
«Όσον αφορά τα 3.000 δουκάτα για τη φρούρηση τής Σμύρνης, να ειπωθεί ότι ποτέ δεν υποσχεθήκαμε να πληρώσουμε 3.000 δουκάτα, όπως λέγεται, αλλά όταν ήρθε για πρώτη φορά στη Βενετία ο επίσκοπος τής Τερουάν [ο Ραϋμόν Σακέ, για τον οποίο βλέπε πιο πάνω], λεγάτος τής Αποστολικής Έδρας, τού δώσαμε για μία μόνο φορά, για υπηρεσίες και ανάγκες που ήσαν τότε άμεσες, 3.000 δουκάτα, όχι για εκπλήρωση υποχρέωσης ή δικής μας υπόσχεσης, αλλά από απλή γενναιοδωρία…».
Πρβλ. πιο πάνω, σημείωση 19.
(Super facto trium millium ducatorum pro custodia Smirnarum dicatur quod numquam promisimus solvere dicta tria millia ducatorum, sicut dicunt, sed quando primo venit Venetias dominus episcopus Morinensis [Raymond Saquet], Apostolice Sedis legatus, pro una vice solum dedimus ei pro serviciis et necessitate tunc imminentibus ducatorum tria millia non ex debito vel promissione facta per nos sed ex sola liberalitate…)
- [←57]
-
Ο Philippe de Mézières λέει όμως ότι «οσουσδήποτε πόρους μπόρεσε να πάρει [ο Πιέρ Τομά] από την Κύπρο, τη Ρόδο και τα κράτη τής Γένουας και τής Βενετίας αγαλλίασε να τούς χρησιμοποιήσει [για την άμυνα τής Σμύρνης]» [Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 89].
- [←58]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 84-86, Iorga, Philippe de Mézières (1896), σελ. 140-41.
- [←59]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 86 και πρβλ. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1359, αριθ. 17, τομ. VII (Λούκκα, 1752), σελ. 45.
- [←60]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 244L, φύλλο 48, με ημερομηνία 23 Νοεμβρίου 1359, παρατιθέμενο από Halecki, Un Empereur de Byzance à Rome, σελ. 73 και από Smet στην έκδοση τού Mézières, Life of St. Peter Thomas, σελ. 210.
- [←61]
-
Λεόντιος Μαχαιράς, Εξήγησις τῆς γλυκείας χώρας Κύπρου, ἡ ποία λέγεται Κρόνακα τουτἔστιν Χρονικόν (Recital concerning the Sweet Land of Cyprus entitled ‘Chronicle’), επιμ. και μετάφρ. R. M. Dawkins, 2 τόμοι, Οξφόρδη, 1932, I, βιβλίο I, παρ. 86, σελ. 76, 78:
«Ηὗρα γραμμένον, ὅτι ὁ ρὲ Οὗνγκες ἔστεψεν τὸν, υἱόν τυύ ρήγαν τῆς Κύπρου ζῶντα του, τῇ κδʹ νοεβρίου ,ατνηʹ Χριστοῦ· καὶ ἐπέθανεν ὁ αὐτὸς ρὲ Οὗνγκες τῇ ιʹ ὀκτωβρίου ͵ατνθʹ, καὶ ἐθάφτην εἰς τὸν Σὰν Τομένικον εἰς τὸ κατώφλιον ὅπου ἐβγαίννει εἰς τὸ κλόστριν. Καὶ ἐποῖκεν τὸν υἱόν του τὸν πρίντζην κοντοσταύλην τῆς Κύπρου, καὶ [τὸν μικρὸν] κοντοσταύλην τῶν Ἱεροσολύμων.»
Επίσης Rene de Mas Latrie, Chroniques d’Amadi et de Strambaldi, μέρος I (Παρίσι, 1891), 408.
- [←62]
-
Μαχαιράς, Recital, επιμ. Dawkins, I, βιβλίο II, παρ. 101, σελ. 88, 90:
«Καὶ πάλιν ἀναφέρομεν γιὰ τὸν ληγάτον τοῦ πάπα τῇ δευτέρῃ τῇ ηʹ δικεμβρίου ͵ατνθʹ ἀνάφανεν εἰς τὸν λιμνιόναν τῆς Κερυνίας ἕναν κάτεργον ἀρματωμένον καὶ ἀπάνω ἦρτεν ἕνας ληγάτος τοῦ πάπα, τὸν ποῖον ἐκράζαν τὸν φρέρε Πιέρην τε Τουμᾶς ἀπὲ τὸν ὄρδινον τοῦ Κάρμε· καὶ ἦρτεν εἰς τὴν Λευκωσίαν. Καὶ ὁ ρὲ Πιὲρ καὶ οὗλοι οἱ ἀφέντες ἐπεριλάβαν τον πολλὰ τιμημένα· ὁ ποῖος ἐθέλησε νὰ ποίσῃ τοὺς Ρωμαίους Λατίνους, καὶ ἐθέλησε νὰ τοὺς κουφερμιάσῃ, καὶ ἐγίνην μέγαν σκάνταλον μὲ τοὺς Ρωμαίους καὶ μὲ τοὺς Λατίνους· καὶ ἔπεψεν νὰ φέρη τοὺς πισκόπους καὶ γουμένους καὶ ἦρταν μίαν ἡμέραν εἰς τὴν Ἀγίαν Σοφίαν, καὶ οἱ πισκόποι δὲν ἔξευραν τὸ θέλημάν του· καὶ ἅνταν ἐπῆκαν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ἐ(σ)φαλίσαν τὲς πόρτες [καὶ ἐκουφερμιάσαν ἕναν παπᾶν, τὸ παρανόμιν του ὁ Μαντζᾶς· καὶ οἱ ἄλλοι ἐδιαφεντεύγουνταν, καὶ οἱ Φράνγκοι ἐδυναστεῦγαν τους.] Ἐγροίκησεν ὁ λαὸς τὴν ταραχὴν καὶ ἐτρέξα νὰ μποῦν εἰς τὴν Ἀγίαν Σοφίαν καὶ δὲν τοὺς ἀφῆκαν, ἀμμὲ ᾿ρωμανίστησαν. Τότες ἐπῆγαν καὶ ἐφέραν μία νευρίαν μεγάλη νὰ τσακίσουν τὲς πόρτες, καὶ ἄλλοι ᾿βάλαν λαμπρόν. Γροικῶντα τὰ γεννόμενα ὁ ρήγας ἔπεψεν τὸν ἀδελφόν τού τὸν πρίντζην, καὶ τὸν ἀμιράλλην, καὶ τὸν βισκούντην τῆς Λευκωσίας, καὶ ὡρίσαν καὶ ἀννοῖξαν τὴν Ἀγίαν Σοφίαν, καὶ ἐδιαφεντέψαν τὸν λαόν, καὶ ἐσύρθησαν εἰς μίαν μερίαν· καὶ μοναῦτα ἐβγάλαν τοὺς ἐπισκόπους καὶ (πα)πάδες τοὺς Ρωμαίους, καὶ ὡρίσαν τους νὰ πολομοῦν κατὰ τὸ ἦσαν συνηθισμένοι· καὶ τὸν ληγάον ὡρίσαν τον νὰ ᾿φκαιρέσῃ τὸ νησσίν· καὶ εἰς τούτην τὴν στράταν ἔπαψεν τὸ σκάνταλον· καὶ ὅσους ἐκουφερμίασεν, ἐρίψαν τὸ πανπάκιν καὶ ἐπτύσαν το.»
Πρβλ. Amadi, Chronique, επιμ. Mas Latrie, σελ. 409-10, αλλά o Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 92-93 τοποθετεί την ταραχή που είχε προκαλέσει ο Πιέρ (στον καθεδρικό τής Λευκωσίας) ύστερα από την στέψη τού Πέτρου Α΄ ως βασιλιά Ιερουσαλήμ την Κυριακή τού Πάσχα τού έτους 1360.
- [←63]
-
Ο Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 90, τοποθετεί τον λεγάτο στη Ρόδο κατά τη διάρκεια τής περιόδου τής ασθένειάς του, σε αντίθεση με την περιγραφή των Amadi και Μαχαιρά. Ο Francesco Amadi είναι συντάκτης τού 16ου αιώνα, για τον οποίο βλέπε το σημείωμα στο Dizionario biografico degli italiani, II (1960), 609, το έργο τού οποίου έχει όμως σημαντική αξία. Ο Mαχαιράς είχε πρόσβαση σε μεγάλη ποσότητα πληροφορίας από πρώτο χέρι. Βλέπε την εισαγωγή στην έκδοση τού Dawkins, ιδιαίτερα σελ. 15-16.
Γεννημένος περί το 1380 ο Μαχαιράς ήταν ντόπιος Κύπριος, γραμματέας το 1401-1402 τού Κυπρίου φεουδάρχη Jean de Norés [στο ίδιο, I, βιβλίο v, παρ. 631, σελ. 618], τού γιού του Jacques de Norés, ο οποίος ήταν στον στόλο τού Πέτρου Α΄ όταν εκείνος κατέλαβε την Αττάλεια (Adalia) το 1361 [I, βιβλίο ii, παρ. 119, σελ. 104, ὁ σίρ Τζάκε τε Νόρες], και ο οποίος ύστερα από τον θάνατο τού βασιλιά το 1369 πήρε απρόθυμα το μέρος των δολοφόνων του [I, βιβλίο ii, παρ. 281, σελ. 268]. Στην παρούσα περίπτωση θα ήταν πολύ δύσκολο (και όχι πολύ σημαντικό) να προσδιορίσουμε αν η χρονολόγηση τού Mézières είναι πιο ακριβής από εκείνη τού Μαχαιρά. Η ιδιαιτερότητα με την οποία ο Μαχαιράς χρονολογεί την άφιξη τού Πιέρ Τομά στην Κύπρο (στις 8 Δεκεμβρίου 1359) έχει κάποια πειστικότητα, αλλά πρέπει να παρατηρηθεί ότι ο Mézières αποτελεί επίσης εξαιρετική πηγή και μάς πληροφορεί ότι έγραψε το βιβλίο Life of Pierre Thomas κατά τη διάρκεια των Νηστειών τού 1366, αμέσως μετά τον θάνατο τού Πιέρ, επιμ. Smet, σελ. 184-85.
- [←64]
-
Μαχαιράς, Recital, επιμ. Dawkins, I, βιβλίο i, παρ. 86, σελ. 76, 78 και βιβλίο ii, παρ. 90, 104-8, σελ. 80, 92-96:
«Καὶ ἀλλοῦ ηὗρα γραμμένον, ὅτι μετὰ τὸν θάνατον τοῦ ρὲ Οὗνγκες ἐστέφθη ὁ ρὲ Πιὲρ τῇ κυριακῇ τῇ κδʹ νοεμβρίου ͵ατνθʹ Χριστοῦ ἀπὸ χειρὸς τοῦ φρὲ Γκὴ τε Ἰμπελήν, ἀδελφὸς τοῦ ἀφέντη τοῦ Ἀρσεφίου, ἐπίσκοπος Νεμεσοῦ, εἰς τὴν Ἁγίαν Σοφίαν, ρήγας τῆς Κύπρου· καὶ διατὶ ἐκρατοῦσαν οἱ Σαρακηνοὶ τὴν Ἱερουσαλήμ, διὰ τὴν ἔχθραν καὶ πολλὰ κακὰ οἱ ρηγάδες ἐδῶκαν τὸ ἀξίωμαν τῆς Ἀμοχούστου καὶ τὰς βούλλας καὶ τὴν χαραγήν, καὶ ὅνταν ἔμελλε νὰ στεφθοῦν οἱ ρηγάδες τῶν Ἱεροσολύμων ἐπηγαῖνναν εἰς τὴν Ἀμόχουστον· διὰ τοῦτον καὶ ὁ ρὲ Πιὲρ ἐπῆγεν εἰς τὴν Ἀμόχουστον καὶ ἐστέφθην ρήγας τῶν Ἱεροσολύμων τῇ εʹ ἀπριλλίου ͵ατξʹ Χριστοῦ.»
Επίσης Mas Latrie, Chroniques d’ Amadi et de Strambaldi, μέρος I (1891), 408, 410 και μέρος II (1893), 35-36, Mas Latrie, Chronique de l’ ile de Chypre par Florio Bustron, στο Mélanges historiques, V (Παρίσι, 1886), 257 (στην Collection de documents inédits sur l’ histoire de France). Επίσης πρβλ. Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 94 και Hill, History of Cyprus, II (1948), 304, 308-10.
Ο μεγαλύτερος γιος τού Χιού Δ΄, ο Γκυ, ετεροθαλής αδελφός τού Πέτρου Α΄ και πατέρας τού νεαρού Χιού, «πρίγκηπα Γαλιλαίας», πέθανε το 1346. Τον Σεπτέμβριο τού επόμενου έτους η χήρα τού Γκυ, η Μαρία των Βουρβώνων, παντρεύτηκε τον Ροβέρτο Ανδεγαυό, πρίγκηπα τού Τάραντα και τού Μοριά και κατ’ όνομα Λατίνο αυτοκράτορα Κωνσταντινούπολης, ο οποίος προωθούσε τις διεκδικήσεις τού προγονού του στον θρόνο τής Κύπρου [Buchon, Nouvelles recherches historiques, II (1845), Φλωρεντία: κείμενο xx, σελ. 131-34]. O βασιλιάς Ιωάννης Β΄ τής Γαλλίας υποστήριζε επίσης τις διεκδικήσεις τού νεαρού Χιού.
- [←65]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 91-92. Amadi, σελ. 408. Strambaldi, σελ. 40. Florio Bustron, σελ. 258. Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 105-7. O γοτθικής κατασκευής καθεδρικός ναός τού Αγίου Νικολάου στην Αμμόχωστο έχασε μεγάλο μέρος τού πάνω ορόφου του στον τουρκικό κανονιοβολισμό τού 1571. Βλέπε George Jeffery, A Description of the Historic Monuments of Cyprus, Nicosia, 1918, σελ. 116-25 και Rupert Gunnis, Historic Cyprus, a Guide to its Towns and Villages, Monasteries and Castles, Λονδίνο, 1936, σελ. 90-95.
Για την προνομιακή θέση (και την οικονομική ευημερία) τής Αμμοχώστου, εν μέρει επειδή ήταν ο τόπος στέψης τού βασιλιά τού σταυροφορικού βασιλείου τής Ιερουσαλήμ, βλέπε Jean Richard, «La Situation juridique de Famagouste dans le royaume des Lusignans», Πρακτικά τοῦ πρώτου διεθνοῦς Κυπρολογικοῦ συνεδρίου, II (Λευκωσία, 1972), 221-29.
- [←66]
-
Guillaume de Machaut, La Prise d’Alexandrie, επιμ. Louis de Mas Latrie, Γενεύη, 1877, στιχ. 333-490, σελ. 11-16, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 83-85.
- [←67]
-
Mézières, Life of St Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 94-95.
- [←68]
-
Μαχαιράς, Recital, επιμ. Dawkins, I, βιβλίο ii, παρ. 112-14, σελ. 98, 100:
«Τώρα εἶνε χρῆσι νὰ σᾶς πῶ πῶς ἐδόθην τὸ κάστρον τοῦ Κουρίκου μὲ τὸ νησσὶν εἰς τὴν ἐξουσίαν τοῦ ρὲ Πιέρ, καθὼς τὸ ηὗραν γραμμένον εἰς τὴν αὐλὴν τὴν ρηγάτικην. Τοῦτον τὸ Κουρίκος ἦτον τοῦ ρηγὸς τῆς Ἀρμενίας, ἡ ἐπισκοπὴ ἀπὸ κάτω τοῦ μητροπολίτου τῆς Ταρσοῦ, καὶ πηγαίνει μὲ τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας, καὶ νὰ κατεβῆ εἰς τὸ Ἀρμενάκιν καὶ νἄρτῃ εἰς τὴν Σελευκίαν καὶ νὰ πᾷ ᾿ς τὸ Σίσιν. Τοῦτα οὗλα ἐπῆραν τα διὰ τὰς ἁμαρτίας μας οἱ Τοῦρκοι, καὶ [ἔμεινεν ἡ χώρα τοῦ Κουρικός. Ἀπὲ τὴν ἐκκλησίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος ν᾿ ἀγκαλίσῃ πολλὺν τόπον καὶ νἄρτῃ εἰς τὰ Πιλέργια] ὅπου ἦτον τὸ κουμέρκιν, καὶ νὰ τὸ καστέλλιν τοῦ Κουρίκου, καὶ φαίνουνται μέχρι τὴν σήμμερον τὸ τειχόκαστρον καὶ οἱ θεμελοὶ τοὺς πύργους.
Θωρῶντα οἱ λᾶς τοῦ Κουρίκου, ὅτι καθημερινὸν οἱ Τοῦρκοι ἐκατασφίνγκαν τους, καὶ [ἐφεῦγαν] ἀποὺ τόπον εἰς τόπον, ἐπῆραν τὰ ἔξω σπιτία, καὶ περιβόλαια καὶ ἄλλα πολλά, καὶ ἐπῆραν καὶ τὴν χώραν, οἱ χριστιανοὶ ἄλ(λ)οι ἦρταν εἰς τὴν Κύπρον, ἄλλοι ἐμεῖναν εἰς τὸ καστέλλιν, καὶ ἄλλοι ἔξω ᾿ς τὸ νησσίν, καὶ ἐσφίνγκουνταν, καὶ ἐκρατοῦσαν το διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ. Τὸ ρηγάτον τῆς Ἀρμενίας ἔμπεσεν τοῦ ρὲ Λιβού, καὶ ἦτον πτωχός· εἴχασιν σʹ χῶρες καὶ κάστρη, καὶ ἐχαλάσαν τα καὶ ἐπῆραν τα οἱ Τοῦρκοι· τὰ μὲν ἐχαλάσαν, τὰ δὲ κρατοῦν τα. Θωρῶντα ὁ ρήγας τῆς Ἀρμενίας ἔφυγεν καὶ ἐπῆγεν εἰς τοὺς συνγκενά(δε)ς του εἰς τὴν Φραγκίαν· οἱ πτωχοὶ οἱ χριστιανοί, οἱ Ρωμαῖοι καὶ Ἀρμένιδες, ἐμεῖναν ὀρφανοί, καὶ δὲν εἶχαν ἀποὺ πούποτες βοήθειαν οὐδὲ νὰ ζήσουν· ἐπέψαν μαντατοφ(όρ)ον εἰς τὸν ρὲ Οὗνγγε ζητῶντα νὰ πάρῃ τὸ κάστρον καὶ νὰ τοὺς ἀγιτιάσῃ· καὶ δὲν ἄκουσεν λαλώντα: «Μὲ τὸ θελήσῃ ὁ θεὸς νὰ πάρω τὸ κάστρον τοῦ ἀνιψιοῦ μου!» Καὶ ἐκιντύνευγαν ὡς τὸν καιρὸν τούτου τοῦ ρὲ Πιέρ· ἅνταν ἐστέφθην, καὶ ᾿γροικήθην εἰς ὅλον τὸν κόσμον τὰ καλὰ ἔργα τοῦ ρὲ Πιέρ, ἐπεθυμῆσαν νὰ ππέσουν ε(ἰ)ς τὰ πλάγιά του.
Τὲς ἡμέρες ἐκεῖνες ἐπέψαν οί Κουρουκιῶτες μαντατοφόρους πρὸς τὸν ὑψηλότατον ρὲ Πιὲρ τῇ ηʹ ἰαννουαρίου ͵ατνθʹ, τὸν Μιχάλην τὸν Ψαράρην καὶ τὸν Κώσταν τὸν Φιλίτζην, Ρωμαῖοι, καὶ ἐρικουμαντιάσαν ὅλους τοὺς λᾶς τοῦ Κουρίκου καὶ το(ῦ) νησσίου εἰς τὸν ρήγα καὶ εἰς τὴν βουλήν του· καὶ διαβάζοντα τὰ χαρτία, γροικῶντα πῶς παραδιδοῦνται εἰς αὑτόν του, καὶ ὁ ρήγας πεθυμημένος νὰ ἔχῃ τόπον εἰς τὴν Τουρκίαν, ᾿προσδέχτην τους πολλὰ μετὰ χαρᾶς καὶ μὲ τιμήν· καὶ τῇ ιεʹ γεννάρη, ͵ατνθʹ Χριστοῦ ὁ ρήγας ἔπεψεν κάτεργα τῆ(ς) Σμύρνης καὶ τὸν σίρε Ρομπέρτο τε Λουζᾶ καβαλλάρης Ἐνγκλέζης, καπετάνον τοῦ αὐτοῦ κάστρου· καὶ ὅνταν ἐπέσωσαν εἰς τὸ Κουρίκος, ὅλοι ἀντάμα ἀνοῖξαν τὲς πόρτες καὶ ἐπεριλάβαν τον πρεπάμενα μὲ τὴν λιτανείαν. καὶ ἅντα(ν ἐ)νέβην ὀ καπετάνος μὲ τοὺς τζακρατόρους, τοὺς ἐπῆρεν μετά του δʹ μαστοργιές, εἰς τὴν καθολικὴν καὶ ἔβαλεν εἰς τὸ ἀναλόγιον τὸ Εὐαγγέλιον, καὶ ἐμόσαν ὅλοι πασαεῖς, ὅτι νὰ κρατοῦν τὸ αὐτὸν κάστρον διὰ τὸν ἀφέντην τὸν ρὲ Πιέρ, καὶ πρῶτον διὰ τὸ ὄνομαν τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ σταυροῦ· καὶ τοῦτον ἐγίνετον μὲν τὸ πάρουν οἱ Τοῦρκοι καὶ θέλει ἕχειν τὸ ρηγάτον ἀγανάκτησιν. Καὶ ἐποῖκεν το νῶσιν τοῦ πάπα καὶ ἐζήτησέν του βʹ κάτεργα [τὰ ἦτον τὸ νησσὶν τῆς Κύπρου κρατημένα νὰ πέψῃ εἰς τὴν βλέπισιν τῆς Κυρήνης·] καὶ ἀπὸ τότε ὡς τὴν σήμερον οἱ ρηγάδες καὶ κουβερνούριδες τῆς Κύπρου πέμπουν κάθα χρόνον βʹ κάτεργα καὶ μηνίον τοὺς Κουρουκιῶτες καὶ βιτουγαλία καὶ ἀρματωσίες, καὶ πολεμίζουν καθημερινὸν μὲ τοὺς Τούρκους, καὶ μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς θαυμαστῆς εἰκόνος τῆς Κουρουκιώτισσας εἰκόνος τῆς θε(οτόκ)ου βλέπεται κατὰ πρόσωπα τοὺς Τούρκους.»
Ο Μαχαιράς λέει ότι o Πέτρος ζήτησε άδεια από τον πάπα, να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τις γαλέρες στην Κώρυκο. Βλέπε επίσης τις σημειώσεις στο ελληνικό κείμενο στον Dawkins, II, 96-99 και σε Amadi, σελ. 410-11, Strambaldi, σελ. 42-44, Florio Bustron, σελ. 259, Guillaume de Machaut, La Prise d’ Alexandrie, στιχ. 628-40, σελ. 20 και Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 111-14.
- [←69]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 144, φύλλο 563.
- [←70]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 29, φύλλο 9 και πρβλ. Halecki, Un Empereur de Byzance à Rome, σελ. 73, ο οποίος παραθέτει το πρώτο ένα τρίτο περίπου τού κειμένου αυτού σε υποσημείωση και λέει ότι ο Πιέρ αποσυναρμολόγησε τις γαλέρες λόγω τής ασθένειάς του, ενώ είχε ανανήψει, όπως είδαμε, πριν τον Απρίλιο τού 1360. Η αποικιακή κυβέρνηση τής Κρήτης πρέπει να έγραψε στη Βενετία περί την 1η Σεπτεμβρίου, αφού η Γερουσία ψήφισε στις 14 Οκτωβρίου να μεταβιβάσει την πληροφορία στην παπική κούρτη. Επίσης, αν η Γερουσία θεωρούσε ότι η ασθένεια ήταν η αιτία τής προφανούς αδράνειας τού Πιέρ, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι δεν θα έκαναν νύξη για την ασθένειά του.
- [←71]
-
Οι Ενετοί δεν ήσαν ποτέ δημοφιλείς στην Κωνσταντινούπολη ύστερα από την 4η Σταυροφορία, για προφανείς λόγους, ενώ παρά την υποστήριξη που πρόσφεραν γενικά στον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο, συχνά διαφωνούσαν με την πολιτική του. Λίγο πριν τη συγκεκριμένη εποχή είχε ξεσπάσει πάλι μια παλιά διαφωνία μεταξύ Βενετίας και αυτοκρατορικής κυβέρνησης, για τον αριθμό οικιών και αμπελώνων που μπορούσαν να κατέχουν στην Κωνσταντινούπολη Ενετοί έμποροι και κάτοικοι, καθώς και για τον φόρο γης, αν υπήρχε, τον οποίον όφειλαν να πληρώνουν [Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 28, φύλλα 94-96, κείμενα με ημερομηνία 14 και 19 Μαρτίου 1359, Freddy Thiriet Regestes des deliberations du Senat de Venise concernant la Romanie, I (Παρίσι, 1958), αριθ. 341-42, σελ. 91-92]. To ζήτημα τακτοποιήθηκε αργότερα για πέντε χρόνια, με την ανανέωση τής πενταετούς συνθήκης μεταξύ Βενετίας και Βυζαντίου στις 13 Μαρτίου 1363 [Thomas και Predelli, Diplomatarium veneto-levantinum, II (1899, ανατύπ. 1965), αριθ. 53, σελ. 88-89], όταν πια οι Ενετοί σκέφτονταν συμμαχία με τη Γένουα και το Βυζάντιο (εναντίον των Οθωμανών Τούρκων) για την προστασία τής Προποντίδας και των Στενών. Ο Ιωάννης Ε΄ είχε προτείνει το σχέδιο, αλλά φυσικά η Βενετία και η Γένουα δεν συνεργάστηκαν και ο Ιωάννης προφανώς αρνήθηκε να παραδώσει την Τένεδο στους Ενετούς ως αντίτιμο για τη συμμαχία τους, για το οποίο βλέπε Thiriet, «Una proposta di lega antiturca tra Venezia, Genova, e Bisanzio nel 1363», Archivio storico italiano, CXIΙΙ (1955), 321-34.
Για τη μακρά και συχνά ενοχλητική ιστορία των Παλαιολογείων παραχωρήσεων εμπορικών και άλλων προνομίων στους Ενετούς (περιλαμβανομένων των δυσκολιών τού 1359-1362, που είχαν σχέση με ενετική ιδιοκτησία περιουσιών και την πληρωμή τού terraticum ή φόρου γης), βλέπε το εξαιρετικό άρθρο τού Julian Chrysostomides, «Venetian Commercial privileges under the Palaeologi», Studi veneziani, XII (1970), 267-356, με είκοσι έγγραφα από το Arch. di Stato di Venezia, Misti. Η έκδοση ενετικών εγγράφων πολιτογράφησης σε μικτής καταγωγής άτομα (γασμούλοι, gasmuli) και Έλληνες, που ήθελαν να γίνουν Ενετοί υπήκοοι για να αποφύγουν ως αγοραστές την πληρωμή των βυζαντινών τελωνειακών δασμών ή κομμερκίων (commercia), από τούς οποίους οι Ενετοί απαλλάσσονταν εντελώς, αποτελούσε επίσης συχνά αιτία διαφωνίας μεταξύ Γερουσίας και βυζαντινής κυβέρνησης.
- [←72]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 29, φύλλο 101.
- [←73]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 29, φύλλα 107, 108, 109, 111, 113, 114.
- [←74]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 29, φύλλο 114, με ημερομηνία 19 Μαρτίου 1361:
«Ψηφίστηκε: Να σταλεί ειδοποίηση και εντολή στον διοικητή τού Κόλπου, ότι αν οι δύο γαλέρες τής Κρήτης, στις οποίες έχει ανατεθεί υπηρεσία για την Ένωση, ήρθαν ή έρχονται σε αυτόν, πρέπει να τις στείλει πίσω στην υπηρεσία τής Ένωσης. Και η ίδια εντολή να δοθεί σε αυτές τις δύο γαλέρες»,
(Capta: Quod ordinetur et mandetur capitaneo Culfi quod si due galee de Creta deputate ad servicia unionis venissent vel venirent ad eum, debeat eas remittere ad servicia unionis. Et simile mandetur dictis duabus galeis)
πράγμα το οποίο έπρεπε να τροποιήσει κάπως τις παρατηρήσεις τού Smet στην έκδοση τού Mézières, Life of St. Peter Thomas, σελ. 210-11, καθώς και τού Boehlke, Pierre de Thomas (1966), σελ. 176-77, ο οποίος τον ακολουθεί.
- [←75]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 30, φύλλο 10. Οι Smet και Boehlke [ό. π.] έχουν παρανοήσει το έγγραφο, που δεν φέρει σταυρό στο αριστερό περιθώριο τής εγγραφής (και άρα η απόφαση δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή).
- [←76]
-
Πρβλ. Machaeras, Recital, επιμ. Dawkins, βιβλίο i, παρ. 86, σελ. 76 και βιβλίο ii, παρ. 90, σελ. 80,
«ηὗρα γραμμένον»
και ιδιαίτερα παρ. 112, σελ. 98,
«καθώς τὸ ηὗρα γραμμένον εἰς τὴν αὐλήν τὴν ρηγάτικην».
- [←77]
-
Στο ίδιο, I, βιβλίο ii, παρ. 114, σελ. 100.
- [←78]
-
Ο Machaeras, Recital, I, βιβλίο ii, παρ. 121, σελ. 106, λέει «την Τρίτη μέρα, στις 23 Αυγούστου» (τῇ Γ΄, τῇ κΓ΄ αὐγούστου), δηλαδή την Τρίτη, αλλά το 1361 η 23 Αυγούστου έπεφτε Δευτέρα. Ο Dawkins, II, 14, στις παρατηρήσεις του για το κείμενο τού Μαχαιρά, παρατηρεί οτι «η συχνότητα με την οποία … παρέχεται όχι μόνο το έτος και ο μήνας, αλλά επίσης η ημέρα τής εβδομάδας, υποδεικνύει τη χρήση γραπτών πηγών». Φαίνεται ότι υπάρχουν αρκετά ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία ότι ο Μαχαιράς χρησιμοποίησε στοιχεία τεκμηρίωσης διαθέσιμα «στη βασιλική αυλή», αλλά πιστεύω ότι, έχοντας την ημερομηνία, προσπάθησε μερικές φορές να υπολογίσει μόνος του τη μέρα τής εβδομάδας. Χωρίς το Tresor de chronologie τού Mas Latrie, το Zeitrechnung τού Grotefend ή τη Cronologia τού Cappelli, αυτό θα αποτελούσε σημαντικό έργο για κάθε ιστορικό που γνωρίζω, με αποτέλεσμα «από εκατόν πενήντα περίπου περιπτώσεις, στις πενήντα η μέρα τού μήνα και η μέρα τής εβδομάδας δεν συμφωνούν» [Dawkins, ό. π.].
- [←79]
-
Μαχαιράς, Recital, επιμ. Dawkins, βιβλίο ii, παρ. 116-18, σελ. 102-12:
«Τὸ λοιπὸν μανθάννοντα ὁ μέγας Καραμάνος τὸν καιρὸν ἐκεῖνον τὸ πῶς [ὁ ρήγας] ἐπῆρεν τὸ Κουρίκος, [ἐφοβᾶτον μὲν ἀρματώσῃ ὁ ρήγας καὶ πάγῃ ἀπάνω του καὶ σηκώσῃ του τὴν ἀφεντίαν· καὶ ἐδήθην μὲ τὸν ἀφέντην τῆς Ἀλλαγίας καὶ μὲ τὸν ἀφέντην τὸν Μονογβάτην, καὶ πασαεῖς ἀρμάτωσεν ξύλα ὅσα ᾿δυνήθην διὰ νὰ ἔρτου εἰς τὴν Κύπρο διὰ νὰ κουρσέψουν, μήπως καὶ φοβηθῇ ὁ ρὲ Πιὲρ πῶς πᾶσα ἀφέντης ἔβγαλε ξύλα.
Μοναῦτα ὁ ρήγας ὥρισεν ὅλους τοὺς καβαλλάριδες νὰ ᾖνε δηγημένοι ἁντὰν τοὺς τάξου νὰ μποῦ εἰς τὰ κάτεργα, νὰ πᾶν διὰ τοὺς ἐχθρούς τους. Καὶ μοναῦτα ἐμήνυσεν τοῦ μεγάλου μαστόρου εἰς τὴν Ρόδον νὰ τοῦ πέψῃ δʹ κάτεργα, ὅτι εἶνε κρατούμενος νὰ ἐλεμονοῦνται τοὺς πτωχούς. Καὶ ἀρμάτωσεν δʹ κάτεργα καὶ ἔπεψέν τα τοῦ ρηγὸς μὲ τὸν ἀμιράλλην τῆς Ρόδου καὶ τὸν καστελλάνον τῆς Ρόδου καὶ μὲ πολλους φρέριδες.
Καὶ ἀρμάτωσεν καὶ ὁ ρὲ Πιὲρ ἄλλα μςʹ μικρὰ μεγάλα ἀπὸ τὴν Κύπρον καὶ ἀπὸ ἄλλους ἀφέντες, ὁμοῦ νʹ· καὶ παραῦτα ὥρισεν πασαέναν νὰ μπῇ ὅπου ἦτον τὸ θέλημαν τοῦ ρηγός. Καὶ ἐπῆγαν ὁ ρήγας καὶ οὕλη ἡ παρουνία εἰς τὴν Ὀμόχουστον τῇ κυριακῇ ιβʹ ἰουλίου ͵ατξαʹ Χριστοῦ, καὶ ὠρδίνιασεν τὰ ξύλα, καὶ ἔβαλεν τοὺς λᾶς καὶ καραβοκυρούς· καὶ ἦρταν καὶ ἕτερα ξύλα, ὁμοῦ ἡ ὁμάδα ρςʹ, καὶ ιβʹ κουρσάρικα καὶ δύο τοῦ πάπα· ὁμοῦ ὁλότης ριθʹ.»
Για την Adalia, την αρχαία Αττάλεια, βλέπε στο ίδιο, II, 101-3:
«Καὶ πάλιν ἀναφέρομεν γιὰ τὸν ληγάτον τοῦ πάπα τῇ δευτέρῃ τῇ ηʹ δικεμβρίου ͵ατνθʹ ἀνάφανεν εἰς τὸν λιμνιόναν τῆς Κερυνίας ἕναν κάτεργον ἀρματωμένον καὶ ἀπάνω ἦρτεν ἕνας ληγάτος τοῦ πάπα, τὸν ποῖον ἐκράζαν τὸν φρέρε Πιέρην τε Τουμᾶς ἀπὲ τὸν ὄρδινον τοῦ Κάρμε· καὶ ἦρτεν εἰς τὴν Λευκωσίαν. Καὶ ὁ ρὲ Πιὲρ καὶ οὗλοι οἱ ἀφέντες ἐπεριλάβαν τον πολλὰ τιμημένα· ὁ ποῖος ἐθέλησε νὰ ποίσῃ τοὺς Ρωμαίους Λατίνους, καὶ ἐθέλησε νὰ τοὺς κουφερμιάσῃ, καὶ ἐγίνην μέγαν σκάνταλον μὲ τοὺς Ρωμαίους καὶ μὲ τοὺς Λατίνους· καὶ ἔπεψεν νὰ φέρη τοὺς πισκόπους καὶ γουμένους καὶ ἦρταν μίαν ἡμέραν εἰς τὴν Ἀγίαν Σοφίαν, καὶ οἱ πισκόποι δὲν ἔξευραν τὸ θέλημάν του· καὶ ἅνταν ἐπῆκαν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ἐ(σ)φαλίσαν τὲς πόρτες [καὶ ἐκουφερμιάσαν ἕναν παπᾶν, τὸ παρανόμιν του ὁ Μαντζᾶς· καὶ οἱ ἄλλοι ἐδιαφεντεύγουνταν, καὶ οἱ Φράνγκοι ἐδυναστεῦγαν τους.] Ἐγροίκησεν ὁ λαὸς τὴν ταραχὴν καὶ ἐτρέξα νὰ μποῦν εἰς τὴν Ἀγίαν Σοφίαν καὶ δὲν τοὺς ἀφῆκαν, ἀμμὲ ᾿ρωμανίστησαν. Τότες ἐπῆγαν καὶ ἐφέραν μία νευρίαν μεγάλη νὰ τσακίσουν τὲς πόρτες, καὶ ἄλλοι ᾿βάλαν λαμπρόν. Γροικῶντα τὰ γεννόμενα ὁ ρήγας ἔπεψεν τὸν ἀδελφόν του τὸν πρίντζην, καὶ τὸν ἀμιράλλην, καὶ τὸν βισκούντην τῆς Λευκωσίας, καὶ ὡρίσαν καὶ ἀννοῖξαν τὴν Ἀγίαν Σοφίαν, καὶ ἐδιαφεντέψαν τὸν λαόν, καὶ ἐσύρθησαν εἰς μίαν μερίαν· καὶ μοναῦτα ἐβγάλαν τοὺς ἐπισκόπους καὶ (πα)πάδες τοὺς Ρωμαίους, καὶ ὡρίσαν τους νὰ πολομοῦν κατὰ τὸ ἦσαν συνηθισμένοι· καὶ τὸν ληγάον ὡρίσαν τον νὰ ᾿φκαιρέσῃ τὸ νησσίν· καὶ εἰς τούτην τὴν στράταν ἔπαψεν τὸ σκάνταλον· καὶ ὅσους ἐκουφερμίασεν, ἐρίψαν τὸ πανπάκιν καὶ ἐπτύσαν το.
Καὶ τῇ ιηʹ σεπτεβρίου ὥρισεν ὁ ρήγας γʹ καβαλλάριδες νὰ πᾶν εἰς τὸν πάπα νὰ τοῦ ποῦν τὸν θάνατον [τοῦ ρηγὸς τοῦ πρώτου] καὶ τὸ στέψιμον τοῦ ρὲ Πιέρ, καὶ νὰ ποῦν τοῦ ἁγιωτάτου πάπα νὰ μὲν πέψῃ τους ληγάτους νὰ γενοῦν σκάνταλα· οἱ πγοὶ καβαλλάριδες ἦτον ὁ μισὲ(ρ) Ραμοὺν Παπ(ὴν) πουντουλιέρης Κύπρου, καὶ ὁ μισὲρ Πιὲρ τε Νουρήν, καὶ ὁ σὶρ Τζουὰν Καρμαὴν Γενουβίσος, καβαλλάρης Κύπρου.
Τὴν αὐτὴν ἐχρονίαν ἦλθα εἰς τὰ νερὰ τῆς Κύπρου βʹ κάτεργα τοῦ Λουκὲν τοῦ Κατελάνου διὰ νὰ κουρσέψουν, καὶ ἐπῆραν πολλὰ καραβία κυπριώτικα· κα μοναῦτα ὥρισεν ὁ ρὲ Πιὲρ καὶ ἀρματῶσαν βʹ κάτεργα δικά του, καὶ ἦτον καπετάνος Γενουβίσος ὀνόματι Φραντζικὴν Σπινόλας, καὶ ἕτερος Γενουβί(σ)ος ὀνόματι Φράσες Γγατανίε, οἱ πγοὶ ἦσαν μηνιασμένοι τοῦ ρηγός, καὶ ἔπεψέν τους γυρεύγοντά τους· καὶ ᾿πῆγαν καὶ δὲν ἠμπορῆσα νὰ τὰ εὕρουν, καὶ ἐπήγασιν εἰς τὴν Ριγούναν καὶ δὲν τὰ ηὗβραν, καὶ ἐπῆγαν εἰς τὴν Παρσαλόναν καὶ εἶπαν τα τ(ο)ῦ ρηγὸς τῆς Ραούνας, ὁ ποῖος ἐπρουμουντίασέν τους, ὅτι ἂν τοὺς βάλῃ ᾿ς το χέριν του νὰ ποίσῃ τοῦ ρηγὸς βεντέτταν ἀπὲ τὰ κρίατά τους. Καὶ ἐστράφησαν εἰς τὴν Κύπρον. Καὶ τοῦτα ἦσαν τὰ πρῶτα κάτεργα τὰ ἔβγαλεν ὁ ρὲ Πιὲρ ἀφ᾿ ὃν ἐστέφθην.»
O Amadi, Chronique, επιμ. Mas Latrie, σελ. 411-12 λέει ότι o Πέτρος είχε 106 σκάφη στον στόλο του, περιλαμβανομένων 46 γαλερών, «συνυπολογίζοντας τις τέσσερις γαλέρες τής Ρόδου και τη γαλέρα με την οποία ήρθε ο λεγάτος» (computando le quattro galie de Rhodi et la gallia che venne il legato), αλλά ο Πιέρ Τομά δεν ήταν στην εκστρατεία. Βλέπε επίσης Strambaldi, σελ. 45-49. Florio Bustron, σελ. 259-60, Machaut, Prise d’ Alexandrie, στιχ. 641-60, σελ. 20-21, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 119-27.
- [←80]
-
Μαχαιράς, Recital, επιμ. Dawkins, I, βιβλίο ii, παρ. 124-25, σελ. 108:
«Ἅνταν ἐμάθασιν ὁ ἀφέντης ὁ Μονοβγάτης καὶ ὁ ἀφέντης τῆς Ἀλλαγίας πῶς ἐπῆρεν ὁ ρὲ Πιὲρ τὴν Ἀταλείαν, ἐπῆραν μέγαν φόβον εἰς τὴν καρδίαν τους, καὶ πολλὰ ἐπικράνθησαν· καὶ μοναῦτα ἐπέψαν τοὺς μαντατοφόρο(υ)ς τους εἰς τὴν Ἀταλείαν εἰς τὸν ρήγα, παρακαλῶντα τον νὰ ἔχῃ καλὴν ἀγάπην μετά τους, καὶ ἐταχθῆσα νὰ τὸν τολιάζουν κάθα χρόνον πρᾶμαν ὠνοματισμένον, καὶ νὰ βάλη τὰ σημαδία του εἰς τοὺς τόπους τους, καὶ νὰ ᾖνε ἀνθρῶποι του. Θωρῶντα τὰ καλὰ ταξίματα ὁποῦ τοῦ ἐτάξασιν, ἄρεσεν τοῦ ρηγὸς καὶ ἔπεψεν ἀπὲ τὰ φλάμπο(υ)ρά του καὶ ἐβάλαν τα ψηλόττερα τῶν δικῶν τους. Καὶ τῇ ηʹ σεπτέβρη, ͵ατξαʹ Χριστοῦ ἐξέβην ὁ ρήγας ἀπὲ τὴν Ἀταλείαν καὶ ἔφερεν μετά του τὸ δελοιπὸν φουσάτον, καὶ ἦρτεν εἰς τὴν Ἀλλαγίαν.
Παραῦτα ἐξέβην ὁ ἀμιρᾶς μὲ ὀλλίγους λᾶς καὶ ἐπροσκυνῆσεν τον, καὶ ἔδωκέν του καὶ ἕναν ἀφεντικὸν κανίσκιν. Ὁ ρήγας ὥρισεν καὶ ἐπῆραν τὰ κανισκία καὶ τ᾿ ἀνοικτάρια ἐπαράδωκέν του τα, καὶ ἐποῖκεν στοιχήματα μέσον τους· καὶ ἔμοσεν τοῦ ρηγὸς νὰ ᾖνε δοῦλος του δουλωμένος. Καὶ ὁ ρήγας ἐποῖκεν ἐκεῖ μίαν ἡμέραν, καὶ ἐμίσευσεν καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν Οὐσγάτην εἰς τὸν ποταμόν. Ὁ ἀφέντης ὁ Μονοβγάτης ξεύροντα πῶς ἔμελλε νὰ πάγη ἐκεῖ, ἦτον πολλὰ περίλυπος, καὶ ἔπεψέν του κανίσκιν καὶ μαντατοφόρους, καὶ εἶπαν του: «Μὲν τὸ βαρυθῇς ὅτι δὲν ἠμπόρησεν [ἀφέντης] νἄρτῃ εἰς τὴν ἀφεντίαν σου.» Ὁ ρήγας ὥρισεν καὶ ἐστρέψαν του τὰ κανισκία καὶ εἶπεν τους. «Χαιρετίσετέ τον, καὶ ἔχω τον διὰ ἐδικόν μου.» Καὶ ἐξέβην καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Κύπρον, καὶ τῇ κβʹ σεπτεβρίου ͵ατξαʹ Χριστοῦ ἐπέσωσεν ὁ ἀφέντης μας ὁ ρήγας εἰς τὴν Κερυνίαν· καὶ τὰ ἄλλα κάτεργα ἐπῆγαν εἰς τὴν Ἀμόχουστον καὶ ἀπαρματῶσαν. Καὶ ὁ ρήγας ἦρτεν εἰς τὴν Λευκουσίαν καὶ ἐπροσεδεκτῆσαν τον μὲ μεγάλην τιμήν.»
Βλέπε επίσης τις αναφορές στην προηγούμενη σημείωση στους Amadi, Strambaldi και Florio Bustron.
Για τις τουρκομανικές ηγεμονίες στη Μικρά Ασία, βλέπε Osman Turan, «Anatolia in the Period of the Seljuks and the Beyliks», στο P. M. Holt, A. K. S. Lambton και B. Lewis (επιμ.), The Cambridge History of Islam, I (1970), 251-53.
- [←81]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 96-97.
- [←82]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 97-100. Δεδομένου ότι ο Πιέρ Τομά έφυγε από την Κύπρο με τον Πέτρο Α΄ στις 24 Οκτωβρίου 1362, όπως θα δούμε, για να αναζητήσει υποστήριξη για τη Σταυροφορία στην Ευρώπη, η πανούκλα είχε προφανώς χτυπήσει την Κύπρο (όπως και άλλα μέρη τής Ανατολικής Μεσογείου) πριν από αυτή την ημερομηνία, για το οποίο σημειώστε R. J. Loenertz, «Emmanuelis Raul epistulae XII», στο Ἐπετηρίς τῆς Ἑταιρείας βυζαντινῶν Σπουδῶν, XXVI (1956), επ. 3. σελ. 142-45 και «La Chronique brève moréote de 1423», στο Mélanges Eugene Tisserant, II, μέρος I (Studi e testi, 232. Citta del Vaticano, 1964), 416-17. O Loenertz εφιστά επίσης προσοχή στις απελπισμένες αναφορές τού Δημητρίου Κυδώνη στην πανούκλα τού 1361-1362 [Correspondance, I (1956), epp. 108-10, σελ. 145, 147-48].
Αλλά τα δεινά τής πανούκλας στην Κύπρο ήσαν προφανώς ακόμη μεγαλύτερα το 1363, όπως διαβάζουμε στον Μαχαιρά, Recital, I, βιβλίο II, παρ. 135, σελ. 118:
«Καὶ εἰς τὴν ἐχρονίαν ͵ατμηʹ ἔπεψεν ὁ θεὸς θανατικὸν μέγαν διὰ τὰς ἁμαρτίες μας, καὶ ἐπέθανεν τὸ ἥμισον τοῦ νησσίου. Καὶ εἰς τοὺς ͵ατναʹ ἄρχεψεν ἡ εὐλογημένη ἀκρίδα καὶ ἦρτεν εἰς τὴν Κύπρον. Καὶ εἰς τοὺς ͵ατξγʹ ἦλθεν ἄλλον θανατικὸν τῶν παιδίων καὶ ἐξηλείπτην [τὸ νησσίν.]».
Machaeras, Recital, I, βιβλίο I, παρ. 66, σελ. 60:
«Καὶ τὴν αὐτὴν ἐχρονίαν ἦτον θανατικὸν εἰς τὴν Κύπρον καὶ ἐπόθανεν πολλὺς λαός· καὶ ἐπόθανεν καὶ ἡ τάμου Τζίβα, ἡ κόρη τοῦ ρὲ Οὗνγκε. Καὶ ἄρχεψεν ἀπὸ ἀρχῆς μαρτίου. Καὶ ὁ μισὲρ Τζουὰν Κάρμες ἠστένησεν· καὶ ἐμῄνυσεν τοῦ κουβερνούρη ἂν ᾖνε ὁρισμός του νὰ πάγῃ εἰς τὴν Ρόδον διὰ νὰ ἰατρευτῆ, ὅτι εἶνε κοντὰ τῆς Ἀτάλειας παρὰ τὴν Κύπρον· καὶ ἐμήνυσέν του, ἂν θέλη, νὰ βάλῃ τὸν υἱόν του εἰς τὸν τόπον του, καὶ ἂς πάγη νὰ ἰατρευτῆ· καὶ εἰς ὀλλίγες ἡμέρες ἀπόθανεν εἰς τὴν Ρόδον. Καὶ μανθάνοντα τὸν θάνατον τοῦ σὲρ Τζουὰν Κάρμε, ὁ κουβερνούρης τῆς Κύπρου ἐστερέωσεν τὸν υἱόν του καπετάνον εἰς τὴν Ἀτάλειαν.»
Βλέπε επίσης Amadi σελ. 412 και Strambaldi σελ. 53.
Tο μητρώο ή βιβλίο επιστολών τoυ Pierre d’Ameil, αρχιεπίσκοπου Νάπολης (1363-1365), στο Arch. Segr. Vaticano, Arm. LIII, τομ. 9 παρέχει πολλά στοιχεία για την επιδημία πανούκλας στην αρχιεπισκοπική του πόλη κατά τη διάρκεια τού καλοκαιριού τού 1363, για το οποίο πρβλ. K. M. Setton, στο Speculum, XXVIII (1953), 651, 653, 654-55 και Baluze και Mollat, Vitae paparum Avenionensium, I, 385, 396, 400: «Αυτό το έτος [1363] υπήρξε πολύ σοβαρός λοιμός σχεδόν σε όλα τα μέρη τού κόσμου» (Hoc anno fuit pestilentia gravissima quasi per omnes partes mundi).
- [←83]
-
Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 109, 129-31, 345 και passim.
- [←84]
-
Giuseppe Müller, Documenti sulle relazioni delle Città toscane con Oriente cristiano e coi Turchi, Φλωρεντία, 1879, μέρος I, έγγραφο lxxxii, σελ. 119, 474. Στις 15 Σεπτεμβρίου (1362) ο Πέτρος έγραφε στον Νικκολό Ατσαγιόλι, μεγάλο αρχιοικονόμο (grand seneschal) τού βασίλειου τής Νάπολης, ότι ήταν αποφασισμένος να προχωρήσει σε σταυροφορία, ενώ τον ευχαριστούσε για την «υπέροχη προσφορά γαλερών» [Buchon, Nouvelles Recherches historiques, II (1845), Φλωρεντία: έγγραφο xxi, σελ. 134-35].
- [←85]
-
Μαχαιράς, Recital, I, βιβλίο II, παρ. 129-31, σελ. 112-16:
«Τώρα νὰ ξηγηθοῦμεν τὴν ὑπόθεσιν τοῦ ρηγὸς τῆς Φρανγκίας· δὲν ἦτον κουντέντος εἰς τὸ ψουμὶν τὸ ἐδῶκαν τοῦ ἀνιψιο(ῦ) του τοῦ πρίντζη τῆς Γαλιλαίας, ἀμμὲ ἦρτεν καὶ ἀγγάλεσεν μὲ τοὺς μαντατοφόρους του εἰς τὸν πάπαν νὰ θελήσῃ νὰ δώσῃ τὸ ρηγάτον τῆς Κύπρου τοῦ ὀ πρίντζη· καὶ ἐπέψεν του τὰ στοιχήματα. Θωρῶντα ὁ πάπας πῶς τὸν ἔσφινγκεν ὁ ρήγας τῆς Φρανγκίας καὶ εἶχεν καὶ δίκαιον, ἐμήνυσεν τοῦ ρηγὸς τῆς Κύπρου νὰ πάγῃ σωματικῶς ν᾿ ἀπολογηθῆ. Ὅνταν εἶδεν ὁ ρήγας τὰ χαρτία τοῦ πάπα, παραῦτα ἕρισεν τὸν σὶρ Τζουὰν Καρμαὴν νὰ πάγῃ καπετάνος εἰς τὴν Ἀταλείαν· καὶ ὥρισεν καὶ ἐπῆραν φαγούραν πολλὴν καὶ ὡδήγησεν τὸ κάστρον· καὶ ἐμήνυσεν καὶ ἀρμάτωσεν εἰς τὴν Ἀμόχουστον γʹ κάτεργα καὶ μίαν σατίαν καὶ ἦρταν εἰς τοὺς Μύλους· καὶ ὁ ρήγας ἐπῆγεν κυνηγῶντα καὶ έπέσωσεν εἰς τὴν Ἔμπαν πρὸς τὴν Πάφον· καὶ τὴν δευτέραν τῇ κδʹ ὀκτωβρίου ͵ατξβʹ Χριστοῦ ἐνέβην ὁ ρὲ Πιὲρ καὶ ἐπῆρεν μετά του τοὺς καβαλλάριδες τοὺς κάτωθεν ὠνοματισμένους: τὸν σὶρ Πιὲρ τε Νουρήν, τὸν σὶρ Τζουὰν τε Γαβριάλλε, τὸν σὶρ Τζουὰν τε Φενίου, τὸν σὶρ Νικολὲ Τζεμπελήν, τὸν σὶρ Τζουὰν τε Νουρήν, καὶ πολλοὺς ἄλλους καβαλλάριδες καὶ ἀπὸ τὴν ἀποταγήν του.
Νὰ ἠξεύρετε καὶ τοῦτον· ὅτι ὁ αὐτὸς ρὲ Πιὲρ ἀγάπαν τὴν ρήγαιναν ὡς γοιὸν ὁρίζει ὁ θεός, τὴν Λινόραν, καὶ ἐβγαίννοντά του νὰ πάγῃ ᾿ς τὴν Φραγγίαν ὥρισεν καὶ ἐδῶκαν τοῦ φαρράση του τῆς τζάμπρας του ἕναν ἀποκάμισον τῆς ρήγαινας, καὶ ὥρισεν τὸν αὐτὸν τζαμπερλάνον ὅπου τοῦ στρώννει τὸ κρεβάτιν του νὰ βάλλῃ τὸ ἀποκάμισον τῆς ρήγαινας εἰς τὸ πλευρόν του· καὶ ὅντα νἄππεσεν ὁ ρήγας νὰ κοιμηθῇ, ἀγγάλιζεν τὸ αὐτὸν ἀποκάμισον καὶ ἐκοιμᾶτον. ὁ μποῖος φαρράσης τῆς τζάμπρας ἦτον Ἰωάννης ἀδελφὸς τοῦ Μπασέτ· καὶ ἤτζου ἐπορεύγετον πολλὺν καιρόν.
Καὶ ἐπῆγεν ὁ ρήγας εἰς τὴν Ρόδον, καὶ ἐμήνυσεν τοῦ σὶρ Πιὲρ τε Σοὺρ καὶ τοῦ σίρε Τζάκε Λε Πετίτ, ὅπου ἦτον εἰς τ ν Ἀταλείαν, 3 Γκαὶ τὸ εἶνε7 3 εἰς τ ν Ρόδον διὰ νὰ μποῦν εἰς τὴν κάτε(ρ)γα εἰς τὴν συντροφίαν τοῦ ρηγός. Καὶ παραῦτα ἐξέβησαν καὶ ἐπῆγαν εἰς τὴν Ρόδον εἰς τὴν συντροφίαν τοῦ ρηγός. Καὶ παραῦτα ἐξέβησαν καὶ ἐπῆγαν εἰς τὴν ὥραν καὶ ἐπεσῶσαν εἰς τὴν Βενετίαν, καὶ ἐπροσδεκτῆσαν τον μὲ μεγάλην τιμήν. Καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸ Ἀβενίου, καὶ ἐστάθην εἰς τὴν κούρτην τῆς Ρώμης ἔμπροσθεν τοῦ πάπα ὀνόματι Ἰνοκέντιον. Καὶ μανθάνοντα ὁ σὶρ Οὗγκε ντε Λουζουνίας τὸ ἔλα τοῦ θείου του τοῦ ρηγὸς εἰς τὸν πάπαν, ἦλθεν καὶ κεῖνος, καὶ πολλὰ ἀγγαλέστησαν· καὶ ὀπίσω εἰς πολλὲς πλημελεῖες, ὁ πάπας καὶ οἱ γαρδενάλλιδες ἐμπῆκαν μεσόν τους ὁτόσα, ὅτι ἐμπάσαν τους κατὰ τὸν πρῶτον σασμόν. Καὶ ἐγονάτισεν καὶ ἐποῖκεν τον λιζίον τοῦ ὅρκου, καὶ ἐκιτιάσεν τὸν ρήγαν. [Ὁ ρήγας ἐκατάστησε νὰ ἔλθουν οἱ δυσικοὶ ἀπάνω τοὺ(ς) Σαρακηνούς.»
Βλέπε επίσης Amadi, σελ. 412, Strambaldi, σελ. 50 και πρβλ. Florio Bustron, σελ. 260-61, ο οποίος δεν παρέχει ημερομηνία. Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 102-4, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 142-47.
O Louis de Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, II (Παρίσι, 1852), 239-41, σημείωση, ιχνογραφεί το δρομολόγιο τού Πέρου Α΄ τόσο κατά τη διάρκεια τής μακράς παραμονής του στην Ευρώπη (από τον Δεκέμβριο τού 1362 έχρι τον Ιούνιο τού 1365) όσο και κατά τη διάρκεια τής βραχύτερης περιόδου που παρέμεινε αργότερα στην Ιταλία (από τις αρχές τού 1368 μέχρι τον Σεπτέμβριο τού ίδιος έτους). Στις 10 Δεκεμβρίου 1362 η Ενετική Γερουσία ψήφισε
«ότι χορηγείται άδεια στον ευγενή μας κύριο Αντρέα Ζάνε, δικό μας ποντεστά στο Ταρβίζιο, να έρθει στη Βενετία για δύο μέρες, χωρίς να διαμείνει ούτε μια νύχτα έξω από τα εδάφη μας» [Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 30, φύλλο 122].
(quod concedatur nobili viro Ser Andree Zane, potestati nostro Tarvisii, quod possit venire Venetias per duos dies, non hospicando nisi una nocte extra terram)
To Παλλάτσο Ζάνε απέκτησαν αργότερα οι Κορνέρ και είναι από καιρό γνωστό ως Παλάτσο Κορνέρ-Πισκόπια από τις πλούσιες φυτείες ζάχαρης τής οικογένειας στην Επισκοπή, δυτικά τής Λεμεσσού στην Κύπρο. Μεταξύ των θυρεών στην πρόσοψη υπάρχει ακόμη το οικόσημο των Λουζινιάν. Αποκαλούμενο σήμερα συνήθως Παλάτσο Λορεντάν, από το όνομα τής οικογένειας που το απέκτησε κατά τον 18ο αιώνα (και το κράτησε μέχρι το 1816), συγκροτεί με το εφαπτόμενο Παλάτσο Φαρσέττι το κέντρο τής δημοτικής κυβέρνησης τής Βενετίας [πρβλ. Giulio Ivorenzetti, Venice and its Lagoons, Ρώμη, 1961, σελ. 94-96].
- [←86]
-
Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 148-49.
- [←87]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 30, φύλλο 119, με ημερομηνία 30 Νοεμβρίου 1362.
- [←88]
-
Πρβλ. Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 103 και Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 148-49.
- [←89]
-
Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 30, φύλλο 124 με ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 1362. Στους πρέσβεις δόθηκε αργότερα εντολή να φύγουν από την Αβινιόν όχι αργότερα από τις 3 Φεβρουαρίου 1363 [στο ίδιο, φύλλο 128].
- [←90]
-
Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, II, έγγραφο iii, σελ. 247. Στον «όρκο στέψης» (promissio) ο δόγης αναλάμβανε να μη φύγει από το δουκάτο Βενετίας (ducatus Venetiarum) χωρίς τη ρητή έγκριση τού Μεγάλου Συμβουλίου (Maggior Consiglio).
- [←91]
-
Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 150-52. Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, II, 51-56, 248-49. Reinhold Rohricht, Regesta regni hierosolymitani, Ίννσμπρουκ, 1893, αριθ. 1037, σελ. 271 (για την εκχώρηση τής Κύπρου το 1232). Hill, History of Cyprus, II (1948), 118-19, 325.
- [←92]
-
Baluze και Mollat, Vitae paparum Avenionensium, I, 328, 329-30, 334, 342 και τομ. II, σελ. 485-86, 487-88. Eugene Déprez, «Les Funerailles de Clement VI et d’ Innocent VI d’ apres les comptes de la cour pontificale», Mélanges d’ archeologie et d’ histoire, XX (1900), 241-44, 248-50.
- [←93]
-
A. Theiner, Codex diplomatics dominii temporalis S. Sedis, II (Ρώμη, 1862, ανατύπ. Φρανκφούρτη, 1964), αριθ. ccclxvi, σελ. 402-3, «datum Avinione XVIII Kalendas Octobris», δηλαδή στις 14 Σεπτεμβρίου όχι στις 18, όπως αναφέρει ο Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, σελ. I, σημείωση 1.
- [←94]
-
Baluze και Mollat, Vitae paparum Avenionensium, I, 349-50, 383-84, 394-95, 398-99. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1362, αριθ. 2-7, τομ. Vll (XXVI, Λούκκα, 1752), σελ. 64-68. Souchon, Die Papstwahlen von Bonifaz VIII. bei Urban VI., (1888), σελ. 66-73. Mollat, Les Papes d’ Avignon (1949), σελ. 109-10.
- [←95]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, Ι, δέσμη 1 (1902), αριθ. 1-102, σελ. 1-9. Theiner, Codex diplomaticus, II, αριθ. ccclxvii, σελ. 403. Wadding, Annales Minorum, VIII (1932), 177-80.
- [←96]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, Ι, δέσμη 1, αριθ. 5, σελ. 3, συνοψίζοντας το Reg. Vat. 245, φύλλο 5.
- [←97]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη I, αριθ. 113, σελ. 11, με ημερομηνία 19 Νοεμβρίου 1362. Όμως περίπου δέκα ή έντεκα εβδομάδες αργότερα, δεδομένου ότι εκπρόσωποι τού παπικού λεγάτου Πιέρ Τομά κήρυσσαν παράνομα «τον λόγο τού σταυρού εναντίον των Τούρκων» στο ναπολιτάνικο βασίλειο, για το οποίο δεν είχε δοθεί στον Πιέρ λεγατινή εξουσιοδότηση, ο Ούρμπαν διέταξε τον καρδινάλιο Αλμπορνόζ να σταματήσει τις δραστηριότητές τους και να χρησιμοποιήσει τα χρήματα που είχαν συγκεντρώσει για τη Σταυροφορία στην υπεράσπιση των κρατών τής εκκλησίας στην Ιταλία [στο ίδιο, αριθ. 197, σελ. 23, με ημερομηνία 2 Φεβρουαρίου 1363 και σημειώστε Boehlke, Pierre de Thomas, σελ. 177-78].
- [←98]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 245, φύλλα 16-17, «γραμμένη στην Αβινιόν 3 μέρες πριν από τις καλένδες Δεκεμβρίου, κατά το πρώτο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Avinione III Kal. Decembris anno primo), με συνοπτική περίληψη στον Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 119, σελ. 12. Σύμφωνα με τον Μαχαιρά, Recital, επιμ. Dawkins, I, βιβλίο ii, παρ. 105-8, 129, 131, σελ. 92-96, 112-14, oι διεκδικήσεις τού Χιού τής Γαλιλαίας επί τής Κύπρου τακτοποιήθηκαν έναντι 50.000 κυπριακών άσπρων (ν’ χιλιάδες ἄσπρα τῆς Κύπρου). Tο κυπριακό άσπρο ήταν το «λευκό βυζαντινό» (ὀνόμισμα ἄσπρον). Σε κάποιο χωρίο o Μαχαιράς λέει ότι τέσσερα άσπρα βυζαντινά είχαν αξία ενός δουκάτου, «…τὸ δουκάτον ἔξαζεν ὀνομίσματα δʹ ἄσπρα τῆς Κύπρου…», ό. π., I, βιβλίο i, παρ. 9, σελ. 8, αλλά το βάρος και η αξία τού νομίσματος παρέχεται αλλού διαφoρετικά [στο ίδιο, II, 46-47]. Ασημένια νομίσματα ονομαζόμενα «άσπρα» χρησιμοποιούνταν ευρέως στην Ανατολική Μεσόγειο, σε χριστιανικά αλλά και μουσουλμανικά εμπορικά κέντρα [Πρβλ. Francesco Balducci Pegolotti, La Pratica della mercatura, επιμ. Allan Evans, Καίμπριτζ, Μασσ., 1936, passim].
Στις 28 Ιουνίου 1360, στο τέλος μιας επιστολής μάλλον καθυστερημένων συλλυπητηρίων προς τον Πέτρο Α΄ για τον θάνατο τού πατέρα του, τού Χιού Δ΄, ο Ιννοκέντιος ΣΤ’ είχε αναφερθεί στα δικαιώματα τού πρίγκηπα Χιού τής Γαλιλαίας στον θρόνο [βλέπε το κείμενο στον Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1360, αριθ. 13-14]. Ο Ιννοκέντιος φοβόταν ότι η διαμάχη για τη διαδοχή θα οδηγούσε σε εμφύλιο πόλεμο στην Κύπρο και στις 24 Mαϊου είχε ήδη γράψει στον Πέτρο, ζητώντας πληρέστερες πληροφορίες για το δικό του δικαίωμα στη διαδοχή [στο ίδιο, αριθ. 15-16]. Αυτές είναι οι επιστολές στις οποίες ο Πέτρος δεν απάντησε.
- [←99]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 245, φύλλο 17, με συνοπτικές σημειώσεις στον Lecacheux, I, δέσμη 1, αριθ. 120-21, σελ. 12-13.
- [←100]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet (1954), σελ. 104-5, Reg. Aven. 155, φύλλα 33-34, Eubel, Hierarchia, I, 215. Οι Κρητικοί, ο κλήρος και οι υποτελείς τής εκκλησίας τής Κρήτης ενημερώθηκαν για τη μετάθεση τού Πιέρ στη νησιωτική τους έδρα. Ο προηγούμενος αρχιεπίσκοπος Όρσο Ντολφίν είχε γίνει πατριάρχης τού Γκράντο τον Νοέμβριο τού 1361. βλέπε Eubel, Hierarchia, I, 266, για το οποίο σημειώστε D. Rattinger, «Der Liber Provisionum praelatorum Urbani V», στο Historisches Jahrbuch der Görres-Gesellschaft, XV (Μόναχο, 1894), 58, 64.
- [←101]
-
Baluze και Mollat, Vitae paparum Avenionensium, I, 384, 395, 399. O Ιωάννης Β΄ είχε φύγει από το Παρίσι, για να ταξιδέψει προς νότο σε εύκολα στάδια, τον Αύγουστο τού 1362, όχι τού 1363, όπως αναφέρεται από τον Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 160.
- [←102]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 105, Baluze και Mollat, Vitae, I, 352-53, 396, 400 και τομ. II, σελ. 499, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 165-66.
- [←103]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 346-47, σελ. 40-41 με ημερομηνία 31 Μαρτίου 1363 και σημείωση αριθ. 868, σελ. 129-30, επίσης με ημερομηνία 31 Μαρτίου ένα χρόνο μετά. Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1363, αριθ. 14-22, τομ. VII, σελ. 85-90. Baluze και Mollat, Vitae, I, 352-53, 384-85, 396, 400. Για τον Talleyrand βλέπε στο ίδιο, II, 272 και εξής και Norman P. Zacour, Talleyrand: The Cardinal of Perigord, Φιλαδέλφεια, 1960, Delachenal, Chronique des règnes de Jean II et de Charles V, I (1910), 337, 339, Kervyn de Lettenhove, Euvres de Froissart: Chroniques, XVII (Βρυξέλλες, 1872), σελ. 401, Maurice Prou, Etude sur les relations politiques du pape Urbam V avec les rois de France Jean II et Charles V (1362-1370), Παρίσι, 1888, σελ. 23-28, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 158-62, 165-70, Boehlke, Pierre de Thomas, σελ. 211-16.
- [←104]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 344-45, σελ. 40.
- [←105]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Aven. 155, φύλλα 241-242 και Reg. Vat. 261, φύλλο 6, «γραμμένη στην Αβινιόν 2 μέρες πριν από τις καλένδες Απριλίου, κατά το πρώτο έτος τής παπικής μας θητείας» (datum Avinione II Kal. Αprilis pontificatus nostri anno primo), δηλαδή στις 31 Μαρτίου 1363 και σημειώστε Boehlke, Pierre de Thomas, σελ. 213.
- [←106]
-
Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 158-59 (όπου η χρονολογία έπρεπε να είναι 1363), 172 και εξής. Έχουμε παρατηρήσει ότι ο Πέτρος έφτασε στη Βενετία από την Ανατολή στις 5 Δεκεμβρίου 1362, για το οποίο πρβλ. Iorga, ό. π., σελ. 147, όπου η χρονολογία 1361 είναι επίσης λάθος και η ιστορία τής πτώσης τού Πέτρου στο νερό με την κατάρρευση μιας ενετικής γέφυρας πρέπει να αναφέρεται στην επιστροφή του στη Βενετία (στις 11 Νοεμβρίου 1364), απ’ όπου απέπλευσε στις 27 Ιουνίου 1365 για το νησί τής Ρόδου και την επική περιπέτεια τής Αλεξανδρινής Σταυροφορίας [στο ίδιο, σελ. 199-200, 277, Boehlke, Pierre de Thomas, σελ. 205, 256, 268 και Hill, History of Cyprus, II, 324-29].
Ο Ιωάννης Β΄ τής Γαλλίας είχε αφήσει την Αβινιόν για να επιστρέψει στο Παρίσι στις 9 Mαϊου (1363). Ο Πέτρος αναχώρησε στις 31 τού μηνός [Baluze και Mollat, Vitae paparum Avenionensium, I, 384-85, 396, 400]. Σε σχέση με την παρουσία τού Πέτρου στην Αβινιόν και το Μομπελλιέ, μπορούμε να σημειώσουμε ότι στις 11 Απριλίου (1363) το παπικό ταμείο (Camera Apostolica) πλήρωσε τρία φλουριά για την επισκευή κάποιων κοσμημάτων που τού έδωσε ο Ούρμπαν [K. H. Schäfer, επιμ. Die Ausgaben der Apostolischen Kammer unter den Papsten Urban V. und Gregor XI. (1362- 1375), Πάντερμπορν, 1937, σελ. 12] και στις 10 Ιουνίου το ταμείο πλήρωσε σε ένα παπικό πάνοπλο λοχία 51 φλουριά «για δαπάνες στο Πον-ντε-Σοργκ για λογαριασμό τού βασιλιά τής Κύπρου και τής ακολουθίας του όταν έφυγε από την κούρτη» [στο ίδιο, σελ. 13].
Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι η Irène Beldiceanu-Steinherr, «La conquete d’ Andrinople par les Turcs», στο Travaux et Mémoires, I (Παρίσι, 1965), 439-61, ιδιαίτερα σελ. 452-58, 461, επιδίωξε να αποδείξει μέσω τού εξορθολογισμού συγκεχυμένων πηγών, ότι η πρώτη τουρκική κατάληψη τής Αδριανούπολης επιτεύχθηκε από μη οθωμανικές δυνάμεις μεταξύ 1365 και 1369 και ότι οι Οθωμανοί δεν κατέλαβαν την πόλη πριν περίπου το 1377. Απορρίπτει, χωρις να αναφέρεται σε αυτήν, τη σημαντική μαρτυρία τού Τζιαν Τζάκομο Καρόλντο, γραμματέα τού Συμβουλίου των Δέκα στη Βενετία στις αρχές τού 16ου αιώνα. Όμως ο Καρόλντο υπήρξε μεγάλος αναγνώστης των ενετικών αρχειακών εγγράφων, μερικά από τα οποία καταστράφηκαν από πυρκαγιά κατά τη δεκαετία τού 1570 και μάς πληροφορεί ότι οι Tούρκοι κατέλαβαν την Αδριανούπολη στις αρχές τού έτους 1361. Οι Tούρκοι αυτοί πιθανώς προέρχονταν από κάποιο από τα εμιράτα, δηλαδή δεν ήσαν Οθωμανοί και ίσως είχαν εδραιωθεί στη Θράκη για κάποιο διάστημα.
Ο Καρόλντο γράφει ότι τα νεα τής τουρκικής κατάληψης τής Αδριανούπολης έφτασαν στη Βενετία στις 14 Μαρτίου 1361 (και πιθανώς είχαν περάσει επτά ή οκτώ εβδομάδες μέχρι να φτάσουν εκεί):
«Έφτασαν νέα στη Βενετία στις 14 Μαρτίου 1461, ότι οι Τούρκοι είχαν προξενήσει από τη θάλασσα πολλές ζημιές στους τόπους τού αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγου και σε πλοία Ενετών εμπόρων, ενώ είχαν ήδη πάρει την Καλλίπολη από τη στεριά [στις αρχές Μαρτίου 1354] και την Αδριανούπολη [τον Ιανουάριο τού 1361;] …».
(Venne nova a Venetia alli 14 marzo 1361 come Turchi facevano per mare molti danni contra i lochi dell’ imperator Joanne Paleologo et legni de mercatanti venetiani, et per terra già havevano preso Calipoli e Andrinopoli …)
Το απόσπασμα αυτό από τη Bibl. Nazionale Marciana, MS. Ital., Cl. VII, αριθ. 128a (8639), φύλλο 286, παρατίθεται από τον R. J. Loenertz, «Etudes sur les Chroniques breves byzantines», Orientalia Christiana periodica, XXIV (1958), 156-62, ο οποίος προσπαθεί να δείξει ότι ομάδα βυζαντινών «μικρών χρονικών» επιβεβαιώνει τη χρονολογία τού Καρόλντο και αποδίδει την [Oθωμανική] κατάληψη τής Αδριανούπολης στον Μουράτ Α΄ πριν από τη νίκη του επί των Σέρβων στη Μάχη τού Τσέρνομεν στον Έβρο (Μαρίτσα) στις 26 Σεπτεμβρίου 1371. Όμως δεν έχει ειπωθεί ακόμη η τελευταία λέξη για τη μάχη τού Τσέρνομεν, στην οποία ο Μουράτ πιθανώς δεν ήταν παρών [βλέπε τα ενδιαφέροντα οθωμανικά κείμενα τα οποία συζητά η κ. Beldiceanu, «La Conquete d’ Andrinople», σελ. 450-51].
Αν οι Τούρκοι που πήραν την Αδριανούπολη στις αρχές τού 1361 (σύμφωνα με τον Καρόλντο) ήσαν όντως Οθωμανοί, τότε πιθανώς έχασαν την πόλη στις αρχές τής δεκαετίας τού 1360, κατά τη διάρκεια τής σύγκρουσης τού Μουράτ με τούς αδελφούς του για τη διαδοχή τού πατέρα τους Ορχάν. Σε κάθε περίπτωση, ποίημα που συνέθεσε ο βυζαντινός Ιωάννης Κατακαλών φαίνεται ότι ξεκαθαρίζει ότι οι βυζαντινοί είχαν ανακαταλάβει την Αδριανούπολη πριν τα Χριστούγεννα τού 1366, για το οποίο πρβλ. E. A. Zachariadou, «The Conquest of Adrianople by the Turks», Studi venetiani, XII (1970), 211-17, η οποία συμφωνεί με την κ. Beldiceanu, ότι οι Tούρκοι πήραν για πρώτη φορά την πόλη περί το 1369, αλλά δεν δίνει προσοχή στη μαρτυρία τού Καρόλντο.
Κατά την προς τα δυτικά επέκτασή τους μέσω τής Θράκης οι Οθωμανοί πήραν τις Σέρρες το 1383. βλέπε τη συζήτηση από την κ. Irène Beldiceanu-Steinherr, «La Prise de Serres et le firman de 1372 en faveur du monastere de Saint-Jean Prodrome», στα Acta historica (δημοσιευμένα από την Societas academica dacoromana στο Μόναχο), IV (1965), 15-24. H κ. Beldiceanu αμφισβητεί την αυθεντικότητα τού φιρμανιού, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο που υποδεικνύει προγενέστερη κατάληψη των Σερρών, και ισχυρίζεται ότι το (χαμένο) πρωτότυπο δεν θα μπορούσε σε καμμία περίπτωση να προχρονολογήσει την τουρκική κατάληψη των Σερρών στο 1383.
- [←107]
-
Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 173-82.
- [←108]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 246, φύλλα 13-14:
«Αγαπημένε μας γιε Πέτρο, ένδοξε βασιλιά Κύπρου, σάς χαιρετούμε κλπ. Πριν από λίγο καιρό, μελετώντας προσεκτικά τούς πολλούς μεγάλους κινδύνους που θα μπορούσαν πιθανώς να προκύψουν για τη γαληνότητά σας στο βασίλειό σας και σε υπερπόντια μέρη κατά τη διάρκεια τής απουσίας σας από το βασίλειο και αυτά τα μέρη, είχαμε προτρέψει με πατρική στοργή τη γαληνότητά σας, που βρισκόταν τότε στην Αποστολική Έδρα, να κάνει τις επισκέψεις που ήθελε να κάνει στους διάφορους βασιλιάδες και ηγεμόνες όσο το δυνατόν γρηγορότερα μπορούσε, ώστε να φροντίσει στη συνέχεια να επιστρέψει στο εν λόγω βασίλειό σας, που βρισκόταν ανάμεσα στα σαγόνια των εχθρών τής πίστης. Όμως πρόσφατα μάθαμε ότι οι άπιστοι Τούρκοι σχεδιάζουν να επιτεθούν σε αυτό το βασίλειο και διατηρούν πολυάριθμο στρατό γύρω από την πόλη σας τής Αττάλειας, λόγος για τον οποίο ενθαρρύνουμε τη βασιλική σας εξοχότητα να επιστρέψετε πιο γρήγορα σε αυτά τα μέρη και προσευχόμαστε να μην καθυστερήσει κι άλλο η επιστροφή σας και να την κάνει ο Θεός γόνιμη επιστροφή. Θα σάς χορηγήσουμε αποστολικές επιστολές για ενισχύσεις, στο βαθμό που αυτό μπορεί να γίνει, ενώ έχουμε φροντίσει, ώστε ο σεβάσμιος αδελφός μας Αντόνιο, επίσκοπος Μέλφι, δικός σας εξομολογητής, κομιστής τής παρούσας, ο οποίος έχει αναλάβει τις επιστολές προς αυτούς για την εκστρατεία και άλλα, θα συνοδεύσει προσεκτικά τη βασιλική σας μεγαλειότητα και θα αναφέρει τις απαντήσεις στη μεγαλειότητά σας δια ζώσης. Γράφτηκε στην Αβινιόν 3 μέρες πριν από τις καλένδες Δεκεμβρίου, κατά το δεύτερο έτος τής παπικής μας θητείας».
(Carissimo in Christo filio Petro Regi Cipri illustri salutem, etc. Dudum considerantes attente multa magnaque pericula que ob tue serenitatis a tuo regno et ultramarinis partibus absenciam diuturnam possent eisdem regno et partibus probabiliter evenire, serenitatem eandem tunc apud sedem apostolicam existentem fuimus exhortati paternis affectibus ut visitatis regibus et principibus quos decreveras visitandos quam cito commode posses ad dictum tuum regnum inter fauces hostium fidei constitutum remeare curares. Nuper autem intellecto quod perfidi Turchi dictum regnum conantur offendere et circa civitatem tuam Sataliensem tenent exercitum numerosum propter que magis oportet quod ad illas partes celeriter revertaris, excellenciam regiam hortamur attencius et precamur quatinus regressum tuum deo auxiliante felicem ad dictas partes utterius non retardes. Nos enim litteras apostolicas super subsidiis que tibi concessimus, quantum potest fieri, facimus expediri prout venerabilis frater noster Antonius episcopus Melfiensis confessor tuus lator presentium qui expeditionem litterarum ipsarum et alia que sibi commisit regia celsitudo diligenter prosecutus extitit tue magnitudini referet oraculo vive vocis. Datum Avinione IIII Kal. Decembris anno secondo.)
Πρβλ. στο ίδιο, φύλλο 208, επιστολή τού Ούρμπαν Ε΄ προς Πέτρο γραμμένη στην Αβινιόν στις 3 Ιουνίου 1364 (λάθος χρονολογημένη στο Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 203-4) και φύλλο 241, επιστολή με ημερομηνία 30 Ιουνίου, η οποία σημειώνεται από τον Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 2 (1906), αριθ. 1051, σελ. 163-64.
- [←109]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 354, σελ. 42, με ημερομηνία 15 Απριλίου 1363 και Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 169, με λάθος ημερομηνία.
- [←110]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 387, σελ. 53. Για τις καταστροφές των μισθοφόρων (routiers) βλέπε γενικά Denifle, La Guerre de Cent Ans, II (1899, ανατύπ. 1965), 382-443. Όσο για τα έξοδα τού πολέμου με τον Βισκόντι, σημειώστε την επιστολή που έγραψε ο Ούρμπαν προς τον Μεγάλο Λουδοβίκο τής Ουγγαρίας και τον Κάζιμιρ Γ΄ τής Πολωνίας (στις 27 Ιουνίου 1363), ζητώντας τους να τον βοηθήσουν στη συλλογή τριετούς φόρου δεκάτης, τον οποίο είχε επιβάλει στα βασίλειά τους λόγω τού μεγάλου φορτίου δαπανών υπό το οποίο εργαζόταν η Εκκλησία, «ιδιαίτερα εξ αιτίας τού Μπερναμπό Βισκόντι» [Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 505-6, σελ. 67 και πρβλ. αριθ. 508-12, 535, 547 και αλλού]. Ο Μπερναμπό αποδέχτηκε τελικά ειρήνη με την Αγία Έδρα στις 20 Ιανουαρίου 1364 και ένα μήνα αργότερα ο Ούρμπαν εξέφραζε την ικανοποίησή του για την επανασυμφιλίωση τού Μιλανέζου άρχοντα με την Εκκλησία [στο ίδιο, αριθ. 823, σελ. 120, με ημερομηνία 20 Φεβρουαρίου και πρβλ. αριθ. 826, 846 και 982]. Αν και ο Μπερναμπό κατείχε δώδεκα σημαντικά οχυρά στο Μπολωνιέζε μέχρι τη στιγμή που έγινε ειρήνη, η ίδια η πόλη τής Μπολώνια βρισκόταν στα χέρια τού Αλμπορνόζ.
- [←111]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 107-110. Ακολουθώντας την παραδοσιακή περιγραφή, ο Mollat, Les Papes d’ Avignon (1949), σελ. 233-38 πιστεύει ότι ήταν μεγάλο λάθος τού Ούρμπαν Ε΄ που έκανε ειρήνη με τον Μπερναμπό Βισκόντι, επειδή ο καρδινάλιος Αλμπορνόζ τον καταδίωκε, άποψη για την οποία ο Smet, ό. π., σελ. 213-17 εκφράζει ενδιαφέρουσα διαφωνία. Ο Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 206-28 σκιαγραφεί το υπόβαθρο των γεγονότων και δίνει στον Mézières τούς περισσότερους επαίνους για την ειρήνη τού 1363-1364.
- [←112]
-
Albano Sorbelli, Corpus chronicorum bononiensium, στο νέο Muratori, RISS, XVIII, μέρος 1, τομ. IΙΙ (1916- 39), σελ. 162-63, όπου ο συγγραφέας τού «Cronaca A» αναφέρει ότι οι Γάλλοι και Κύπριοι απεσταλμένοι είχαν σταλεί από τούς κυρίους τους «επειδή ήθελαν να κάνουν το πέρασμα στον Πανάγιο Τάφο» (perchè voleano fare lo passazo al Sepolcro) και στο ίδιο, σελ. 179-83 το Cron. Villola λέει για τον Πιέρ Τομά «ότι το πρόσωπό του κέρδισε πολλά κάνοντας αυτή την ειρήνη» (chè lla soa persona molto valse a far questa paxe), αλλά ύστερα προσθέτει «που διήρκεσε πολύ» (e grande afano ne durò).
- [←113]
-
Theiner, Codex diplomaticus, II, έγγραφο ccclxxxvii, σελ. 412-13.
- [←114]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 458-61, σελ. 60-61. O Πιέτρο Ρατσανέλλι (ή Recanelli) ήταν πιθανώς ο σημαντικότερος μαχονέζος τής Χίου. Ήταν ήδη διοικητής Σμύρνης, όταν στις 25 Οκτωβρίου 1361 η Ενετική Γερουσία απέριψε την πρόταση γάμου του με την Φιορέντσα Σανούντο, κληρονόμο τού δούκα Τζιοβάννι Α΄ τού Aρχιπελάγους [Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 30, φύλλα 30-31]. Η Νάξος δεν έπρεπε να περάσει σε Γενουάτη, αν το μπορούσαν οι Ενετοί, ούτε για τον ίδιο λόγο σε Φλωρεντινό: ένα χρόνο αργότερα, στις 27 Δεκεμβρίου 1362, όταν πια ο δούκας Τζιοβάννι ήταν νεκρός, η Γερουσία σταμάτησε επίσης τις προσπάθειες τού Τζιοβάννι Ατσαγιόλι, αρχιεπισκόπου Πατρών [Eubel, Hierarchia, I, 394], να παντρέψει τη Φιορέντσα με τον αδελφό τού Νέριο, ο οποίος θα γινόταν δούκας των Αθηνών σε μεταγενέστερα χρόνια [Arch. di Stato di Venezia, Misti, Reg. 30, φύλλα 122-123].
- [←115]
-
Michel Hayez et al., Urbain V (1362-1370), Lettres communes. II, δέσμη 2 (Παρίσι, 1965), αριθ. 5784, σελ. 107 και για τον Πιέτρο ντα Φάνο σημειώστε Schäfer, Ausgaben (1914), σελ. 526, 570 και βλέπε ιδιαίτερα Wadding, Annales Minorum, VIII (1932), 8, 66, 102-3, 124, 194, 233.
- [←116]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 476-85, σελ. 62-63, με ημερομηνία 25 Μαΐου 1363. Στάλθηκε επίσης επιστολή στον Λουδοβίκο τον Μεγάλο τής Ουγγαρίας, ζητώντας την υποστήριξή του για τη σταυροφορία [στο ίδιο, αριθ. 486].
- [←117]
-
Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1363, αριθ. 23, τομ. VII, σελ. 90, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 170-71 και σημειώστε Reg. Aven. 155, φύλλο 241, με ημερομηνία 31 Μαρτίου 1363, όπου ο Πέτρος Α΄ αναφέρεται ως «υπέροχος προάγγελος» (precursor intrepidus). O Mézières εφαρμόζει τη λέξη «προάγγελος» (precursor) στον Πέτρο ως τίτλο [Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 106].
- [←118]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, 1, δέσμη 1, αριθ. 487, σελ. 63-64 και για τoν Νικόλ ντε Μπρομ πρβλ. Schäfer, Ausgaben (1937), σελ. 19, 71, 141.
- [←119]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 488-89, σελ. 65, με ημερομηνία 25 Μαΐου 1363.
- [←120]
-
Στο ίδιο, I, δέσμη 1, αριθ. 891-92, 898-99, σελ. 134-35, 137, με ημερομηνία 17 και 20 Απριλίου 1364, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 269-70.
- [←121]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 924, σελ. 141, με ημερομηνία 30 Απριλίου 1364: «Ω πόση λύπη για τον χριστιανικό στρατό, που έχασε τον τόσο συνετό και ανδρείο δούκα, ενώ θα ξεινούσε τις προσεχείς ημέρες για την ανάκτηση των Αγίων Τόπων υπό την ηγεσία αυτού τού δούκα!» (O quantus meror Christiani exercitus ad recuperationem Terre Sancte profecturi de proximo, cernentis se ducis tam providi tamque strenui amisisse ducatum!)
- [←122]
-
Στο ίδιο, I, δέσμη 2 (1906), αριθ. 1033, σελ. 161.
- [←123]
-
Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 186-89. O Πέτρος Α΄ ξεκίνησε τότε τη μακρά περιήγησή του στην Ανατολική Ευρώπη, προσελκύοντας άνδρες και χρήματα γα τη σταυροφορία. Πήγε στη Γερμανία, Boημία και Πολωνία, όπου στην Κρακοβία (στα τέλη Σεπτεμβρίου 1364) βρήκε όχι μόνο τον Κάζιμιρ Γ΄, αλλά και τον Λουδοβίκο τον Μεγάλο τής Ουγγαρίας. Από εκεί πήγε στην Αυστρία και μέσω Καρινθίας επέστρεψε στη Βενετία, όπου έφτασε στις 11 Νοεμβρίου και όπου πέρασε περισσότερους από επτά μήνες. Διέμεινε και πάλι στο Κα Κορνέρ-Πισκόπια. Τότε ήταν που έσπασε η γέφυρα κάτω από το βάρος τού πλήθους που είχε συγκεντρωθεί για να τον χαιρετίσει και ο Πέτρος αναδύθηκε από το νερό με τη σκέψη ότι τώρα είχε γίνει πια Ενετός [στο ίδιο, σελ. 147, 200]. Στις 22 Ιουνίου 1365 απονεμήθηκε ο τίτλος τού επίτιμου πολίτη στον καγκελλάριό του Μεζιέρ, εξ ονόματος τού δόγη Λορεντσο Τσέλσι [R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, IlI (1883), βιβλίο vii, αριθ. 217, σελ. 41 και Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, II (1852), 272-73].
O Πέτρος απέπλευσε από τη Βενετία το πρωί τής 27ης Ιουνίου (…rex Cipri, qui hodie mane recessit de Veneciis), όπως πληροφορούσε ο δόγης τον διοικητή τού Κόλπου, ο οποίος έπρεπε να παρακολουθεί στενά τις κινήσεις του [Mas Latrie, ό. π., III (Παρίσι, 1855), 751-52]. Ο Πέτρος είχε ενημερώσει τον Ούρμπαν Ε΄ για την αναχώρησή του από τη Βενετία «με μεγάλη ομάδα πολεμιστών στην υπηρεσία τού Χριστού» (cum copiosa comitiva pro Christi servitio bellatorum), ενώ στις 19 Ιουλίου ο Ούρμπαν τού έγραψε για να τού ευχηθεί καλό ταξιδι [Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1365, αριθ. 18, τομ. VII, σελ. 119-20]. Aφου αποβιβάστηκε στον Χάνδακα στο νησί τής Κρήτης και πέρασε δύο μήνες στη Ρόδο, όπου συγκεντρωνόταν ο κυπριακός στόλος, ο Πέτρος απέπλευσε στις 28 Σεπτεμβρίου για τον κόλπο τής Αττάλειας (Adalia) και αμέσως μετά από εκεί (στις 5-6 Οκτωβρίου) για την Αίγυπτο, όπου στις 10 Οκτωβρίου 1365 κατέλαβε την Αλεξάνδρεια εξ εφόδου. Ο Guillaume de Machaut, La Prise d’ Alexandrie, επιμ. Mas Latrie (1877), στιχ. 839-1691, σελ. 26-52 έχει περιγράψει όλο το δρομολόγιο τού Πέτρου, μαζί με όλες τις γιορτές και τις κονταρομαχίες κατά μήκος τής διαδρομής, από τη στέψη τού Καρόλου Ε΄ μέχρι τη δύο μηνών διαμονή του στη Ρόδο, για την οποία βλέπε Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 189-201.
- [←124]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλα 20 και εξής, έγγραφα που έχουν σχέση με «την εξέγερση που έγινε από δικούς μας ευγενείς και το συλλογικό όργανο τού Χάνδακα και άλλους ντόπιους» (rebellio commissa per nostros nobiles et universitatem Candide et aliorum locorum), [από τις οδηγίες αποστολής Ενετών «πρέσβεων και εποπτών (provveditori)» που θα στέλνονταν στην Κρήτη, με ημερομηνία 12 Σεπτεμβρίου 1363].
Aυτό το μητρώο, το Liber secretorum Collegii, το οποίο παραμένει η κύρια πηγή πληροφοριών μας για την κρητική εξέγερση, αποτελούσε κάποτε κτήμα τού Φλωρεντινού γερουσιαστή μαρκήσιου Τζίνο Καππόνι, στη βιβλιοθήκη τού οποίου το χρησιμοποιούσε ο Louis de Mas Latrie. Στις 19 Δεκεμβρίου 1874 ο Καππόνι δώρισε τον τόμο στο Κρατικό Αρχείο Βενετίας (Archivio di Stato di Venezia), όπου ο J. Jegerlehner το χρησιμοποίησε για το άρθρο του, «Der Aufstand der kandiotischen Ritterschaft gegen das Mutterland Venedig, 1363-65», Byzantinische Zeitschrift, XII (1903), 78-125.
Η προσοχή και η ακαμψία με την οποία ρυθμιζόταν σχεδόν κάθε λεπτομέρεια τής ζωής από τούς Ενετούς αξιωματούχους στην κρητική αποικία απεικονίζεται στα έγγραφα που έχει δημοσιεύσει ο Ernst Gerland, Das Archiv des Herzogs von Kandia im Koniglichen Staatsarchiv zu Venedig, Στρασβούργο, 1899, σελ. 44-62, 66-82 (κείμενα κυρίως πριν από το 1360). Ο Gerland μάς παρέχει επίσης ανάλυση τού υλικού στο Archivio del Duca di Candia στη Βενετία. Έγγραφα πιο σχετικά με τα εδώ θέμα υπάρχουν στους Thomas και Predelli, Dipl. ven.-lev., II (1899, ανατύπ. 1965), 391-428. Για το οικονομικό και κοινωνικό υπόβαθρο Βλέπε J. Jegerlehner, «Beiträge zur Verwaltungsgeschichte Kandias im XIV. Jahrhundert», Byz. Zeitschr., XIII (1904), 435-79. Υπάρχει φυσικά περιγραφή τής κρητικής εξέγερσης στο παλαιό (αλλά σχεδόν κλασσικό) έργο τού Samuele Romanin, Storia documentata di Venezia, 10 τόμοι, Βενετία, 1853-61, 111, 217-27.
- [←125]
-
Marino Sanudo, Vite de’ duchi, στο RISS, XXII (Μιλάνο, 1733), στήλη 607. Andrea Navagero, Storia veneziana, στο RISS, XXIII (Μιλάνο, 1733), στήλες 1025, 1031. F. Thiriet, «Sui dissidi sorti tra il Comune di Venezia e i suoi feudatari di Creta nel Trecento», Archivio storico italiano, CXIV (1956), 699-712.
- [←126]
-
Raffain Caresini, Chronica, ad ann. 1363, επιμ. Ester Pastorello, στο νέο Muratori, RISS, XII, μέρος 2 (Μπολώνια, 1922), 13-14. Sanudo, Vite de’ duchi, στο RISS, XXII, στήλη 656. Navagero, Storia veneziana, στο RISS, XXIII, στήλες 1045E-47. Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 229-30 και βλέπε γενικά Kretschmayr, Gesch. v. Venedig, II (1920, ανατύπ. 1964), 220-23, 607.
Aνάμεσα στους δέκα πιο επιφανείς εξεγερμένους που καταδικάστηκαν σε θάνατο, για τούς οποίους η ενετική κυβέρνηση διακήρυξε ότι δεν ήταν δυνατή η χορήγηση χάρης, τρεις έφεραν το όνομα Γκραντενίγκο και δύο Βενιέρ [Lettere segrete del Collegio (1363-1366), φύλλο 61, Jegerlehner, «Der Aufstand der kandiotischen Ritterschaft», Byz. Zeitschr., XII, 89, 122].
- [←127]
-
Jegerlehner, «Aufstand», Byz. Zeitschr., XII, 85, 101-7, από τις τέσσερις ποινές (quaterni bannorum), τις οποίες μελέτησε ο Lorenzo de Monacis (καγκελλάριος Κρήτης από το 1388 μέχρι τo 1429). Chronicon, επιμ. Flam. Cornelius, Βενετία, 1758, σελ. 174-75 και εξής και βλέπε Gerland, Das Archiv des Herzogs von Kandia, σελ. 3, 18, 31 και εξής (για τα αρχεία των ποινών – banna), 43. Η εκκλησιαστική πολιτική τής Δημοκρατίας στην Κρήτη σκιαγραφείται από τον Giorgio Fedalto, «Le sénat vénitien et les églises chrétiennes de Crète au XIVème siècle», Πρακτικά Γ΄ Διεθνοῦς Κρητολογικοῦ Συνεδρίου, II (Αθήνα, 1973), 94-101.
- [←128]
-
Sanudo, ό. π., στήλες 656-57, Navagero, ό. π., στήλη 1047c.
- [←129]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλα 31-33. Η Γένουα βρισκόταν κοντά και χρειαζόταν παρακολούθηση «και επίσης για αυτό το γεγονός στείλαμε στη Γένουα ένα δικό μας απεσταλμένο…» (et etiam super dicto facto misimus Ianuam unum nuntium nostrum …) [στο ίδιο, φύλλο 32].
Πρβλ. Jegerlehner, «Aufstand», Byz. Zeitschr., XII, 111-12, ο οποίος βρίσκει τη λέξη unum σε αυτό το κείμενο «δυσανάγνωστη» (unleserlich). Παρεμπιπτόντως ο απεσταλμένος που στάλθηκε στη Γένουα δεν ήταν άλλος από τον Ραφφαίν Καρεζίνι, αργότερα καγκελλάριο τής Βενετίας [Lettere segrete, φύλλο 38]. Το όνομα τού Καρεζίνι προβάλλει ιδιαίτερα στα διπλωματικά έγγραφα από τα μέσα περίπου τής δεκαετίας τού 1340.
Ο δόγης και οι σύμβουλοί του είχαν μάθει για την εξέγερση «μέσω τής αναφοράς τού κυβερνήτη ενός Αγκωνίτικου σκάφους, ο οποίος επέστρεφε από τον Χάνδακα στις 10 Σεπτεμβρίου, καθώς και μέσω επιστολών από τούς καστελλάνους Κορώνης και Μεθώνης και τού βαΐλου και τού διοικητή μας στο Νεγκροπόντε ..» [Lettere segrete, φύλλο 29, με ημερομηνία 9 Οκτωβρίου 1363 και απευθυνόμενη στους επόπτες (provveditori) τής Κρήτης, οι οποίοι είχαν διοριστεί στις 12 Σεπτεμβρίου].
Ο δόγης και οι σύμβουλοί του είχαν επίσης μάθει, «ότι στην περιοχή Κορώνης και Μεθώνης ή Νεγκροπόντε υπάρχει κάποιος Γεώργιος Σκορδίλλης, αποκαλούμενος “Καζαμουνίρι Γκρέκους”, ο οποίος είναι ευγενής και ισχυρός και στέλνοντας τον στο νησί [στην Κρήτη] θα μπορούσε να είναι μεγάλο όφελος για τα συμφέροντά μας και ως εκ τούτου σάς ενημερώνουμε ότι θεωρούμε σκόπιμο να τον διερευνήσετε πλήρως και όταν έχετε την έκθεση που τον αφορά, αν σάς φανεί χρήσιμο, να τον στείλετε να πείσει τούς άλλους Έλληνες και να φροντίσει για την τιμή μας και τη σύγχυση των εχθρών μας…». Στο ίδιο, φύλλο 30, όπου το κείμενο το οποίο ο Jegerlehner, «Aufstand», σελ. 110 βρίσκει «δυσανάγνωστο» (unleserlich) είναι το εξής: «… et propterea informamus vos quod utille putaremus quod faceretis de ipso persentiri et habita de eo noticia» (…και ως εκ τούτου σάς ενημερώνουμε ότι θεωρούμε σκόπιμο να εξετάσετε για αυτόν και όταν έχετε γνώμη για αυτόν…) κλπ.
- [←130]
-
Όπως πληροφορούσε η ενετική κυβέρνηση τούς καστελλάνους Κορώνης και Μεθώνης και τον ναυτικό γενικό διοικητή στις 24 και 25 Noεμβρίου [Lettere segrete del Collegio (1383-1366), φύλλα 39-40 και Jegerlehner «Aufstand», σελ. 88, 114-15]. Για την επιστολή τού δόγη τής Γένουας Γκαμπριέλε Αντόρνο βλέπε Thomas και Predelli, Dipl. ven.-lev., II, 392, με ημερομηνία 9 Νοεμβρίου και γενικά σημειώστε R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, III, βιβλίο VII, αριθ. 98, 101-5, 110-14.
- [←131]
-
Arch. Segr. Vaticano, Reg. Vat. 245, φύλλο 273:
«Αγαπημένοι μου γιοί, λαέ τής πόλης τού Χάνδακα, σάς στέλνω τούς χαιρετισμούς μας και τις αποστολικές ευλογίες μας: … Όπως ακούσαμε από τα νέα που πήραμε από πολλές πηγές μας, έχει ανακύψει διχόνοια ανάμεσα στους αγαπημένους μας γιούς, τον ευγενή δόγη και την κοινότητα των Ενετών και εσάς, οι οποίοι από αυτούς κατάγεστε σε μεγάλο βαθμό και με βάση τον πολιτισμό και τα προνόμια θεωρείστε Ενετοί και συνήθως βρίσκεστε με εκείνους σε συμφωνία σε όλα. … Πρέπει να γνωρίζετε από την κρίση σας πόσα κακά μπορούν να σάς συμβούν από τούς σχισματικούς και άπιστους γείτονές σας, αν στερηθείτε τη λαμπρή υπεράσπιση των Ενετών και έλθουν αυτοί οι γείτονες κατά τη διάρκεια αυτής τής διχόνοιας, ενώ αντίθετα αισθάνεστε χωρίς αμφιβολία ως επιδρομείς εκείνους, που έχουν συνηθίσει να σάς προστατεύουν. … Σε αυτό όμως να προστεθεί ο σαρκασμός τής έντονης δυσαρέσκειας, που θα προέρχεται από τη γενική ταλαιπωρία, αν η διχόνοιά σας διαταράξει το γενικό πέρασμα, που θα κάνουμε κάποια στιγμή για την ανάκτηση των Αγίων Τόπων, στην επιτυχία τής οποίας έχουμε βασίσει όλα τα οφέλη. Θα μάς ζώσουν πάθη, στα οποία μπορεί να ακολουθήσει και η παγκόσμια εκκλησία. Για τον λόγο αυτό δίνουμε εντολή και προτρέπουμε όλους σας στον Θεό, διατάσσοντάς σας με αποστολική γραφή, να κάνετε ενότητα και ειρήνη με τούς Ενετούς, ως πιστοί πολίτες και αφοσιωμένοι γιοι, αναμορφωνόμενοι γρήγορα. … Γράφτηκε στην Αβινιόν στις ίδες Οκτωβρίου, κατά το πρώτο έτος τής παπικής μας θητείας».
(Dilectis filiis populo civitatis Candiensis salutem et apostolicam benedictionem: … Cum itaque noviter ex relatione multorum percepimus inter dilectos filios nobilem virum ducem et commune Venetiarum et vos, qui ab eis pro magna parte, prout audivimus, originem suscepistis ac in civilitate et privilegiis censebamini Veneti et soletis cum eis unanimiter in omnibus convenire, ortam esse discordiam. … Nosse quippe debet vestra discretio quanta mala possint vobis carentibus defensione magnifica Venetorum a finitimis scismaticis et infidelibus huiusmodi durante discordia evenire, quin immo eos qui vos solebant protegere offensores procul dubio sentiretis. … Ad hoc tamen adicitur vechementis doloris aculeus de generali provenientis incommodo quod ex vestra discordia, si ex ea turbaretur generale passagium per nos dudum pro recuperatione Terre Sancte indictum, ad quod prospere dirigendum totis meritis anelamus affectibus, universali ecclesie sequi posset. Quapropter universitatem vestram monemus et hortamur in domino per apostolica vobis scripta mandantes quatinus unitatem et pacem cum eisdem Venetis … sicut fideles concives et devoti filii celeriter reformetis. … Datum Avinione id. Octobris anno primo.)
Την ίδια μέρα ο Ούρμπαν έγραψε στον δόγη Λορέντσο Τσέλσι, θρηνώντας για την εξέγερση στην Κρήτη ως εμπόδιο για το «γενικό πέρασμα» (generale passagium) εναντίον των μουσουλμάνων και παροτρύνοντάς τον να υπερνικήσει τούς Κρήτες εξεγερμένους «με επιείκια και καλοσύνη» (benignitatis mansuetudine) [στο ίδιο, φύλλα 273-274]. O Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 1, αριθ. 663-64 δεν παρέχει το κείμενο αυτών των επιστολών.
- [←132]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλα 32-33 και Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, III, 742, με διάφορες μη υποδεικνυόμενες διαγραφές.
- [←133]
-
Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, II, 250-52, R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, III, βιβλίο vii, αριθ. 110-11, σελ. 23, Thomas και Predelli, Dipl. ven.-lev., II, αριθ. 56, σελ. 96-97.
- [←134]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 42, το οποίο δημοσιεύτηκε με μερικά λάθη αντιγραφής από τον Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, III, 743.
- [←135]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 461:
«… Αν και αυτή η εξέγερση είναι από τη φύση της βαριά και επικίνδυνη για εμάς, όμως δεν μάς διαταράσσει λιγότερο αυτό το σοβαρό εμπόδιο, που γνωρίζουμε ότι εμφανίζεται εκείνη τη στιγμή, που οργανωνόταν από την Αγιότητά σας υπερπόντια εκστρατεία. … Σκοπευόντας να την ανακαταλάβουμε [τη νήσο Κρήτη], πράγμα για το οποίο πρέπει να ετοιμάσουμε ισχυρές ναυτικές και χερσαίες δυνάμεις, δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να διαθέσουμε εκείνη τη βοήθεια, την οποία ελπίζαμε ειλικρινά για την εν λόγω εκστρατεία…».
(… Et quamvis ipsa rebellio ex natura rei infesta nobis et gravis existat, non minus tamen nos turbat impedimentum notabile quod exinde proventurum cognoscimus ultramarino passagio per vestram Sanctitatem institutο. … Intenti ad recuperationem ipsius [insule Crete] pro qua potentes exercitus maritimum et terrestrem parari fecimus, exhibere nequaquam poterimus illa subsidia que singulariter optabamus passagio supradicto…)
Στις 5 Δεκεμβρίου 1363 ο Ούρμπαν Ε΄ θύμισε ξανά στον Λουδοβίκο τον Μεγάλο τις ελπίδες τού Πέτρου για oυγγρική βοήθεια στην εκστρατεία η οποία θα προσπαθούσε να ανακτήσει τούς Αγίους Τόπους την επόμενη άνοιξη [Wenzel, Magyar diplomacziai emlékek, στο Monumenta Hungariae historica, Acta extera, II (1875), αριθ. 439, σελ. 599-600], ενώ την επόμενη μέρα ζήτησε από τον δόγη Λορέντσο Τσέλσι να μην ξεχνά την ενετική δέσμευση για τη σταυροφορία [Reg. Vat. 246, φύλλο 34], πληροφορώντας τον ότι έστελνε τον Πιέρ Τομά για να βοηθήσει στη διαπραγμάτευση ειρήνης [στο ίδιο, φύλλα 34-35, Thomas και Predelli, Dipl. veneto-levantinum, II, 98].
Στις 19 Ιανουαρίου 1364 ο Ούρμπαν απάντησε στην (παραπάνω) επιστολή τού δόγη τής 17ης Δεκεμβρίου, γράφοντας ότι ανέμενε να βρεθεί λύση στην κρίση τού Χάνδακα με τις προσπάθειες τού Πιέρ Τομά και «ελπίζουμε λοιπόν στον Θεό, ότι θα γίνει το έργο του με το εν λόγω πέρασμα …» (speramus igitur in Deo, cuius negotium in prefato passagio agitur…) [Reg. Vat. 246, φύλλο 68 και με με μικρές παραλλαγές στο Thomas και Predelli, Dipl., II, 99].
Για τις προσπάθειες τού Πιέρ Τομά, ώστε να εξασφαλίσει ότι η εξέγερση στην Κρήτη δεν θα εξέτρεπε τούς Ενετούς από τη δέσμευσή τους για τη σταυροφορία, βλέπε Smet, στη δική του έκδοση τού Mézières, Life of St. Peter Thomas (1954), σελ. 218-21.
- [←136]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλα 57, 94, Jegerlehner, «Aufstand», Byz. Zeitschr., XII, 90, 118.
- [←137]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 64, μερικώς δημοσιευμένο στο Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, III, 745, σημείωση.
- [←138]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 64.
- [←139]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 60. Επιλογές από αυτή την επιστολή έχουν δημοσιευτεί από τον Mas Latrie, III, 744-45 και από τον Jegerlehner, «Aufstand», σελ. 119, με λανθασμένη ημερομηνία (19 αντί για 29 Ιανουαρίου).
- [←140]
-
Mézières, Life of St. Peter Thomas, επιμ. Smet, σελ. 115.
- [←141]
-
Στο ίδιο, σελ. 115-17, Iorga, Philippe de Mézières, σελ.235-39.
- [←142]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 71, Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, III, 745-46.
- [←143]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 72, Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, ΙΙΙ, 746-47, μερικώς και πρβλ. την επιστολή των Πιέρ Τομά και Μεζιέρ προς τον βασιλιά τής Ουγγαρίας, γραμμένη στις αρχές Μαρτίου 1364 [Wenzel, Magyar diplomacziai emlékek, στο Monumenta Hungariae historica, Acta extera, II (1875), αριθ. 444, σελ. 608-9].
- [←144]
-
R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, III, βιβλίο VII, αριθ. 131, σελ. 27. Η ημερομηνία τής επιστολής τού Πέτρου Α΄ προβληματίζει. Ο Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, II, 252-53, σημείωση, αναφέρεται σε αυτήν ως «σταλμένη μόνο στις 27 Φεβρουαρίου και γραμμένη πιθανώς στο Παρίσι το 1364» (datée seulement du 27 fév. et écrite probablement de Paris en 1364). O Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 240 τη χρονολογεί στις 16 Φεβρουαρίου και αναφέρει ότι «η επιστολή στάλθηκε πιθανώς από το Παρίσι και όχι από την Πάδουα» (la lettre était datée de Paris probablement, et non de Padoue) [όπως υποδεικνύει ο Predelli, ό. π.]. Ο Iorga αναφέρει επίσης ότι είναι χρονολογημένη στις 12 Φεβρουαρίου στην Historia de Venetia fino al 1382 τού Gian Giacomo Caroldo, γραμματέα τού Συμβουλίου των Δέκα και χρονικογράφου τής Βενετίας των αρχών τού 16ου αιώνα. Πρβλ. Kretschmayr, Gesch. v. Venedig, II, 547, αλλά o Mas Latrie, Hist. de l’ile de Chypre, III, 747, σημείωση, αναφέρει ότι ο Caroldo δίνει την ημερομηνία ως 16 Φεβρουαρίου και έτσι εμφανίζεται αυτή στο απόσπασμα τού σχετικού χωρίου από Caroldo, που παρέχεται από τον Mas Latrie, στο «Nouvelles Preuves de 1′ histoire de Chypre», Bibliothèque de l’ École des Chartes, XXXIV (1873), 71-72. Οι Smet, σελ. 220, σημείωση 18 και Boehlke, σελ. 245, σημείωση 32, αναφέρονται και οι δύο στο πρόβλημα.
Όμως δεν υπάρχει λόγος για αυτή τη σύγχυση, γιατί η ημερομηνία προσδιορίζεται ως 17 Φεβρουαρίου και ο τόπος ως Παρίσι σε επιστολή τού δόγη και μελών τού Κολλέγιου προς τον ναυτικό γενικό διοικητή τους και προς τούς επόπτες (provveditori) στην Κρήτη:
«… για την προσφορά που έγινε από εμάς προς τον κύριο βασιλιά Κύπρου για την πραγματοποίηση αυτού τού περάσματος και από νέα που έχουμε από αυτόν τον κύριο βασιλιά: αλλά τώρα σάς επισημαίνουμε ότι πρόσφατα είχαμε επιστολή από αυτόν τον κύριο βασιλιά, γραμμένη στο Παρίσι στις 17 Φεβρουαρίου, από την οποία καταλαβαίνουμε ότι αυτός δεν πρόκειται να βρίσκεται στη Βενετία μέχρι τον προσεχή μήνα Αύγουστο …»
(… de oblatione facta per nos domino regi Cipri circa factum passagii et de novis que habemus de ipso domino rege: nunc autem vobis denotamus quod nuper habuimus litteras ab ipso domino rege datas Parisius XVII Februarii per quas co[l]legimus ipsum non esse futurum Veneciis usque ad mensem Αugusti proximi…)
[Lettere segrete, φύλλο 90, με ημερομηνία 26 Απριλίου 1364].
- [←145]
-
Iorga, «Une Collection de lettres de Philippe de Mézières: Notice sur le MS 499 de la Bibliothique de l’ Arsenal [Paris]», στo Revue historique XLIX (1892), 309-10 και Philippe de Mézières, σελ. 241-42.
- [←146]
-
Wm. H. Bliss και J. A. Twemlow (επιμ.), Calendar of Entries in the Papal Registers relating to Great Britain and Ireland, IV, Λονδίνο, 1902), 8-11, επιστολές με ημερομηνία από 13 Απριλίου μέχρι 30 Ιουνίου 1364.
- [←147]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλα 66-69, 71 και R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, III, βιβλίο vii, αριθ. 129, σελ. 26-27, Thomas και Predelli, Dipl. veneto-levantinum, II, 395-97.
- [←148]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλα 79-80, Jegerlehner, «Aufstand», σελ. 125.
- [←149]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλα 35, 36, 37, 39», 40 (σχετικά με τον Μιτσιέλ), 84 και εξής. Όσο για το μέγεθος τού στόλου, ο Ραφφαίν Καρεζίνι [Chronica, στο RISS, XII, μέρος 2 (1922), 15] λέει ότι περιλάμβανε
«πολλές γαλέρες και εννέα πλοία μεταφοράς αλόγων ανοιχτά στην πρύμνη», αλλά στις 10 Μαρτίου 1364 ο δόγης και τα μέλη τού Κολλέγιου έγραψαν στον βαΐλο και τούς συμβούλους τού Νεγκροπόντε, ότι «… για την ανάκτηση τού νησιού μας τής Κρήτης και την εξολόθρευση των δικών μας εξεγερμένων σε εκείνα τα μέρη στέλνουμε ισχυρό στρατό, ναυτικό και χερσαίο, δηλαδή 1.000 ιππείς και 2.000 διαλεχτούς πεζούς, για τη μεταφορά των οποίων, μαζί με πολεμικές μηχανές και άλλα σχετικά, πρέπει να προετοιμαστούμε για τον εξοπλισμό 20 πλοίων μεταφοράς αλόγων και 8 μεγάλων πλοίων μεταφοράς…»
(…ad recuperationem insule nostre Crete et extermin[i]um rebellium nostrorum ad partes illas mittimus potentem exercitum maritimum et ter[r]estrem, viz. mille equitum et II m. peditum electorum, pro quibus transducendis cum hedificiis et aliis oportunis parari fecimus et armari XX usserios et VIII magnas naves…)
[Lettere segrete, φύλλο 76 και σημειώστε φύλλο 86].
Στις 2 Απριλίου εξέτασαν την πιθανή αναγκαιότητα πρόσθεσης μικρών σκαφών, «γριπάριων και άλλων μικρών πλοίων» (griparie et alie naves minute), που θα τα χρησιμοποιούσαν για να αποβιβάσουν τούς άνδρες [στο ίδιο, φύλλο 84].
- [←150]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 42 και πρβλ. Jegerlehner, «Aufstand», σελ. 90, R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, III, βιβλίο vii, αριθ. 125, σελ. 25, Ljubić, Listine, στο Monumenta spectantia historian slavorum meridionalium, IV (Ζάγκρεμπ, 1874), αριθ. cvii-cxi, σελ. 59-64, Wenzel, Magyar diplomacziai emlékek, στο MHH, Acta extera, II, αριθ. 442, σελ. 602-7 και ιδιαίτερα αριθ. 445, σελ. 610, επιστολή προς τον βάνο Δαλματίας και Κροατίας, με ημερομηνία 29 Απριλίου 1364:
«… Έχουμε στείλει με τα εν λόγω πλοία [που στάλθηκαν εναντίον των Κρητών] έφιππους και πεζούς στρατιώτες από διάφορα και πολλά έθνη, όπως Γερμανούς, Άγγλους, Ούγγρους, Σλάβους, Ιταλούς και Υπερόρειους…».
(… Misimus enim cum dictis navigiis [contra Cretenses missis] soldatos equestres et pedestres diversarum et plurium nationum, sicut sunt Alemani, Anglici, Hungari, Sclavi, Italici, et Ultramontani…)
Μερικές από αυτές τις ετερόκλητες δυνάμεις είχαν αποβιβαστεί στην περιοχή τής Ζάρας (και την είχαν λεηλατήσει).
- [←151]
-
Sanudo, ό. π., στήλες 657-58, Navagero, ό. π., στήλες 1047-48, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 251.
- [←152]
-
Caresini, Chronica, στο RISS, XII, μέρος 2 (1922), 15, Jegerlehner, «Aufstand», σελ. 93-94, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 251-52. Το 1365 ο δούκας και το συμβούλιο τής Κρήτης διέταξαν να διεξάγονται κάθε χρόνο στον Χάνδακα στις 10 Μαΐου εορταστικές εκδηλώσεις για τη νίκη, με θρησκευτική πομπή και ιπποδρομίες, «… την ίδια μέρα μετά το γεύμα τοποθετείται κάποιο κάλυμμα, μέσα από το οποίο τρέχουν με άλογα…» (ipsa die post prandium ordinetur quoddam pallium, ad quod curratur cum equis …) [Gerland, Das Archiv des Herzogs von Kandia, σελ. 119-20].
- [←153]
-
Caresini, Chronica, στο RISS, XII, μέρος 2 (1922), 15-17, Predelli, Regesti dei Commem., III, βιβλίο vii, αριθ. 168-75, 177-78, 182-85, 188, 190-93, Thomas και Predelli, Dipl veneto-levantinum, II, 401 και εξής, Sanudo, Vite de’ duchi, στο RISS XXII (1733), στήλες 658-60, 663, Navagero, Storia veneziana, στο RISS, XXIII, στήλες 1047-50, Jegerlehner, «Aufstand», σελ. 94-97, Iorga, Philippe de Mézières, σελ. 252-53.
Δεδομένου ότι μερικοί από τούς Κρητικούς επαναστάτες είχαν διαφύγει στο νησί τής Ρόδου, ο δόγης και τα μέλη τού Κολλέγιου έγραψαν στον νέο μάγιστρο τού Οσπιταλίου, στον Ραϋμόν Μπερενγκέρ, στις 17 Οκτωβρίου 1365, ότι ο προκάτοχός του Ροζέ ντε Πεν (πέθανε στις 28 Μαΐου 1365) δεν θα ανεχόταν την παρουσία τους στο νησί και απαίτησαν να τούς απαγορεύσει και ο Ραϋμόν καταφύγιο και κατοικία σε οποιαδήποτε περιοχή υπαγόταν στους Ιωαννίτες [Lettere segrete, φύλλο 171].
- [←154]
-
Sanudo, Vite de’ duchi, στο RISS, XXII, 659C:
«Για αυτούς τούς θριάμβους που έγιναν στη Βενετία για την ανάκτηση τού νησιού τής Κρήτης βρήκα μια επιστολή τού ποιητή κύριου Φραντσέσκο Πετράρχη, που βρισκόταν τότε στη Βενετία και διέμενε στο Παλάτσο Μολίνα [Οίκος τού Μύλου των Δύο Πύργων], πάνω από το Μεγάλο Κανάλι, στον Σαν Τζιοβάννι Μπράγκολα, ο οποίος τώρα έχει γίνει μέρος τού Μοναστηριού τού Παναγίου Τάφου».
(Di questi trionfi fatti in Venezia per la ricuperazione dell’ Isola di Creta, si truova un’ epistola di Messer Francesco Petrarca poeta, il quale era in Venezia, e stava in Casa da Molino delle due Torri sopra Canalgrande a San Giovanni Bragola, dove al presente e fatta parte del Monastero di San Sepolcro)
- [←155]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 98:
«Έχοντας λάβει νέα τής ευτυχούς νίκης που επιτεύχθηκε στο νησί τής Κρήτης: Προς κύριο Λουκίνο νταλ Βέρμε. … Πήραμε γεμάτοι χαρά επιστολές από την εξοχότητά σας και από τούς φροντιστές μας, που μεταξύ άλλων περιλάμβαναν νέα για την ευτυχή προέλαση των ανδρών μας και των εθνών μας εναντίον των επαναστατών και των δικών μας προδοτών στην Κρήτη, καθώς και για την ανακατάκτηση τής πόλης μας τού Χάνδακα…».
(Receptis novis de felici victoria habita de insula Crete: Domino Luchino de Verme. … Nobilitatis vestre litteras et provisorum nostrorum felices progressus nostros et gentium nostrarum contra rebelles et proditores nostros Crete et de recuperatione civitatis nostre Candide inter cetera continentes leto animo suscepimus…)
Πολύ παρόμοια επιστολή στάλθηκε στον Μιτσιέλ. Οι επιστολές στάλθηκαν εις διπλούν (replicate per barcham), για να εξασφαλιστεί ότι θα έφταναν στους νταλ Βέρμε και Μιτσιέλ.
- [←156]
-
Arch. di Stato di Venezia (1363-1366), Lettere segrete del Collegio, φύλλο 99.
- [←157]
-
R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, III, βιβλίο vii, αριθ. 155, 159, 160-64, 198, Ljubić, Listine, στο MHSM, IV, αριθ. cxxiv, σελ. 73, Wenzel, Magyar diplomacziai emlékek, στο MHH, Acta extera, II, αριθ. 453, σελ. 616, επιστολή τού Μεγάλου Λουδοβίκου με ημερομηνία 26 Ιουνίου 1364 και βλέπε ιδιαίτερα Thomas και Predelli, Dipl. veneto-levantinum, II, 397-400.
- [←158]
-
Lecacheux, Lettres sècretes, I, δέσμη 2 (1906), αριθ. 1045, σελ. 163. Κείμενο στο Raynaldus, Ann. eccl., ad ann. 1364, αριθ. 9, τομ. VII (Λούκκα, 1752), σελ. 97 και στο Thomas και Predelli, Dipl. veneto- levantinum, II, αριθ. 61, σελ. 104.
- [←159]
-
R. Predelli, Regesti dei Commemoriali, III, βιβλίο vii, αριθ. 158, σελ. 31. Το κείμενο υπάρχει στον Σπ. Μ. Θεοτόκη, Ἀποφάσεις Μείζονος Συμβουλίου Βενετίας, Aθήνα, 1933, Liber Novella, αριθ. 10, σελ. 142 (Mνημεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας, τομ. I, μέρος 2).
- [←160]
-
Romanin, Storia documentata di Venezia, III (1855), 225-26.
- [←161]
-
Η αποστροφή τού Πετράρχη για τη Βενετία πρέπει να συγκριθεί με τη δηκτική καταγγελία τού πάπα Πίου Β΄ έναν αιώνα αργότερα στα Commentarii, XI, επιμ. Giuseppe Cugnoni, Aeneae Silvii Piccolomini Senensis qui postea fuit Pius II Pont. Max. opera inedita …, στα Atti della R. Accademia dei Lincei, CCLXXX (1882-83), 3η σειρά, Memorie della classe di scienze morali, storiche e filologiche, VIII (Ρώμη, 1883), 541-43 και πρβλ. τη μετάφραση από Florence A. Gragg, The Commentaries of Pius II, στο Smith College Studies in History, XLIII (1957), 743-46 (τα αποσπάσματα αυτά έχουν παραλειφθεί σχεδόν εντελώς από την έκδοση Φρανκφούρτης τού 1614, στη σελ. 299).
- [←162]
-
Ο Πετράρχης προφανώς υπολογίζει την ώρα σύμφωνα με τον παλιό τρόπο, που χώριζε τη μέρα και τη νύχτα σε δύο ομάδες δώδεκα ωρών, η διάρκεια των οποίων μεταβαλλόταν με την εποχή. Όμως από τα μέσα τού 14ου αιώνα οι Ιταλοί χώριζαν συνήθως τη «μέρα» σε εικοσιτέσσερις ώρες, όπου η πρώτη ώρα ξεκινούσε μεταξύ 9 και 10 μ.μ. τον Ιούνιο και Ιούλιο (και μεταξύ 5 και 6 μ.μ. τον Δεκέμβριο και Ιανουάριο), πράγμα που πρέπει να υπάρχει πάντοτε στο μυαλό κατά την ανάγνωση διπλωματικής αλληλογραφίας από τα μεταγενέστερα χρόνια τού Πετράρχη μέχρι το τέλος τής περιόδου που καλύπτει η παρούσα εργασία. Bλέπε B. M. Lorsch, Einleitung in die Chronologie, 2 τόμοι, Φράιμπουργκ ιμ Μπράισγκαου, 1899, I, 8-10.
- [←163]
-
Opera Francisci Petrarchae Florentine, 2 τόμοι, Βασιλεία, 1554, II, 864-67, γραμμένη «στη Βενετία, τρεις ημέρες πριν από τις ίδες Αυγούστου» (Venetiis IIII Idas Αugusti).